Την ανάγκη να αυξηθούν οι φοιτητές στους τομείς τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών από το 3,5% του συνόλου στο 6%, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες των επιχειρήσεων επεσήμανε ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒ, Δρ. Γιώργος Ξηρογιάννης μιλώντας στην ολομέλεια της 103ης Συνόδου Πρυτάνεων των Ελληνικών Πανεπιστημίων, που πραγματοποιείται στην Καστοριά, υπό την Προεδρία του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.
Όπως τόνισε, η διασύνδεση των πανεπιστημίων και επιχειρήσεων είναι αναγκαία, ώστε να αμβλύνουμε τις δυσκολίες στη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας που αποτυπώνεται στους δείκτες του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, το 85% των επαγγελμάτων που θα χρειαστούν οι επιχειρήσεις το 2030 δεν έχει ακόμα δημιουργηθεί πλήρως, ενώ το απόθεμα των σημερινών γνώσεων που έχουν τα νέα στελέχη θα θεωρείται ξεπερασμένο σε 3 χρόνια.
Αναφερόμενος στις συμφωνίες συνεργασίας που έχει υπογράψει ο ΣΕΒ με ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα επισήμανε ότι αυτές ήταν μόνο η αρχή. «Ο σχεδιασμός για τα βιομηχανικά διδακτορικά ξεκίνησε με τη δική μας υποστήριξη πολύ πριν από τον πρόσφατο νόμο, αλλά προχωράει πλέον σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια. Αρκετά μέλη του ΣΕΒ προχωρούν σε στενότερες συνεργασίες με τα πανεπιστήμια. Στελέχη του ΣΕΒ πραγματοποιούν τακτικές διαλέξεις σε φοιτητές. Στην έρευνα και καινοτομία, ήδη, υπάρχουν spin-offs που αξιοποιούν τις υπηρεσίες του ΣΕΒ για τη διασύνδεση τους με επιχειρήσεις».
Για την περαιτέρω ανάπτυξη της συνεργασίας επιχειρήσεων-πανεπιστημίων ο κ. Ξηρογιάννης ανέδειξε τρεις προτεραιότητες:
- Γεφύρωση της απόστασης μεταξύ των εξαιρετικών επιδόσεων των Ελλήνων ερευνητών στα ανταγωνιστικά προγράμματα (6η θέση στην ΕΕ) και των περιορισμένων επιδόσεων στο μετασχηματισμό της καινοτομίας σε εμπορεύσιμα προϊόντα στις επιχειρήσεις (20οι στην ΕΕ).
- Αναβάθμιση του θεσμού της πρακτικής άσκησης, η οποία πρέπει να ενταχθεί ως υποχρεωτική οργανική διαδικασία στα περισσότερα πτυχία STEM, κάτι που θα διευκολύνει τη μετάβαση των νέων στην απασχόληση.
- Επικαιροποίηση του χάρτη αλλά και του περιεχομένου των προγραμμάτων σπουδών, εκκινώντας από την ξεκάθαρη ανάγκη να αυξήσουμε το 3,5% των εισακτέων τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στο 6%, προκειμένου να καλυφθούν υπαρκτές ανάγκες της αγοράς εργασίας.