Σε πολιτικό τεστ αντοχής για την κυβέρνηση Μητσοτάκη έχουν μετατραπεί, πλέον, τα μπλόκα των αγροτών από το ένα άκρο της Ελλάδας ως το άλλο, αλλά και σε πεδίο εσωκομματικών τριγμών που στον πυρήνα τους αγγίζουν το μέλλον του ίδιου του πρωθυπουργού.
Τα αγροτικά μπλόκα, που έχουν απλωθεί σε κομβικά σημεία όλης της χώρας, αποτελούν το μεγαλύτερο κύμα κινητοποιήσεων των τελευταίων ετών στον πρωτογενή τομέα. Από τον Προμαχώνα μέχρι την Καρδίτσα και από την Ηλεία μέχρι τη Λάρισα, χιλιάδες παραγωγοί έχουν παρατάξει τα τρακτέρ τους, ζητώντας άμεσες λύσεις σε ζητήματα που ξεκινούν από τις επιδοτήσεις και φτάνουν στη βιωσιμότητα ολόκληρων περιοχών.
Τα αίτια
Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν μετά τις αλλεπάλληλες καθυστερήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ στις πληρωμές, τις ανακοινώσεις της Κομισιόν για συστηματικές αδυναμίες ελέγχου και το ενδεχόμενο παρακράτησης κοινοτικών κονδυλίων. Μέσα σε αυτό το κλίμα ήρθαν να προστεθούν η ενεργειακή ακρίβεια, το κόστος των εφοδίων και η αίσθηση εγκατάλειψης της υπαίθρου. Το αποτέλεσμα ήταν ένα κύμα αντίδρασης που γρήγορα έλαβε πανελλαδικές διαστάσεις.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπάθησε από την πρώτη στιγμή να κρατήσει ισορροπίες. Από τη μία ανακοίνωσε πακέτο ύψους περίπου 1,2 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους, αναγνώρισε ότι υπήρξαν άστοχες επιλογές και κακοδαιμονίες στον μηχανισμό επιδοτήσεων και δεσμεύτηκε για «ριζικές αλλαγές». Από την άλλη, επέκρινε ευθέως την τακτική των μπλόκων, λέγοντας ότι οι αποκλεισμοί «δεν διευκολύνουν την εξεύρεση λύσεων» και δυσκολεύουν την καθημερινότητα των πολιτών.
Το Μαξίμου προβάλλει το αφήγημα ότι οι αγρότες έχουν δίκαια αιτήματα, η κυβέρνηση έχει ήδη προχωρήσει σε μια σειρά παρεμβάσεων, αλλά η μορφή του αγώνα δεν πρέπει να διαλύει τη χώρα ούτε να εγκλωβίζει άλλες κοινωνικές ομάδες.
Εσωκομματικές πιέσεις
Στελέχη της κυβέρνησης επισημαίνουν ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται, ότι δεν έχουν κλείσει τα κανάλια επικοινωνίας και ότι «ο δρόμος για συνεννόηση παραμένει ανοιχτός». Παράλληλα, ο πρωθυπουργός επιχειρεί να εκπέμψει μήνυμα θεσμικής σοβαρότητας, ειδικά μετά τον θόρυβο των Βρυξελλών για τις πληρωμές.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση επιχειρεί να συγκρατήσει τους τόνους, δεν λείπουν και τα «εξ οικείων» βέλη. Οι παρεμβάσεις των Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, αλλά και του Ευάγγελου Βενιζέλου, διατυπώθηκαν σε στιγμές έντασης και, αν και δεν είχαν κοινή γραμμή, διαμορφώνουν ένα πρόσθετο πολιτικό πλαίσιο γύρω από την κρίση.
Ο Κώστας Καραμανλής έκανε λόγο για τον κίνδυνο «ερήμωσης της υπαίθρου» και συνέδεσε το ζήτημα με την εθνική συνοχή. Τόνισε ότι «οφείλουμε να είμαστε ευαίσθητοι απέναντι στους αγρότες», υπογραμμίζοντας πως οι ανάγκες του πρωτογενούς τομέα δεν μπορούν να υποτιμώνται. Ο Α. Σαμαράς κινήθηκε στο γνωστό αντιπολιτευτικό του ύφος, επισημαίνοντας ότι «δεν είναι όλα επικοινωνία», ενώ ο Ευάγγελος Βενιζέλος, με διαφορετικό θεωρητικό φορτίο, έθεσε θέμα θεσμικής επάρκειας και εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι η κρίση στις αγροτικές πληρωμές αποκαλύπτει βαθύτερες δυσλειτουργίες στη δημόσια διοίκηση και ότι η κυβέρνηση χρειάζεται να αντιμετωπίσει το ζήτημα σε θεσμικό βάθος.
Το κοινό σημείο των τριών είναι ότι τα αγροτικά μπλόκα δεν είναι μια απλή «στιγμιαία διαμαρτυρία», αλλά σημάδι δομικού προβλήματος που ζητά πιο ολοκληρωμένη απάντηση.
→ Διαβάστε επίσης: Ανεβαίνει το θερμόμετρο στα αγροτικά μπλόκα και η πίεση προς την κυβέρνηση
Η κρίσιμη ισορροπία
Στην κυβέρνηση κατανοούν ότι η εικόνα των τρακτέρ στους δρόμους λειτουργεί πολλαπλασιαστικά, τόσο επικοινωνιακά όσο και πολιτικά. Το Μαξίμου δεν επιθυμεί σύγκρουση μεγάλης διάρκειας ούτε εικόνες γαλλικού τύπου με παρατεταμένους αποκλεισμούς. Από την άλλη, δεν θέλει να εμφανιστεί ότι «υποχωρεί υπό πίεση».
Οι αγρότες, από την πλευρά τους, θέλουν συγκεκριμένες εγγυήσεις: διασφάλιση πληρωμών, ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα, μέτρα για το αυξημένο κόστος παραγωγής και, κυρίως, μια ουσιαστική συζήτηση για το μέλλον του πρωτογενούς τομέα.
Το ερώτημα που διατυπώνεται πλέον είναι αν η κυβέρνηση μπορεί να μετατρέψει την πίεση σε ευκαιρία θεσμικής αναδιοργάνωσης ή αν θα εγκλωβιστεί σε διαπραγματεύσεις φθοράς.
Με τα μπλόκα να συνεχίζονται και τις διαβουλεύσεις να βρίσκονται σε εξέλιξη, η κυβέρνηση επιχειρεί να κρατήσει διπλή γραμμή: διάλογος, αλλά με όρια. Το αν αυτή η γραμμή θα αποδώσει θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο οι αγρότες θα πειστούν ότι οι δεσμεύσεις μπορούν να υλοποιηθούν άμεσα και από το αν το κλίμα εντός της ΝΔ θα παραμείνει ελεγχόμενο.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι το αγροτικό εξελίσσεται σε κρίσιμο τεστ πολιτικής διαχείρισης για τον Κυριάκο Μητσοτάκη όχι μόνο απέναντι στους αγρότες, αλλά και απέναντι στο ίδιο του το κόμμα.