«Εχουμε μια κυβέρνηση που ακόμα και στον κρίσιμο χώρο της εκπαίδευσης, όπως και στον κρίσιμο χώρο της δημόσιας υγείας, ενδιαφέρεται περισσότερο για να εξυπηρετήσει συμφέροντα και συμβόλαια ιδιωτών, παρά για να εξυπηρετήσει τις κοινωνικές ανάγκες». Με αυτή την αποστροφή του λόγου του ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας χθες στη διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα: «Δημοκρατία και εκπαίδευση: Η κυβερνητική απειλή και η απάντηση της κοινωνίας» επιχείρησε να οριοθετήσει το πλαίσιο της αντιπολιτευτικής του γραμμής απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, με έμφαση σε δυο κρίσιμους τομείς: Την Υγεία και την Παιδεία.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι, παρά το γεγονός ότι μιλά για «αρίστους», ωστόσο με την πολιτική της αρνείται την κοινωνική κινητικότητα, που είναι προϋπόθεση της αριστείας. Εξέφρασε την εκτίμηση ότι το πιο κρίσιμο στοιχείο του νομοσχεδίου που συζητείται στη Βουλή είναι η μείωση των εισακτέων στα Πανεπιστήμια: «Το 2021 οι εισακτέοι στα πανεπιστήμια θα είναι 25.000 λιγότεροι απ’ ό,τι την προηγούμενη χρονιά. Ένα ποσοστό 34% σε σχέση με τον περσινό αριθμό των εισακτέων θα μείνει εκτός των δημοσίων εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, των δημόσιων πανεπιστημίων» και πρόσθεσε ότι έξω από τα ΑΕΙ θα μείνουν «νέοι που ως επί το πλείστον δεν ανήκουν στην κάστα των ισχυρών της ελληνικής κοινωνίας».
Πέντε αρνητικές συνέπειες
- Αυτό θα έχει πέντε επώδυνες επιπτώσεις στην Παιδεία, σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα:
- Πρώτον θα μειωθούν οι απόφοιτοι Λυκείου, αφού θα είναι δυσκολότερη η είσοδος στα ΑΕΙ,
- Δεύτερον, θα αυξηθούν οι πελάτες των φροντιστηρίων και θα επεκταθούν και στις τρεις τάξεις του Λυκείου,
- Τρίτον, θα μεταβάλλει το Λύκειο σε προπαρασκευαστικό στάδιο του Πανεπιστημίου, δηλαδή «θα προκαλέσει την πλήρη ακύρωση του μορφωτικού ρόλου του λυκείου σε όλες τις τάξεις, δεδομένης της έμφασης σε ό,τι είναι εξεταστικά χρήσιμο και όχι μαθησιακά»,
- Τέταρτον θα προκαλέσει μείωση της χρηματοδότησης των ΑΕΙ αφού αυτή θα παρακολουθεί τη μείωση του αριθμού των φοιτητών και
- Πέμπτον «θα έχουμε και κλείσιμο και συγχώνευση τμημάτων και άρα περιορισμό του παραγόμενου ερευνητικού έργου των ελληνικών πανεπιστημίων και αύξηση κατ’ επέκταση της λεγόμενης διαρροής εγκεφάλων, αυτού που ονομάζουμε brain drain, δηλαδή της μετανάστευσης νέων και εξειδικευμένων ερευνητών στο εξωτερικό».
Η συκοφάντηση του Πανεπιστημίου
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υπογράμμισε ότι η κυβερνητική πολιτική για αστυνόμευση στο χώρο των Πανεπιστημίων φιλοτεχνεί την εικόνα των ΑΕΙ ως χώρων εγκληματικών δράσεων ή ορμητήριο εγκληματιών. Κι όλος ο θόρυβος της κυβέρνησης που θέλει να δικαιολογήσει την αστυνόμευση, γίνεται κατά τον κ. Τσίπρα «για να επιδείξει πυγμή η κυβέρνηση, αλλά και για να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση από το βασικό επιδιωκόμενο, που είναι κατά την άποψή μου η εξυπηρέτηση των κολεγίων και η διεύρυνση των ανισοτήτων στον εκπαιδευτικό χώρο».
«Η αντιμετώπιση των κρουσμάτων βίας και παραβατικότητας, μπορεί να αντιμετωπιστεί με πάρα πολλούς τρόπους. Κυρίως, μπορεί ν' αντιμετωπισθεί με την αξιοποίηση των προτάσεων της ίδιας της πανεπιστημιακής κοινότητας. Και γνωρίζω, έχοντας συνομιλήσει με τους πρυτάνεις και τους αντιπρυτάνεις, ότι έχουν καταθέσει πολύ ενδιαφέρουσες και ρεαλιστικές προτάσεις» πρόσθεσε ο Αλέξης Τσίπρας.
Ιδεολογικό το πρόβλημα της Νέας Δημοκρατίας
Όπως ανέφερε σε άλλο σημείο της παρέμβασής του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, «η υλοποίηση ενός δόγματος -το είχε εκφράσει με μεγάλη καθαρότητα, αν δεν κάνω λάθος, και ο κ. Βορίδης και ο κ. Γεωργιάδης, οι δυο προερχόμενοι από την άκρα Δεξιά εκπρόσωποι υπουργοί της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη-, που ήταν «να τελειώνουμε επιτέλους με την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς που επιβλήθηκε στην ελληνική κοινωνία μετά τη Μεταπολίτευση».
Δεν είμαι καθόλου βέβαιος όμως ότι με αυτό το δρόμο και με αυτόν τον τρόπο μπορεί κανείς να τελειώσει αυτό που ονομάστηκε «ιδεολογική ηγεμονία» και δεν ήταν όμως τίποτε άλλο παρά η έκφραση των συνταγματικά προβλεπόμενων δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και της δημοκρατίας και της δυνατότητας της αυτονομίας της πανεπιστημιακής κοινότητας, του αυτοπροσδιορισμού και του αυτοελέγχου», κατέληξε ο κ. Τσίπρας, που ζήτησε η αντίδραση στο νομοσχέδιο να μην μείνει εντός του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, αλλά να μετατραπεί σε παλλαϊκή.