Σημαντική άνοδο σχεδόν 15% κατέγραψαν οι τιμές στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του Ιουνίου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, η μέση τιμή διαμορφώθηκε στα 92,29 ευρώ ανά μεγαβατώρα την περίοδο 1–15 Ιουλίου 2025, έναντι 80,39 ευρώ ανά μεγαβατώρα το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου μήνα. Η εικόνα αυτή προκαλεί έντονο προβληματισμό ως προς την εξέλιξη των τιμών στη λιανική αγορά, καθώς εάν η ανοδική τάση συνεχιστεί και κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μήνα, τότε υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να καταγραφούν νέες αυξήσεις στα «πράσινα» τιμολόγια ρεύματος τον Αύγουστο, επηρεάζοντας άμεσα εκατομμύρια καταναλωτές.
Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν αποκλείεται ακόμη και το ενδεχόμενο κρατικής παρέμβασης μέσω επιδοτήσεων, ειδικά εάν η τιμή λιανικής ξεπεράσει το άτυπο όριο των 0,15 ευρώ ανά κιλοβατώρα.
Στροφή στα σταθερά τιμολόγια
Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα γύρω από την πορεία των τιμών οδηγεί τους καταναλωτές σε ολοένα εντεινόμενη στροφή προς τα σταθερά (μπλε) τιμολόγια. Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με τη ΡΑΑΕΥ, ο αριθμός των μπλε τιμολογίων αυξήθηκε από 161.461 σε 800.265 μεταξύ Ιανουαρίου και Δεκεμβρίου 2024 – αύξηση 395,5%. Αντίθετα, τα πράσινα (ειδικά) τιμολόγια μειώθηκαν από 5.261.997 σε 4.296.557 (-18,35%), αν και τον περσινό Δεκέμβριο αποτελούσαν ακόμη την πλειοψηφία με ποσοστό 72,41%. Ανοδικά κινήθηκαν και τα κίτρινα κυμαινόμενα τιμολόγια, με αύξηση +68,3% σε ένα έτος (497.257 σε 836.838) .
Η τάση αυτή συνεχίζεται και φέτος, με τον υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Νίκο Τσάφο να δηλώνει προ ημερών στη Βουλή ότι «ήδη το ένα τρίτο των καταναλωτών έχει φύγει από το πράσινο τιμολόγιο», κάτι που - όπως τόνισε - αποτελεί θετική εξέλιξη. «Όμως», πρόσθεσε, «κάθε τιμολόγιο εμπεριέχει και ένα ρίσκο. Είναι σημαντικό οι καταναλωτές να εντοπίσουν το προϊόν που τους ταιριάζει.»
Ανησυχία για εικόνες 2024
Σημειώνεται πως κατά το εξεταζόμενο πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου οι εγχώριες τιμές διαμορφώθηκαν πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ προβληματισμό προκαλεί η επανεμφάνιση ενός ενεργειακού «ρήγματος» μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης. Συγκεκριμένα, οι τιμές στις χώρες ανατολικά του νοητού άξονα Πολωνίας – Ελλάδας καταγράφονται, κατά μέσο όρο, υψηλότερες σε σχέση με εκείνες των χωρών δυτικά του άξονα. Η εξέλιξη αυτή ξυπνά μνήμες από το καλοκαίρι του 2024, όταν οι αποκλίσεις εντός της Ε.Ε. έφτασαν σε ακραία επίπεδα, αγγίζοντας ακόμα και τα 879 ευρώ ανά μεγαβατώρα(!) μεταξύ της Ουγγαρίας και της γειτονικής Αυστρίας.
Πέρσι το θέμα είχε αναδείξει σε ευρωπαϊκό επίπεδο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με επιστολή του προς την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τον Σεπτέμβριο του 2024, στην οποίαν επεσήμανε ότι ο μηχανισμός διαμόρφωσης τιμών ενέργειας είναι «τόσο πολύπλοκος και αδιαφανής, που είναι σχεδόν αδύνατο να κατανοήσουμε τι ακριβώς επηρεάζει τις τιμές σε κάθε δεδομένη στιγμή». «Έχουμε δημιουργήσει ένα ακατανόητο “μαύρο κουτί”, ακόμη και για τους ειδικούς. Και δεν μπορούμε να εξηγήσουμε πειστικά στους πολίτες μας γιατί η τιμή που πληρώνουν αυξάνεται τόσο ξαφνικά. Αυτό είναι, σε πολιτικό επίπεδο, απαράδεκτο», ανέφερε.
→ Διαβάστε επίσης: UtilityCo: Νέος παίκτης στην αγορά ενέργειας από ΤΕΡΝΑ και Motor Oil - «Προίκα» 550.000 καταναλωτές και ισχύς 1,5 GW
Σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η επανάληψη του ίδιου μοτίβου φέτος, την προηγούμενη Δευτέρα συνεδρίασε για πρώτη φορά η Task Force για την Ενεργειακή Ένωση, με σημαντική παρουσία εκπροσώπων από χώρες της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης – περιοχές που πέρυσι επηρεάστηκαν δυσανάλογα από το ενεργειακό ράλι που έπληξε και την Ελλάδα. Στη σύσκεψη έδειξε να σχηματοποιείται ένα άτυπο μέτωπο μεταξύ των κρατών που είχαν πληγεί το 2024, με στόχο την άμεση αντίδραση σε περίπτωση επανάληψης των φαινομένων έντονων διαφοροποιήσεων στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής αγοράς.