Σε έναν αγώνα δρόμου έχουν επιδοθεί επιχειρηματικοί φορείς και τα συναρμόδια υπουργεία, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία για τη δημιουργία ενός μηχανισμού ελάφρυνσης του ενεργειακού κόστους για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες και τις μεγάλες επιχειρήσεις εν γένει.
Επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η συμφωνία να έχει οριστικοποιηθεί εντός των επόμενων εικοσιτετραώρων, προκειμένου να υπάρξουν επίσημες ανακοινώσεις από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη κατά την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ στις 7 Οκτωβρίου.
Η συνάντηση
Στο πλαίσιο αυτό, την Πέμπτη πραγματοποιήθηκε δεύτερη σύσκεψη υπό την προεδρία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη, με τη συμμετοχή των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκου Πιερρακάκη, Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρου Παπασταύρου, Ανάπτυξης Τάκη Θεοδωρικάκου, καθώς και των υφυπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Θάνου Πετραλιά και Περιβάλλοντος και Ενέργειας Νίκου Τσάφου. Από την πλευρά των παραγωγικών φορέων, στη σύσκεψη παρέστη ο πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος, συνοδευόμενος από αντιπροσωπεία του Συνδέσμου, καθώς και η πρόεδρος του ΣΒΕ Λουκία Σαράντη.
Τον τελικό λόγο θα έχει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος θα κληθεί να αποφασίσει ανάμεσα στα εναλλακτικά σενάρια που θα του παρουσιάσουν οι αρμόδιες ομάδες εργασίας και κυρίως για τις κρίσιμες λεπτομέρειες του σχήματος στήριξης.
Από τη συνάντηση ωστόσο δεν προέκυψε «λευκός καπνός», με αρμόδιες πηγές μετά το πέρας της σύσκεψης να αναφέρουν ότι πραγματοποιήθηκε εκ νέου διεξοδική ανταλλαγή απόψεων επί του ζητήματος του ενεργειακού κόστους, με την κυβέρνηση να επιφυλάσσεται να μελετήσει περαιτέρω τα δεδομένα πριν προχωρήσει σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη σύσκεψη διαπιστώθηκε ότι απαιτείται ακόμη επεξεργασία, προκειμένου να διαμορφωθεί μια πλήρως συμφωνημένη και εφαρμόσιμη φόρμουλα.
«Αγκάθι» το κόστος
«Αγκάθι» φαίνεται πως παραμένει το δημοσιονομικό κόστος της λύσης που θα επιλεγεί, με το λεγόμενο «ιταλικό μοντέλο» του μακροπρόθεσμου ενεργειακού δανείου να παραμένει στο τραπέζι, χωρίς όμως να υπάρχει βεβαιότητα ότι θα αποτελέσει πλήρως την τελική επιλογή.
Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται πως λύσεις που είχαν πέσει στο τραπέζι και προβλέπουν κάλυψη έως και 100% της κατανάλωσης για περισσότερες από 300 επιχειρήσεις με κόστος 285 εκατ. ευρώ ετησίως ή και υψηλότερα δεν δείχνουν να περπατάνε ως έχουν. Φαίνεται πως αν και προκρίνεται να μπουν πολλές επιχειρήσεις στο σχήμα στήριξης, η κάλυψη δεν θα είναι τόσο υψηλή, δεν θα φτάνει δηλαδή στο 100% της καταναλισκόμενης ενέργειας αλλά χαμηλότερα.
Υπενθυμίζεται πως το ιταλικό μοντέλο προβλέπει ότι οι ενεργοβόρες επιχειρήσεις θα εξασφαλίσουν πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια χαμηλότερου κόστους μέσω κρατικής παρέμβασης, δεσμευόμενες παράλληλα να επενδύσουν σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και να επιστρέψουν στο σύστημα, σε βάθος εικοσαετίας και στην ίδια τιμή, τις ποσότητες για τις οποίες επιδοτήθηκαν.
Ο Μητσοτάκης αποφασίζει
Αξιόπιστες πηγές σημείωναν στην «Η» ότι η ομάδα εργασίας που χειρίζεται τις τεχνικές παραμέτρους της φόρμουλας θα συνεχίσει να εργάζεται πυρετωδώς τα επόμενα εικοσιτετράωρα προκειμένου να καταλήξει στη βέλτιστη δυνατή λύση. Τόνιζαν δε ότι παρότι το «ιταλικό μοντέλο» αποτέλεσε αφετηρία της συζήτησης, όλα τα σενάρια παραμένουν ανοικτά.
Δεδομένου δε ότι η απόσταση που πρέπει να διανυθεί μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα είναι μεγάλη, δεν θεωρείται βέβαιο ότι θα έχει επιτευχθεί συμφωνία ως το ορόσημο της 7ης Οκτωβρίου καθώς ενδέχεται να απαιτηθεί περισσότερος χρόνος. Σε κάθε περίπτωση, τον τελικό λόγο θα έχει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος θα κληθεί να αποφασίσει ανάμεσα στα εναλλακτικά σενάρια που θα του παρουσιάσουν οι αρμόδιες ομάδες εργασίας και κυρίως για τις κρίσιμες λεπτομέρειες του σχήματος στήριξης.
Οι εκκρεμότητες
Τα ανοιχτά ζητήματα δεν είναι λίγα, καθώς περιλαμβάνουν το ύψος της κρατικής στήριξης, το ποσοστό της κατανάλωσης που θα επιδοτηθεί, τους όρους συμμετοχής των επιχειρήσεων αλλά και η τελική τιμή της παραγόμενης ενέργειας από τα νέα έργα ΑΠΕ. Η πρόθεση της κυβέρνησης είναι να καλυφθεί το μεγαλύτερο δυνατό κομμάτι της βαριάς βιομηχανίας, δηλαδή καταναλώσεις άνω του 1 GW.
Ωστόσο, το σενάριο που εξετάστηκε για επιδότηση ύψους 285 εκατ. ευρώ τον χρόνο θεωρείται ιδιαιτέρως απαιτητικό με δημοσιονομικούς όρους.
Το σχέδιο που έχει πέσει στο τραπέζι κάνει λόγο για στήριξη περί των 400 επιχειρήσεων – όχι αποκλειστικά παραδοσιακά ενεργοβόρων – με κάλυψη από το 80% έως το 100% της κατανάλωσής τους. Το κόστος υπολογίζεται στα 285 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ στη λίστα περιλαμβάνονται επτά μεγάλες αλυσίδες λιανεμπορίου, περίπου 300 εταιρείες μέσης τάσης χωρίς μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ (με κατανάλωση 1,718 TWh) καθώς και 78 επιχειρήσεις που ήδη επιβαρύνονται με ΕΤΜΕΑΡ (8,13 TWh).
Φαίνεται πως αν και προκρίνεται να μπουν πολλές επιχειρήσεις στο σχήμα στήριξης η κάλυψη δεν θα είναι τόσο υψηλή, δεν θα φτάνει δηλαδή στο 100% της καταναλισκόμενης ενέργειας αλλά χαμηλότερα.
Ο μηχανισμός χρηματοδότησης προβλέπει τη χορήγηση ενεργειακού «δανείου» 10 TWh ετησίως για τρία χρόνια από τον ΔΑΠΕΕΠ, με υποχρέωση επιστροφής διπλάσιας ενέργειας σε βάθος 20ετίας. Παράλληλα, οι συμμετέχουσες εταιρείες θα πρέπει να συμβάλουν στην ανάπτυξη περίπου 1,75 GW νέων φωτοβολταϊκών και αιολικών έργων.
Σε δεύτερη φάση, η απόδοση της ενέργειας προς το σύστημα θα πραγματοποιείται μέσω διμερών συμβολαίων (PPA) με παραγωγούς ΑΠΕ, χωρίς την ανάγκη πρόσθετων εγκαταστάσεων.