Η νέα κυβέρνηση της Γερμανίας σχεδιάζει να εγκρίνει μέσα στο καλοκαίρι ένα πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων ύψους €46 δισ. για τις επιχειρήσεις, σε μια προσπάθεια να βγάλει τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης από την οικονομική στασιμότητα.
Ο σοσιαλδημοκράτης Υπουργός Οικονομικών, Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, θα παρουσιάσει τα μέτρα κατά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου την Τετάρτη. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις, που περιλαμβάνουν εκπτώσεις για νέα μηχανήματα και ηλεκτρικά οχήματα, αναμένεται να κοστίσουν περίπου €46 δισ. έως το 2029, όταν λήγει η θητεία της κυβερνητικής συμμαχίας, σύμφωνα με κυβερνητικές εκτιμήσεις που έχει δει η Financial Times.
«Μετά από μια περίοδο οικονομικής στασιμότητας, είναι σημαντικό να αυξηθεί σημαντικά το δυναμικό της γερμανικής οικονομίας», αναφέρεται στο προσχέδιο νόμου. Τα μέτρα αποσκοπούν στο να στείλουν ένα ισχυρό μήνυμα για την ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.
Οι πρωτοβουλίες αυτές προστίθενται σε ένα τεράστιο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων άνω του €1 τρισ. με δανεισμό, για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων και των γηρασμένων υποδομών της χώρας — το βασικό πυλώνα της οικονομικής στρατηγικής του καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς.
Ο ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών, που εξελέγη με φιλοεπιχειρηματική ατζέντα, έχει δεσμευτεί να επιδοτήσει το ενεργειακό κόστος της χειμαζόμενης βιομηχανίας της χώρας. Έχει επίσης δημιουργηθεί υπουργείο για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της δημόσιας διοίκησης.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg, Χόλγκερ Σμίντινγκ, δήλωσε ότι οι προτεινόμενες φοροελαφρύνσεις θα είναι «θετικές για τη Γερμανία ως επενδυτικό προορισμό», αλλά προειδοποίησε ότι «πρόκειται μόνο για την αρχή»: η μείωση των κανονιστικών εμποδίων είναι πιο δύσκολη, αλλά και πιο ουσιαστική.
Από 1η Ιουλίου, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να εκπίπτουν το 30% του κόστους νέων μηχανημάτων και εξοπλισμού από τους φόρους τους για τα έτη 2025 έως 2027.
Από το 2028, ο ομοσπονδιακός φορολογικός συντελεστής για τις επιχειρήσεις (15%) θα μειώνεται κατά μία μονάδα κάθε έτος μέχρι να φτάσει στο 10%. Ο μέσος δημοτικός φόρος επιχειρήσεων (14%) θα εξακολουθεί να ισχύει, με αποτέλεσμα ο συνολικός φορολογικός συντελεστής να πέσει τελικά στο 24%, ευθυγραμμίζοντας τη Γερμανία με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Οι εταιρείες θα μπορούν επίσης να αποσβένουν το 75% της αξίας αγοράς νέων ηλεκτρικών οχημάτων μέσα στο πρώτο έτος, μειώνοντας έτσι το φορολογητέο εισόδημά τους. Η κυβέρνηση σχεδιάζει επίσης να εισαγάγει ευνοϊκότερες φορολογικές ελαφρύνσεις για επενδύσεις σε Έρευνα & Ανάπτυξη (R&D).
Ο Ρόμπιν Βίνκλερ, επικεφαλής μακροοικονομικής ανάλυσης στη Deutsche Bank, δήλωσε ότι οι προτάσεις θα αποτελέσουν ένα «καλοδεχούμενο βραχυπρόθεσμο τονωτικό για τον βιομηχανικό τομέα».
Η συμμαχία του Μερτς με τους Σοσιαλδημοκράτες αναμένει πως τα μέτρα θα εγκριθούν από τα δύο σώματα του κοινοβουλίου έως το τέλος του καλοκαιριού.
Το οικονομικό σχέδιο του Μερτς σηματοδοτεί μια αλλαγή πολιτικής για μια χώρα που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν πρότυπο δημοσιονομικής πειθαρχίας στην ΕΕ.
Η εξαγωγική οικονομία της Γερμανίας, η οποία αντιμετωπίζει ανταγωνισμό από την Κίνα και υψηλό ενεργειακό κόστος, έχει καταγράψει ελάχιστη ανάπτυξη τα τελευταία τρία χρόνια. Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι οι απειλές των ΗΠΑ για δασμούς 50% σε ευρωπαϊκά προϊόντα θα μπορούσαν να οδηγήσουν τη χώρα σε ύφεση μέσα στο 2025.
Το τρίτο τρίμηνο του 2024, οι επιχειρηματικές επενδύσεις της Γερμανίας σε εργοστάσια, μηχανήματα και οχήματα ήταν 9% χαμηλότερες σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα, σύμφωνα με την αναπτυξιακή τράπεζα KfW.
Την ίδια περίοδο, οι αντίστοιχες επενδύσεις ήταν 11,5% υψηλότερες στις ΗΠΑ και 1% υψηλότερες στην ΕΕ συνολικά.
Οι δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες για Έρευνα & Ανάπτυξη στη Γερμανία υστερούν επίσης: ενώ η χώρα αύξησε τις επενδύσεις σε άυλα περιουσιακά στοιχεία κατά 11% σε σύγκριση με την περίοδο πριν την πανδημία, οι ΗΠΑ τις αύξησαν κατά 36% και η Γαλλία κατά 27%, ιδιαίτερα σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη.
Mε πληροφορίες από Financial Times