Με μια αιφνιδιαστική ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Ντόναλντ Τραμπ φάνηκε την Τρίτη να ανατρέπει χρόνια αμερικανικής πολιτικής κυρώσεων κατά του Ιράν, δηλώνοντας ότι η Κίνα μπορεί πλέον να συνεχίσει να αγοράζει πετρέλαιο από την Τεχεράνη — την ώρα που επιχειρεί να ενισχύσει την εύθραυστη εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Ιράν.
«Η Κίνα μπορεί τώρα να συνεχίσει να αγοράζει πετρέλαιο από το Ιράν», έγραψε στο Truth Social, σε μια σειρά αναρτήσεων όπου καλούσε σε άμεση παύση των εχθροπραξιών.
Η δήλωση προκάλεσε έκπληξη τόσο στους διεθνείς πετρελαϊκούς κύκλους όσο και σε ανώτερα στελέχη των υπουργείων Οικονομικών και Εξωτερικών των ΗΠΑ, τα οποία –σύμφωνα με πηγές με γνώση του θέματος– αγνοούσαν εντελώς τις προθέσεις του.
Αλλαγή πλεύσης ή επικοινωνιακός ελιγμός;
Η ανακοίνωση ήρθε λίγες ώρες αφότου ο Τραμπ υποστήριξε ότι Ισραήλ και Ιράν συμφώνησαν σε κατάπαυση του πυρός — αν και ήδη καταγράφηκαν παραβιάσεις. Προηγήθηκαν σφοδρές αμερικανικές αεροπορικές επιδρομές κατά πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, με στόχο την αποτροπή απόκτησης πυρηνικού οπλοστασίου από την Τεχεράνη.
Παρά τη δήλωση του Τραμπ, πηγή του υπουργείου Οικονομικών ανέφερε ότι οι υφιστάμενες κυρώσεις θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται αυστηρά. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ παρέπεμψε τα ερωτήματα στον Λευκό Οίκο, ενώ η εκπρόσωπος Τάμι Μπρους περιορίστηκε να δηλώσει: «Δεν θα προτρέξω να εξηγήσω τη στρατηγική του προέδρου. Τα πράγματα εξελίσσονται ταχύτατα και σύντομα θα έχουμε περισσότερα».
Ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου επιχείρησε να υποβαθμίσει τη σημασία της ανάρτησης, υποστηρίζοντας ότι στόχος ήταν να αναδειχθεί η διατήρηση της σταθερότητας στα Στενά του Ορμούζ, προς όφελος —κυρίως— της Κίνας.
Το σινιάλο προς το Πεκίνο
Η δήλωση Τραμπ ερμηνεύθηκε από ορισμένους αναλυτές ως ένα «δώρο» προς το Πεκίνο, ενόψει μιας πιθανής νέας εμπορικής συμφωνίας, αλλά και ως σινιάλο καλής θέλησης προς το Ιράν, μετά την προσωρινή αποκλιμάκωση της κρίσης.
«Πιθανότατα πρόκειται για ρητορική. Όμως μας αιφνιδίασε όλους», σχολίασε ο Μαρκ Μαλέκ, επικεφαλής επενδύσεων της Siebert.
Η Κίνα εισάγει περίπου το 14% του πετρελαίου της από το Ιράν, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Ωστόσο, στην πράξη οι ποσότητες είναι μεγαλύτερες, καθώς πολλές μεταφορές «καμουφλάρονται» ως προερχόμενες από τρίτες χώρες, ώστε να παρακαμφθούν οι αμερικανικές κυρώσεις, τις οποίες το Πεκίνο δεν αναγνωρίζει.
Αν και η Κίνα έχει πάψει επισήμως να αγοράζει ιρανικό πετρέλαιο από τον Ιούνιο του 2022, στοιχεία από τρίτους παρόχους δεδομένων και την αγορά δείχνουν πως οι ροές δεν έχουν σταματήσει. Χάρη σε έναν παράλληλο μηχανισμό συναλλαγών με «σκιώδη στόλο» και πληρωμές σε γουάν, οι εισαγωγές υπολογίζονται σε πάνω από 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Η πολιτική των κυρώσεων υπό αμφισβήτηση
Η δήλωση Τραμπ θέτει σοβαρά ερωτήματα για το μέλλον του καθεστώτος κυρώσεων, το οποίο ακολουθείται εδώ και δεκαετίες από διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ. Στόχος των κυρώσεων είναι να ασκηθεί πίεση στο Ιράν ώστε να εγκαταλείψει τον εμπλουτισμό ουρανίου και να μην αποκτήσει πυρηνικά όπλα.
Μόλις πριν λίγες εβδομάδες, ο Τραμπ είχε προειδοποιήσει ότι οποιαδήποτε αγορά ιρανικού πετρελαίου ή πετροχημικών προϊόντων «πρέπει να σταματήσει ΤΩΡΑ!» με απειλή επιβολής δευτερογενών κυρώσεων.
Τον Φεβρουάριο, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, είχε επαναφέρει τη στρατηγική «μέγιστης πίεσης», με στόχο τη μείωση των εξαγωγών πετρελαίου του Ιράν κάτω από το 10% των υφιστάμενων επιπέδων.
Παρά τα πλήγματα, η έκβαση των αεροπορικών επιδρομών στις πυρηνικές υποδομές του Ιράν παραμένει ασαφής. Την ίδια στιγμή, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας δηλώνει ότι δεν έχει ακόμη πρόσβαση στα αποθέματα των 409 κιλών εμπλουτισμένου ουρανίου της Τεχεράνης — ποσότητα που, κατά εκτιμήσεις, αρκεί για την κατασκευή έως και δέκα πυρηνικών κεφαλών.
Με πληροφορίες από Bloomberg