Ο Μάικ Τσάι, ιδιοκτήτης εργοστασίου ντουλαπιών κουζίνας στην πόλη Φοσάν, δίνει μάχη για να μειώσει το κόστος μισθοδοσίας κατά 30% και να παραμείνει ανταγωνιστικός. Ο λόγος; Οι κινεζικές επιχειρήσεις που εγκατέλειψαν την αμερικανική αγορά λόγω των υψηλών δασμών στρέφονται τώρα στην Αυστραλία προσελκύοντας τους πελάτες τους με ακόμη χαμηλότερες τιμές.
Από την πανδημία, ο Τσάι έχει ήδη μειώσει το προσωπικό στο μισό, διατηρώντας μόλις 100 εργαζόμενους. Με τις απολύσεις να μην αποτελούν πλέον επιλογή, έχει περιορίσει τις βάρδιες και ζητά από το προσωπικό να παίρνει άδεια άνευ αποδοχών. «Βρισκόμαστε σε κατάσταση επιβίωσης», λέει. «Τους είπα: δουλεύετε εδώ 10-15 χρόνια, ας κρατήσουμε το εργοστάσιο όρθιο μαζί».
Η υποαπασχόληση «φουσκώνει» τον αποπληθωρισμό
Η επίσημη ανεργία στην Κίνα παραμένει γύρω στο 5%, όμως η υποαπασχόληση – που δεν αποτυπώνεται στα στοιχεία – επεκτείνεται. Τα εισοδήματα συρρικνώνονται, η καταναλωτική εμπιστοσύνη μένει σε ιστορικά χαμηλά, οι λιανικές πωλήσεις υποχωρούν και ο πληθωρισμός τον Ιούλιο ήταν μηδενικός.
«Οι εργάτες είναι αυτοί που πληρώνουν το τίμημα του ακραίου ανταγωνισμού», σημειώνει η Αλίσια Γκαρσία-Ερέρο, επικεφαλής οικονομολόγος Ασίας-Ειρηνικού στη Natixis. «Χαμηλότερες τιμές σημαίνουν χαμηλότερα κόστη και τελικά χαμηλότερους μισθούς – ένας φαύλος κύκλος. Αν χρειάζεται να εξάγεις με ζημία, καλύτερα να μην εξάγεις».
Τον Ιούλιο, οι κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ μειώθηκαν 21,7% σε ετήσια βάση, αλλά αυξήθηκαν 14,8% προς την Αυστραλία, 16,6% προς τις χώρες της ASEAN και 9,2% προς την Ε.Ε.. Για να αντέξει τον ανταγωνισμό, ο Τσάι σκοπεύει να μειώσει τις τιμές κατά 10% και να περιορίσει τις υπερωρίες – που αντιστοιχούσαν σε πάνω από το ένα τρίτο των αποδοχών – από 28 σε περίπου 10 ημέρες τον μήνα.
Η έκρηξη των προσωρινών συμβάσεων
Η προσωρινή εργασία εξαπλώνεται ραγδαία. Ο Ντέιβ Φονγκ, συνιδιοκτήτης τριών εργοστασίων, απέλυσε 30 μόνιμους εργαζόμενους και επαναπροσέλαβε ορισμένους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, αποφεύγοντας εισφορές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις.
Στη Γουχάν, η ωριαία αμοιβή προσωρινών εργατών έπεσε από 16 σε 14 γιουάν. Στη Γκουανγκζού, ο 30χρονος Άλαν Ζανγκ είδε το ημερομίσθιο να κατρακυλά από 400 σε λιγότερα από 200 γιουάν και πλέον δυσκολεύεται να καλύψει τα δίδακτρα του γιου του. «Ξαφνικά έγινε πολύ δύσκολο να βρεις δουλειά», λέει.
Αγορά εργασίας υπό πίεση
Στο Σενζέν, θέσεις σε εργοστάσια ηλεκτρονικών διαφημίζονται με 17-28 γιουάν την ώρα, αλλά οι υποψήφιοι καταγγέλλουν ψευδείς προσφορές και κρυφές κρατήσεις. Ο 46χρονος Χουάνγκ, πρώην μάνατζερ ακινήτων από την Γιουνάν, ζει με φθηνά γεύματα και κρεβάτια κοιτώνα, αναζητώντας απεγνωσμένα σταθερή απασχόληση.
«Όταν οι μισθοί στη μεταποίηση πιέζονται, η οικονομία ολόκληρη αισθάνεται την αποπληθωριστική πίεση», τονίζει ο Ρίτσαρντ Γιάροου του Harvard Kennedy School. Για την κινεζική βιομηχανία χαμηλής εξειδίκευσης, η πίεση αυτή δείχνει να γίνεται μόνιμη πραγματικότητα.
Με πληροφορίες από Reuters