Η Ίντερ, δευτεραθλήτρια Ιταλίας και Ευρώπης το 2025, ανακοίνωσε τη Δευτέρα (29/9) ότι για πρώτη φορά έπειτα από 15 χρόνια παρουσίασε καθαρά κέρδη στο τέλος της σεζόν 2024-25. «Η αύξηση του κύκλου εργασιών και η καταγραφή κερδών ύστερα από τόσα χρόνια, αποδεικνύουν τη διατήρηση μιας συνεπούς οικονομικής πειθαρχίας», τόνισε ο σύλλογος της Λομβαρδίας.
Ρεκόρ τζίρου
Κατά τη χρήση 2024-25, που έκλεισε στις 30 Ιουνίου 2025, η Ίντερ σημείωσε κύκλο εργασιών 567 εκατ. ευρώ, «το μεγαλύτερο που έχει επιτευχθεί ποτέ στη Serie A», σύμφωνα με τον σύλλογο. Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 35,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή αύξηση 70 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, όταν είχε καταγράψει ζημιές ύψους 35,7 εκατ. ευρώ το 2023-24.
«Τα αποτελέσματα αυτά οφείλονται στην αύξηση των εσόδων από τις εγχώριες και ευρωπαϊκές διοργανώσεις, καθώς και στη συμμετοχή στην πρώτη έκδοση του Παγκοσμίου Κυπέλλου Συλλόγων», εξήγησε η Ίντερ, η οποία άλλαξε ιδιοκτήτη τον Μάιο 2024, με την ανάληψη ελέγχου από το αμερικανικό fund Oaktree.
Αγωνιστική πορεία
Τη σεζόν 2024-25, η Ίντερ τερμάτισε στη δεύτερη θέση του ιταλικού πρωταθλήματος, έναν βαθμό πίσω από τη Νάπολι που στέφθηκε πρωταθλήτρια στην 38η και τελευταία αγωνιστική. Στη συνέχεια, έφτασε στον τελικό του Champions League, όπου ηττήθηκε με 5-0 από την Παρί Σεν Ζερμέν.
Αμέσως μετά, και προς γενική έκπληξη, ο προπονητής Σιμόνε Ιντσάγκι αποχώρησε από τον πάγκο για να συνεχίσει την καριέρα του στη Σαουδική Αραβία και αντικαταστάθηκε από τον Κρίστιαν Κιβού. Η Ίντερ βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην πέμπτη θέση του ιταλικού πρωταθλήματος, τρεις βαθμούς πίσω από την πρωτοπόρο και μεγάλο αντίπαλο, Μίλαν.
Νέο γήπεδο και επενδύσεις
Οι δύο ομάδες του Μιλάνου έχουν σχέδιο για την κατασκευή νέου γηπέδου Σαν Σίρο, που εξαρτάται από την πώληση του τωρινού γηπέδου και των γύρω εκτάσεων από τον δήμο του Μιλάνο. Το δημοτικό συμβούλιο αναμένεται να αποφασίσει για την πώληση αυτή τη Δευτέρα.
Η Ίντερ ολοκλήρωσε την ανακοίνωσή της τονίζοντας ότι οι ιδιοκτήτες της «...έχουν εγκρίνει επενδύσεις στις υποδομές του συλλόγου, συμπεριλαμβανομένου ενός έργου περίπου 100 εκατ. ευρώ για τα προπονητικά κέντρα».