«Φωτιές» άναψε στις διεθνείς αγορές η ανάρτηση - απειλή του Ντόναλντ Τραμπ στην πλατφόρμα Truth Social, περί επιβολής δασμών 50% στις εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων στις ΗΠΑ από την 1η Ιουνίου, λόγω της κακής - όπως υποστήριξε - πορείας των διμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με την αξία των ευρωπαϊκών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ να αγγίζει το 2024 τα 500 δισ. ευρώ, η δήλωση Τραμπ προκάλεσε πανικό στη γηραιά ήπειρο «βυθίζοντας» τις ευρωπαϊκές μετοχές. Ο δείκτης CAC 40 στο Χρηματιστήριο του Παρισιού υποχώρησε κατά 1,65%, αφού προηγουμένως έφτανε να χάνει και πάνω από 3%. Η Φραγκφούρτη έκλεισε με πτώση 1,54%, το Μιλάνο με 1,95%. Καλύτερη ήταν η κατάσταση στο Λονδίνο, με τον δείκτη FTSE100 να χάνει μόνο 0,24%, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ και η Βρετανία σύναψαν διμερή εμπορική συμφωνία στις αρχές Μαΐου.
Σημειώνεται ότι στην πρώτη θέση όσον αφορά την αξία των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ βρίσκεται η Γερμανία με 161 δισ. ευρώ, ενώ ακολουθούν η Ιρλανδία (72 δισ. ευρώ) και η Ιταλία (65 δισ. ευρώ).
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ, στις κατηγορίες με τις υψηλότερες εξαγωγές προς τις ΗΠΑ περιλαμβάνονται τα φαρμακευτικά σκευάσματα, τα αυτοκίνητα και ανταλλακτικά, τα χημικά προϊόντα και τα αεροσκάφη. Δεδομένου του τεράστιου όγκου και της υψηλής αξίας του διμερούς εμπορίου τυχόν επιβολή δασμών 50% στις εισαγωγές από την ΕΕ, πέραν του πλήγματος στην ευρωπαϊκή οικονομία, θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών σε χιλιάδες διαφορετικά προϊόντα για τους Αμερικανούς καταναλωτές - από τα γερμανικά αυτοκίνητα έως το ιταλικό ελαιόλαδο.
Και στη Wall Street άλλωστε οι πιέσεις ήταν σημαντικές - στις 22.00 ώρα Ελλάδας όλοι οι δείκτες κινούνταν καθοδικά, αν και είχαν περιορίσει τις απώλειες σε σχέση με νωρίτερα το απόγευμα: ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones υποχωρούσε κατά 0,25%, ο δείκτης Nasdaq των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας κατά 0,64% και ο διευρυμένος S&P 500 κατά 0,34%.
Διαδοχικές απειλές
Η Ε.Ε. αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο εισαγωγέα αμερικανικών προϊόντων. Ωστόσο, ο Τραμπ έχει επανειλημμένα κατηγορήσει την Ευρώπη για εμπορική εκμετάλλευση των ΗΠΑ - και σε αυτό το πλαίσιο στις 2 Απριλίου είχε ανακοινώσει την επιβολή ενός γενικού δασμού 20%, τον οποίο αργότερα μείωσε προσωρινά στο 10% για 90 ημέρες. Σημειώνεται ότι η Ένωση βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με δασμούς 25% στις εξαγωγές χάλυβα και αλουμινίου προς τις ΗΠΑ, που επίσης επιβλήθηκαν από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Σικάγο, Όσταν Γκουλσμπι, προειδοποίησε ότι «ένας δασμός 50% είναι εντελώς διαφορετικής τάξης μεγέθους από ό,τι είχαμε δει τα τελευταία 90 χρόνια». Προειδοποίησε επίσης ότι τέτοιοι δασμοί μπορεί να έχουν στασιμοπληθωριστικές επιπτώσεις – δηλαδή να αυξάνουν το κόστος παραγωγής και τις τιμές, ενώ μειώνουν το ΑΕΠ – κάτι που αποτελεί τον χειρότερο εφιάλτη για μια Κεντρική Τράπεζα.
Πυρ ομαδόν
Βάλλοντας κατά της ΕΕ, ο Τραμπ ανέφερε ότι «είναι πολύ δύσκολο να συνεργαστεί κανείς μαζί της» και ότι οι συζητήσεις «δεν οδηγούν πουθενά». «Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που ιδρύθηκε για να εκμεταλλεύεται τις ΗΠΑ μέσω του εμπορίου, διαθέτει τεράστια εμπόδια, υψηλό ΦΠΑ, επιβάλλει εξωφρενικές εταιρικές κυρώσεις, χειραγωγεί το νόμισμα και υποβάλλει άδικες αγωγές κατά αμερικανικών εταιρειών. Όλα αυτά δημιουργούν ετήσιο εμπορικό έλλειμμα άνω των 250 δισ. δολαρίων, κάτι εντελώς απαράδεκτο», έγραψε στο Truth Social ο Τραμπ.
«Η Ε.Ε. δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων»
Αλλά και ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, υποστήριξε σε συνέντευξή του στο Fox News πως «οι προτάσεις της Ε.Ε. δεν έχουν την ίδια ποιότητα με αυτές άλλων σημαντικών εμπορικών εταίρων μας». Ερωτηθείς εάν η Ε.Ε. προλαβαίνει να διαπραγματευτεί πριν τεθούν σε ισχύ οι δασμοί, απάντησε πως «ελπίζω αυτό να ανάψει μια σπίθα στις Βρυξέλλες».
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο του CNBC Ίμον Τζέιβερς, ο Λευκός Οίκος εκτιμά ότι οι αγορές υπεραντέδρασαν στις αναρτήσεις του Τραμπ και δεν τις θεωρεί επίσημη κυβερνητική πολιτική. Όπως ανέφερε, οι δηλώσεις ίσως έγιναν για να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική θέση του εκπροσώπου εμπορίου των ΗΠΑ, Τζέιμσον Γκριρ, ο οποίος είχε συνομιλία την ίδια μέρα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς.
Ο Γκριρ αναμενόταν να ενημερώσει την ευρωπαϊκή πλευρά ότι οι τελευταίες προτάσεις των Βρυξελλών δεν ανταποκρίνονται στις αμερικανικές προσδοκίες, σύμφωνα με ρεπορτάζ των Financial Times.
Η Κομισιόν αρνήθηκε να σχολιάσει τις εξελίξεις.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η τελευταία αυτή ενέργεια του Αμερικανού προέδρου θα επιτείνει την αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές, που τους τελευταίους μήνες κινούνται σε ένα «ναρκοπέδιο» δασμών και γεωπολιτικών εντάσεων.