Με σχετική ψυχραιμία παρακολουθούν οι διεθνείς αγορές τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, μετά τη δραματική κλιμάκωση της σύρραξης Ισραήλ – Ιράν που σηματοδοτήθηκε από τα πρωτοφανή αμερικανικά πλήγματα κατά ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων τα ξημερώματα της Κυριακής.
Όπως επισημαίνει σε αναλυτικό της σημείωμα η ολλανδική τράπεζα ING, μέχρι στιγμής η στρατιωτική αντίδραση του Ιράν είναι περιορισμένη – εξέλιξη που ενισχύει την εκτίμηση ότι η Τεχεράνη είτε δεν μπορεί, είτε δεν επιδιώκει να χρησιμοποιήσει στρατιωτικά μέσα για απάντηση.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με την ING, τα αμερικανικά πλήγματα δεν υποδηλώνουν ευρύτερη στρατιωτική εμπλοκή με χερσαία επέμβαση, αλλά φαίνεται να αποτελούν μία μεμονωμένη επιχείρηση – πιθανώς συγκρίσιμη με τη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί το 2020. Υπενθυμίζεται πως η εξουσιοδότηση για την κήρυξη πολέμου στις ΗΠΑ ανήκει στο Κογκρέσο και όχι στον πρόεδρο, ενώ ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ είχε εκλεγεί με την υπόσχεση περιορισμού των αμερικανικών στρατιωτικών επεμβάσεων στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με την ING, οι χρηματοπιστωτικές αγορές παρακολουθούν προσεκτικά τις πιθανές κινήσεις του Ιράν, με τα σενάρια να κυμαίνονται από γενικευμένη στρατιωτική κλιμάκωση, τον αποκλεισμό των Στενών του Ορμούζ, υποστήριξη τρομοκρατικών ενεργειών, μέχρι και πλήρη αποχή από οποιαδήποτε ενέργεια. Σε κάθε περίπτωση, η τράπεζα εκτιμά πως οι άμεσες οικονομικές επιπτώσεις θα εστιάζονται στην αύξηση της παγκόσμιας αβεβαιότητας και στις ανοδικές πιέσεις στις τιμές της ενέργειας.
Με το βλέμμα στο Ορμούζ
Η ING τονίζει ότι το πιο αρνητικό σενάριο – δηλαδή η διαταραχή της ναυσιπλοΐας στα Στενά του Ορμούζ, από όπου διακινείται περίπου το 25% του θαλάσσιου εμπορίου πετρελαίου και το 20% του LNG παγκοσμίως – είναι πλέον πιο πιθανό. Όπως σημειώνει, τυχόν αποκλεισμός του στρατηγικού αυτού διαύλου θα προκαλούσε σοβαρές ελλείψεις στην προσφορά πετρελαίου, τις οποίες δεν θα μπορούσαν να καλύψουν τα αποθέματα του ΟΠΕΚ.
Σε περίπτωση που το Ιράν αποφασίσει και καταφέρει να αποκλείσει τα Στενά, η ING εκτιμά ότι η τιμή του Brent θα μπορούσε να εκτοξευτεί στα 120 δολάρια/βαρέλι σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Εάν η κρίση παραταθεί μέχρι το τέλος του 2025, οι τιμές ενδέχεται να υπερβούν και τα 150 δολάρια/βαρέλι, καταγράφοντας νέα ιστορικά υψηλά. Αν και η αυξημένη δραστηριότητα γεωτρήσεων στις ΗΠΑ ενδέχεται να προσφέρει μερική στήριξη στην προσφορά, οι νέες ποσότητες δεν θα επαρκούν για την κάλυψη των απωλειών.
Παρ' όλα αυτά, η ING υπογραμμίζει ότι ένα τέτοιο βήμα από την πλευρά του Ιράν (αποκλεισμός των Στενών) θα είχε και για την ίδια τη χώρα σοβαρές συνέπειες, καθώς μέσω του Ορμούζ διακινούνται και οι δικές της εξαγωγές πετρελαίου. Επίσης, μία τέτοια κίνηση θα προκαλούσε τριγμούς στις σχέσεις της Τεχεράνης με χώρες όπως η Κίνα – βασικός εμπορικός της εταίρος – καθώς ο αντίκτυπος για την ασιατική αγορά θα ήταν δυσανάλογα μεγαλύτερος σε σύγκριση με τις ΗΠΑ.
Κανόνας η παγκόσμια αστάθεια
Το γεγονός ότι τα αμερικανικά πλήγματα δεν προκάλεσαν άμεσο πανικό στις αγορές καταδεικνύει, σύμφωνα με την ING, ότι η παγκόσμια αστάθεια έχει πλέον εδραιωθεί ως «κανόνας». Ωστόσο η συνδυαστική επίδραση των αυξανόμενων τιμών πετρελαίου και της γεωπολιτικής αβεβαιότητας απειλεί να ανατρέψει την κυρίαρχη αποπληθωριστική τάση σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη.
Όπως αναφέρει η τράπεζα, στις ΗΠΑ τα αποθέματα εμπορευμάτων και πρώτων υλών των επιχειρήσεων ενδέχεται να εξαντληθούν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, οδηγώντας σε αύξηση των τιμών. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) ήδη αναμένει ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων, κάτι που ενδέχεται να καθυστερήσει τις νέες μειώσεις επιτοκίων. Η ING εκτιμά πως η πρώτη μείωση επιτοκίων ενδέχεται να έρθει το τέταρτο τρίμηνο του έτους, πιθανώς με μια κίνηση των 50 μονάδων βάσης τον Δεκέμβριο.
Για την Ευρωζώνη, η ING παραπέμπει σε σενάριο της ΕΚΤ σύμφωνα με το οποίο μία αύξηση κατά 20% στις τιμές ενέργειας θα μπορούσε να μειώσει το ΑΕΠ κατά 0,1 ποσοστιαίες μονάδες το 2026 και το 2027. Ωστόσο, δεδομένης της ευαισθησίας των Ευρωπαίων καταναλωτών και επιχειρήσεων – με φρέσκες ακόμη τις μνήμες της προηγούμενης ενεργειακής κρίσης – η πραγματική επίπτωση ενδέχεται να είναι σημαντικότερη. Επιπλέον, με βάση τις τρέχουσες τιμές πετρελαίου, ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 0,3 μ.β. το 2025 και 0,6 μ.β. το 2026, γεγονός που καθιστά απίθανη μία μείωση επιτοκίων τον Ιούλιο και αβέβαιη την απόφαση του Σεπτεμβρίου.
Το δολάριο ενισχύεται – αλλά για πόσο;
Το πρωί της Δευτέρας το δολάριο σημείωσε άνοδο, γεγονός που σύμφωνα με την ING αντανακλά τόσο τη στρατιωτική αποφασιστικότητα των ΗΠΑ όσο και τους φόβους για άνοδο των τιμών του πετρελαίου. Παραμένει ωστόσο το ερώτημα εάν η αναζωπύρωση της έντασης μπορεί να επαναφέρει τη ζήτηση για το αμερικανικό νόμισμα ως ασφαλές καταφύγιο.
Εάν η αντίδραση του Ιράν παραμείνει περιορισμένη και η άνοδος των τιμών αποδειχθεί παροδική, τότε η στήριξη στο δολάριο θα εξανεμιστεί. Οι αγορές άλλωστε διατηρούν στρατηγικά short θέσεις στο δολάριο, γεγονός που σημαίνει ότι ένα προσωρινό γεωπολιτικό σοκ μπορεί να λειτουργήσει απλώς ως ευκαιρία για επανατοποθετήσεις σε χαμηλότερες τιμές.
Οι επενδυτές δεν τρέχουν σε ασφαλή καταφύγια - προς το παρόν
Τέλος, η ING επισημαίνει πως μέχρι στιγμής δεν έχει καταγραφεί «φυγή προς την ασφάλεια» στα ομόλογα. Ούτε τα αμερικανικά Treasuries ούτε τα γερμανικά Bunds κατέγραψαν σημαντικές εισροές. Οι αποδόσεις παρέμειναν σταθερές και οι αγορές ομολόγων συνέχισαν χωρίς αναταραχές. Ωστόσο, εάν η κρίση εξελιχθεί σε σοβαρότερη απειλή, ενδέχεται να υπάρξει μετακίνηση κεφαλαίων προς τα ασφαλή περιουσιακά στοιχεία, οδηγώντας σε μείωση αποδόσεων.