Η αντιπαράθεση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας για το ζήτημα των δασμών έχει επισκιάσει τις εξελίξεις στις εμπορικές σχέσεις της Κίνας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα οι εντάσεις μεταξύ Βρυξελλών και Πεκίνου ενισχύονται σημαντικά, αναδεικνύοντας ένα περιβάλλον ολοένα πιο ανταγωνιστικό και ασταθές.
Οι αμοιβαίες κατηγορίες και έρευνες για αθέμιτες εμπορικές πρακτικές έχουν υπάρξει διαχρονικό στοιχείο των σχέσεων ΕΕ - Κίνας. Η ανησυχία για τις επιπτώσεις που έχουν οι εισαγωγές στις εγχώριες βιομηχανίες οδηγεί σε συχνά μέτρα περιορισμού ή αντιποίνων και από τις δύο πλευρές.
Κύμα εμπορικών αντιποίνων και πίεσης
Πιο πρόσφατα, η ΕΕ επέβαλε περιορισμούς στη συμμετοχή κινεζικών εταιρειών σε δημόσιους διαγωνισμούς για ιατρικό εξοπλισμό, με την Κίνα να απαντά άμεσα με περιορισμούς στις εισαγωγές τέτοιων προϊόντων από την Ευρώπη. Παράλληλα, τέθηκαν σε εφαρμογή οι δασμοί στο ευρωπαϊκό κονιάκ, μια κίνηση που είχε προαναγγελθεί από το Πεκίνο και ήρθε ως αντίποινα για τους ευρωπαϊκούς δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα.
Σύμφωνα με τον Marc Julienne, διευθυντή του Κέντρου Ασιατικών Σπουδών στο Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (Ifri), οι διμερείς σχέσεις είναι πλέον «αρκετά κακές». Όπως σημειώνει, «αυτό που παλαιότερα θεωρούταν πεδίο ευκαιριών και αισιοδοξίας έχει μετατραπεί σε πεδίο κινδύνου».
Το επιδεινούμενο κλίμα αποδίδεται εν μέρει στη σύγκρουση οικονομικών προτεραιοτήτων. Ο Grzegorz Stec, ανώτερος αναλυτής στο Mercator Institute for China Studies και επικεφαλής του γραφείου στις Βρυξέλλες, επισημαίνει ότι η ΕΕ και η Κίνα βρίσκονται πλέον σε τροχιά σύγκρουσης όσον αφορά την εμπορική και βιομηχανική τους πολιτική. Όπως εξηγεί, βασικά σημεία τριβής αποτελούν η υπερπαραγωγή της Κίνας, η εκτροπή εμπορίου προς την Ευρώπη και η ανάγκη του Πεκίνου να στηρίξει τις εξαγωγές του, ενώ αντίστοιχα η Ευρώπη αναζητά τρόπους να προστατεύσει τη δική της βιομηχανική βάση.
Η κινεζική οικονομία αντιμετωπίζει αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ παραγωγικής ικανότητας και ζήτησης, με τις εξαγωγές - παραδοσιακό στήριγμα της οικονομίας - να υποχωρούν λόγω διεθνών πιέσεων και μειωμένης ζήτησης. Ο Julienne επισημαίνει επιπλέον ότι η όξυνση των σχέσεων συνδέεται και με το δυσχερές επιχειρηματικό περιβάλλον για τις ευρωπαϊκές εταιρείες στην Κίνα, αλλά και με το αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα της Ευρώπης έναντι του Πεκίνου. Κατά την άποψή του, το Πεκίνο χρησιμοποιεί πλέον το εμπόριο ως μοχλό πίεσης προς την Ευρώπη - χαρακτηριστικό παράδειγμα η επιβολή δασμών στο κονιάκ, ως αντίδραση στις επιβαρύνσεις στα ηλεκτρικά οχήματα.
Η αποτυχία μιας πιθανής προσέγγισης
Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι οι δασμοί των ΗΠΑ θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει σε προσέγγιση ΕΕ - Κίνας. Ο Julienne αναφέρει ότι θεωρητικά, η κοινή πίεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει συνθήκες συνεργασίας για την ενίσχυση των διμερών εμπορικών δεσμών. Όμως, κάτι τέτοιο δεν υλοποιήθηκε. Ο Jean-Marc Fenet, ερευνητής στο ESSEC Institute for Geopolitics & Business, υποστηρίζει ότι ένας λόγος είναι η πεποίθηση του Πεκίνου ότι έχει εξέλθει ενισχυμένο από τη δική του εμπορική αντιπαράθεση με την Ουάσινγκτον. «Η ανάγκη για κοινό μέτωπο με την Ευρώπη δεν είναι πια τόσο επιτακτική», τονίζει, προσθέτοντας ότι πλέον στην Κίνα επικρατεί ανησυχία πως η ΕΕ θα ευθυγραμμιστεί με μια αντι-κινεζική γραμμή που επιδιώκει η αμερικανική κυβέρνηση.
Στο μεταξύ, Κίνα και ΗΠΑ συμφώνησαν τον Ιούνιο σε ένα γενικό πλαίσιο εμπορικής συνεργασίας, το οποίο περιλαμβάνει προβλέψεις για τις σπάνιες γαίες και τις τεχνολογικές ρυθμίσεις. Είχε προηγηθεί η απόφαση του Πεκίνου να περιορίσει τις εξαγωγές σπάνιων γαιών και μαγνητών, υλικών στρατηγικής σημασίας για τον αμυντικό, ενεργειακό και αυτοκινητοβιομηχανικό τομέα.
Δύσκολες προοπτικές ενόψει Συνόδου
Ο Stec του Mercator Institute θεωρεί ότι δύσκολα θα υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στα σημεία τριβής ΕΕ - Κίνας. Προβλέπει μάλιστα περαιτέρω επιδείνωση, ειδικά εφόσον το Πεκίνο συνεχίσει να χρησιμοποιεί τις σπάνιες γαίες ως διαπραγματευτικό εργαλείο στο ζήτημα των δασμών στα ηλεκτρικά οχήματα. Ταυτόχρονα, επισημαίνει ότι η προσπάθεια της Ευρώπης να ενισχύσει την οικονομική της αυτονομία έρχεται σε αντίθεση με την πρόθεση της Κίνας να αποτρέψει τέτοιες κινήσεις.
Παρόμοια εικόνα μεταφέρει και ο Fenet. Η σκλήρυνση της στάσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η ενίσχυση των μηχανισμών εμπορικής προστασίας εντείνουν τις εντάσεις, όπως φάνηκε και με τα πρόσφατα μέτρα κατά κινεζικών ιατρικών προϊόντων. Ο ίδιος εκτιμά ότι αυτές οι εντάσεις θα αποτυπωθούν και στη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ - Κίνας, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 24 Ιουλίου στο Πεκίνο.
Πηγές του CNBC αναφέρουν ότι στο πλαίσιο της Συνόδου αναμένεται συνάντηση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον πρόεδρο της Κίνας Σι Τζινπίνγκ. Ωστόσο, οι προσδοκίες είναι περιορισμένες. «Οι δύο πλευρές μοιάζουν ήδη να προεξοφλούν μια δύσκολη και πιθανόν ατελέσφορη συνάντηση», καταλήγει ο Fenet.
Με πληροφορίες από CNBC