Οι συνεχείς επιθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ κατά της Fed αναδεικνύονται ως η μεγαλύτερη απειλή των τελευταίων δεκαετιών για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών από τις κυβερνήσεις, η οποία είναι κατοχυρωμένη νομοθετικά για το σύνολο των αναπτυγμένων οικονομιών.
Η δυνατότητα των κεντρικών τραπεζών να αποφασίζουν αυτόνομα για τη νομισματική πολιτική, με στόχο τη σταθερότητα των τιμών, εδραιώθηκε στην πράξη από τη δεκαετία του 1980, μετά την τραυματική εμπειρία με τον υψηλό πληθωρισμό της δεκαετίας του 1970.
Τότε έγινε ευρύτερα αποδεκτό ότι η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών στη λήψη των αποφάσεων για το ύψος των επιτοκίων και γενικότερα της νομισματικής πολιτικής αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τον έλεγχο και διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα - με τον στόχο στις περισσότερες χώρες να είναι το 2% - κάτι που θεωρείται επίσης προϋπόθεση για μία υγιή και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
Η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών οδήγησε πράγματι σε σημαντικά χαμηλότερο και πιο σταθερό πληθωρισμό στις χώρες όπου αυτή υπάρχει, σύμφωνα με όλες τις μελέτες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Αυτό είναι μάλλον αναμενόμενο καθώς οι κυβερνήσεις έχουν συχνά άλλες προτεραιότητες, που έχουν να κάνουν με τον εκλογικό κύκλο, που δεν διασφαλίζουν τη γρήγορη μείωση του πληθωρισμού.
Η ανεξαρτησία της ΕΚΤ και της Fed
Για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η ανεξαρτησία είναι κατοχυρωμένη στο καταστατικό της και τηρείται σχεδόν ευλαβικά από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, οι οποίες αποφεύγουν να επηρεάσουν τις αποφάσεις τους.
Αντίστοιχα, η ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος κατοχυρώθηκε νομοθετικά στα μέσα της δεκαετίας του 1990, καθώς αποτελούσε προϋπόθεση για την ένταξη της χώρας στην Ευρωζώνη.
Η Fed είναι de jure ανεξάρτητη από το 1951, αλλά στην πράξη η ανεξαρτησία κατακτήθηκε μόνο τη δεκαετία του 1980, όταν ο τότε πρόεδρός της, Πολ Βόλκερ, αύξησε τα επιτόκια σε διψήφια επίπεδα για να σταματήσει την ανεξέλγκτη αύξηση των τιμών, η οποία ήταν αποτέλεσμα των ενεργειακών κρίσεων και της κακής διαχείρισης της προσφοράς χρήματος από τη Fed.
Η πρωτοφανής κίνηση του Τραμπ να απολύσει το μέλος του Δ.Σ. (Governor) της Fed, Λίζα Κουκ, λόγω φερόμενων παρατυπιών αναφορικά με στεγαστικά δάνεια που είχε λάβει και η αμείωτη πίεση που ασκεί στον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, για μείωση των επιτοκίων δοκιμάζουν ήδη τα όρια της προεδρικής ισχύος έναντι της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας.
Κάνει επίσης τους κεντρικούς τραπεζίτες σε όλο τον κόσμο να ανησυχούν για την ανεξαρτησία τους από τις κυβερνήσεις και το ενδεχόμενο να αμφισβητήσουν και άλλες κυβερνήσεις μία κατάκτηση που τους έχει βοηθήσει να διατηρήσουν τον πληθωρισμό σε χαμηλότερα και πιο σταθερά επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του 1980.
«Οι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν πόσο διαφορετικός είναι ο κόσμος τα τελευταία 30 χρόνια σε σχέση με το παρελθόν όσον αφορά τη σταθερότητα του πληθωρισμού», δήλωσε ο Jordi Galí, καθηγητής στη Σχολή Οικονομικών της Βαρκελώνης.
Περισσότερες από εκατό κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Αγγλίας το 1998, έχουν αποκτήσει αυξανόμενο βαθμό de jure ανεξαρτησίας, όπως η δυνατότητα λήψης αποφάσεων ανεξάρτητα από τις επιθυμίες της κυβέρνησης και η απαγόρευση δανεισμού προς την κυβέρνηση, αν και στην πράξη ο θεσμός της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών γίνεται σεβαστός σε λιγότερες χώρες.
Εντυπωσιακά τα αποτελέσματα
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Οι κεντρικές τράπεζες που έγιναν πλήρως ανεξάρτητες, είδαν μια μακροπρόθεσμη μείωση του ετήσιου πληθωρισμού κατά περίπου 3,7 ποσοστιαίες μονάδες στις πλούσιες χώρες, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε νωρίτερα φέτος από το Κέντρο Έρευνας Οικονομικής Πολιτικής. Η μείωση αυτή είναι ακόμη μεγαλύτερη στις φτωχότερες χώρες, φτάνοντας τις 10,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Στο πιο πρόσφατο παράδειγμα, οι περισσότερες ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες έθεσαν υπό έλεγχο την αύξηση του πληθωρισμού μετά την πανδημία σε δύο ή τρία χρόνια.
Αντίθετα, η περίοδος του Μεγάλου Πληθωρισμού του 20ού αιώνα διήρκεσε από το 1965 έως το 1982, με όλο και πιο σοβαρές υποτροπές. «Ακόμη και η πρόσφατη αύξηση του πληθωρισμού αντιμετωπίστηκε πολύ καλά», πρόσθεσε ο καθηγητής Gali. «Η απόδειξη είναι ότι ο πληθωρισμός έχει μειωθεί — όχι πλήρως, σε ορισμένα μέρη περισσότερο από άλλα — αλλά για μένα, αυτή είναι η πιο σαφής απόδειξη μέχρι τώρα της επιτυχίας των πλαισίων που έχουν υιοθετήσει οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο».
Άλλες μελέτες δείχνουν ότι ο πληθωρισμός τείνει να είναι πιο σταθερός και οι εμπορικές τράπεζες λιγότερο επικίνδυνες όταν η κεντρική τράπεζα είναι ανεξάρτητη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το κοινό και οι επενδυτές έχουν εμπιστοσύνη στην κεντρική τράπεζα ότι θα κρατήσει τον πληθωρισμό υπό έλεγχο και, ως εκ τούτου, δεν αυξάνουν τις απαιτήσεις τους όσον αφορά τους μισθούς, τις τιμές και τις αποδόσεις.