Τη θέση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι υπερβολικά εκτεθειμένη στις αλλαγές που ενδέχεται να επιφέρει η εμπορική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, εξέφρασε από τη Θεσσαλονίκη ο Τιμ Πάουερ (Tim Power), CEO της βρετανικής εταιρείας Drewry, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο 21ο ετήσιο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θαλάσσιων Λιμένων (ESPO).
Όπως τόνισε, περίπου το 5% των εισαγωγών της ΕΕ προέρχεται από τις ΗΠΑ, ποσοστό μεν σημαντικό, αλλά όχι τόσο ώστε να προκαλεί συστημικό κίνδυνο. Από την άλλη, το 8% των ευρωπαϊκών εξαγωγών κατευθύνεται προς την αμερικανική αγορά, που επίσης αποτελεί ουσιώδες, αλλά όχι κρίσιμο ποσοστό.
Συνεπώς, παρόλο που μια εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ θα ήταν «ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη», η εξάρτηση της ΕΕ από την αμερικανική αγορά δεν είναι τέτοια που να την καθιστά ευάλωτη, σύμφωνα με τον ίδιο. Η Drewry, την οποία εκπροσωπεί, αποτελεί έναν από τους κορυφαίους διεθνείς συμβούλους στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Οι δασμοί στις ΗΠΑ φέρνουν πλήγμα στα κινεζικά πλοία
Αναφερόμενος ειδικά στην επίπτωση των δασμών των ΗΠΑ στην Κίνα, ο κ. Πάουερ υπενθύμισε ότι αυτοί πρόκειται να στοχεύσουν επίσης στα κινεζικής κατασκευής και ιδιοκτησίας πλοία, καθιστώντας οικονομικά ασύμφορη τη λειτουργία τους στην αμερικανική αγορά.
Όπως είπε, αναμένεται να επιβληθεί σχετικό λιμενικό τέλος, που θα τεθεί σε ισχύ από τον Οκτώβριο και θα αυξάνεται κάθε χρόνο. «Για παράδειγμα, ένα κινεζικής κατασκευής ή ιδιοκτησίας πλοίο θα πληρώνει επιπλέον 50 δολάρια ανά επίσκεψη (σε λιμάνι), κόστος που θα αυξηθεί στα 140 δολάρια. Ακόμη και κινεζικής κατασκευής πλοία που τα διαχειρίζονται μη-Κινέζοι θα πληρώνουν, αλλά λιγότερο. Ίσως αυτοί οι αριθμοί ακούγονται αφηρημένοι, οπότε ας τους συγκρίνουμε με τα ναύλα. Αν κάποιος εισήγαγε αργό πετρέλαιο στις ΗΠΑ, με ένα δεξαμενόπλοιο που έχει κατασκευαστεί και ανήκει σε κινεζική εταιρεία, το επιπλέον τέλος που θα πλήρωνε θα ήταν ίσο με το 145% του ναύλου! Δηλαδή, γίνεται οικονομικά αδύνατο να λειτουργήσεις στην αγορά αυτή», τόνισε.
Διατύπωσε την εκτίμηση ότι ο στόλος αυτός δεν θα προσεγγίζει πλέον τα αμερικανικά λιμάνια και πρόσθεσε ότι αν αυτό είναι διαχειρίσιμο για πολλές εμπορικές δραστηριότητες, «θα είναι λιγότερο αποδεκτό για τη ναυτιλία εμπορευματοκιβωτίων, όπου υπάρχουν πολύπλοκες συμφωνίες συμμαχιών». Σημείωσε, δε, πως «φυσικά, υπάρχει η συμμαχία "Ocean Alliance", στην οποία η "Cosco" είναι βασικός παίκτης -- πρόκειται για Κινέζο διαχειριστή, με πλοία που είναι σχεδόν εξολοκλήρου, αν όχι πλήρως, **κατασκευασμένα στην Κίνα» και εκτίμησε πως «αυτό που μπορούμε να περιμένουμε είναι εκτεταμένες μετακινήσεις πλοίων, σε μια προσπάθεια να μειωθεί αυτό το φαινόμενο πριν από τον Οκτώβριο».
Αβέβαιη η παγκόσμια πορεία, συγκρατημένα αισιόδοξη η ΕΕ
Ο κ. Πάουερ επισήμανε ακόμη ότι η επίδραση των αμερικανικών δασμών στην αγορά εμπορευματοκιβωτίων είναι άμεση, φέρνοντας μεγάλες μειώσεις εισαγωγών από την Κίνα. «Πολλές γραμμές εξυπηρέτησης απειλούνται, κάποιες έχουν ήδη αποσυρθεί και άλλες λειτουργούν με μειωμένα ταξίδια. Η συνολική επίδραση από αυτό, εκτιμάμε ότι θα είναι μια συρρίκνωση 1% στην παγκόσμια διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων. Και αν αυτό δεν σας φαίνεται δραματικό, να σας υπενθυμίσω ότι, στην καταγεγραμμένη ιστορία, έχουμε δει μόνο δύο περιπτώσεις συρρίκνωσης στον όγκο των εμπορευματοκιβωτίων: μια πολύ σημαντική κατά τη μεγάλη οικονομική κρίση, και μια πιο πρόσφατα, κατά την περίοδο της πανδημίας», υπογράμμισε. Πρόσθεσε ότι, όσον αφορά τη ναυτιλία εμπορευματοκιβωτίων, η τρέχουσα κατάσταση είναι εξίσου σοβαρή με την Covid, αλλά αναμένουμε ανάκαμψη -- όχι όμως σε επίπεδα εντυπωσιακής ανάπτυξης.
Στην ΕΕ, βέβαια, η «όψη του νομίσματος» σε ό,τι αφορά τη διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων, φαίνεται ότι θα είναι η θετική: «Η συρρίκνωση στον τομέα των εμπορευματοκιβωτίων αφορά κυρίως την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ανάπτυξη του όγκου των εμπορευματοκιβωτίων στην Ευρώπη προβλέπεται να κυμανθεί στο 2% με 2,5%, σύμφωνα με τις προβλέψεις μας, οπότε, από αυτή την άποψη, τα άσχημα νέα δεν είναι τόσο άσχημα όσο θα μπορούσαν να είναι», τόνισε.
Ποιος είναι ο πραγματικός στόχος της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ;
Κατά τον κ. Πάουερ, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο, τουλάχιστον στον ίδιο, ποιος είναι ο πραγματικός στόχος της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ. «Είναι η μείωση του εμπορικού ελλείμματος μέσω εξισορρόπησης των δασμών, ώστε οι εξαγωγές των ΗΠΑ να είναι πιο ανταγωνιστικές; Ή μήπως είναι απλά η στάση; "Δεν ανεχόμαστε άλλο, κλεινόμαστε οικονομικά στον εαυτό μας και φτιάχνουμε τα πάντα μόνοι μας"; Αυτό δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμη. Αυτό που είναι ξεκάθαρο, είναι ότι η Κίνα πλήττεται με δασμούς 145% στις εισαγωγές προς τις ΗΠΑ, που είναι ένα απίστευτο ποσοστό. Ποια θα είναι η άμεση επίπτωση; Η αλήθεια είναι ότι η Κίνα είναι τόσο κυρίαρχη βιομηχανική δύναμη με τεράστια παραγωγική ικανότητα, που δεν μπορεί να αντικατασταθεί γρήγορα. Και αυτό σημαίνει ότι επειδή δεν υπάρχει η ανάλογη βιομηχανική ικανότητα στις ΗΠΑ να αναλάβει αυτή την παραγωγή, το άμεσο αποτέλεσμα θα είναι απλώς οι Αμερικανοί καταναλωτές να πληρώνουν περισσότερα - άρα, η κατανάλωση στις ΗΠΑ αναπόφευκτα θα μειωθεί», επισήμανε.
Ως προς τον σταθμισμένο μέσο όρο των επιπτώσεων των δασμών σε διάφορους τομείς, υπενθύμισε πως στα καταναλωτικά αγαθά, ο μέσος δασμός φτάνει το 89%. «Αυτό είναι ένας συνδυασμός του 145% για την Κίνα και μικρότερων ποσοστών για άλλες χώρες. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η επίδραση στην κατανάλωση στις ΗΠΑ θα είναι πολύ σοβαρή και θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν υπάρξει ξαφνικό ή και σταδιακό κύμα επενδύσεων στην αμερικανική βιομηχανία για να υποκαταστήσει τις εισαγωγές», υπογράμμισε.
Το δημόσιο χρέος και η απομάκρυνση μιας οικονομικής Αποκάλυψης
Ιδιαίτερη μνεία έκανε ο κ. Πάουερ στον τρόπο με τον οποίο το δημόσιο χρέος πιθανώς λειτουργεί ως ένας ακόμα παράγοντας που καθοδηγεί την πολιτική των ΗΠΑ. «Η Ιταλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γαλλία έχουν πολύ υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους, πάνω από το 100% του ΑΕΠ. Η ΕΕ συνολικά έχει πιο μετριοπαθές επίπεδο, γύρω στο 89%, και η Γερμανία, με τη πειθαρχημένη και φειδωλή συμπεριφορά της, βρίσκεται στο 59% του ΑΕΠ. Αυτό που είναι αξιοσημείωτο είναι ότι το κινεζικό χρέος, που ιστορικά ήταν χαμηλό, προβλέπεται να εκτοξευθεί. Γιατί έχει σημασία αυτό; Κατά την άποψή μου, έχει σημασία γιατί τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους σημαίνουν υψηλό κόστος εξυπηρέτησης, το οποίο απορροφά κρατικούς πόρους. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, δαπανούμε περισσότερα για την εξυπηρέτηση του χρέους απ' ό,τι για την άμυνα, και αυτό μόνο θα αυξηθεί όσο οι κυβερνήσεις δεν ελέγχουν το χρέος. Επίσης, σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις έχουν λιγότερα περιθώρια παρέμβασης σε περιόδους κρίσης», είπε χαρακτηριστικά.
Συμπλήρωσε, δε, πως «ίσως να είμαστε ευγνώμονες αν δούμε εκτόξευση του κινεζικού χρέους», διότι αν η Κίνα είχε σχέδια για εισβολή στην Ταϊβάν, «η μελλοντική πορεία του χρέους μπορεί να την κάνει να το ξανασκεφτεί».
Σχετικά με την παγκόσμια οικονομία γενικά, εξέφρασε την πεποίθηση ότι τα καλά νέα είναι ότι …τα κακά νέα δεν είναι τόσο άσχημα όσο θα μπορούσαν να είναι. «Αν δούμε τη μεσοπρόθεσμη πρόβλεψη για την παγκόσμια ανάπτυξη του ΑΕΠ, είναι στην πραγματικότητα πολύ παρόμοια με την τελευταία δεκαετία -- δεν αντιμετωπίζουμε, απ' ό,τι φαίνεται, μια οικονομική αποκάλυψη», κατέληξε.