Τις επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία από την εξαιρετικά επικίνδυνη κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή, μετά την επίθεση των ΗΠΑ στο Ιράν και τις απειλές του Ιράν ότι θα κλείσει τα στρατηγικά Στενά του Ορμούζ, επιχειρεί να χαρτογραφήσει το οικονομικό επιτελείο.
Η πορεία της ανάπτυξης και του πληθωρισμού μπαίνουν στο μικροσκόπιο, καθώς όλες οι ισορροπίες ανατρέπονται και οι αβεβαιότητες πολλαπλασιάζονται. Στο τραπέζι μπαίνουν από τη μία οι εστίες των κινδύνων και από την άλλη τα αντίβαρα σταθερότητας που διατηρεί η ελληνική οικονομία, με τον χειρότερο φόβο να είναι μια επανάληψη της μεγάλης ενεργειακής κρίσης του 2022.
Κίνδυνος από πετρέλαιο και φυσικό αέριο
Στο μέτωπο των κινδύνων, δύο είναι οι βασικοί δείκτες – μεταξύ άλλων – που παρακολουθούν ανελλιπώς αυτές τις ημέρες οι αξιωματούχοι του οικονομικού επιτελείου: οι τιμές του πετρελαίου Brent και του φυσικού αερίου στον κόμβο ICE του Άμστερνταμ.
Κατ’ αρχήν, τα φώτα πέφτουν στις τιμές του πετρελαίου, των παραγώγων του και των καυσίμων, που είναι η νούμερο ένα εστία προβλήματος. Μια οποιαδήποτε δυσάρεστη εξέλιξη στο ισοζύγιο καυσίμων με διεύρυνση του ελλείμματος λόγω αύξησης των διεθνών τιμών θα έχει ευθεία επίπτωση στο ΑΕΠ.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, πέρσι οι εισαγωγές καυσίμων έφτασαν στα 20,4 δισ. και οι εξαγωγές στα 12,8 δισ. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο των καυσίμων ήταν 7,6 δισ. Αρκεί να αναφερθεί πως το 2022 – μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία – το ίδιο έλλειμμα είχε εκτιναχθεί στα 13,2 δισ., σχεδόν διπλάσιο δηλαδή από πέρσι, με τις εισαγωγές να έχουν απογειωθεί στα 30,8 δισ. και τις εξαγωγές να βρίσκονται στα 17,6 δισ.
Οποιαδήποτε αύξηση του ελλείμματος μειώνει αντίστοιχα το ΑΕΠ. Δηλαδή, αν έχουμε 5 δισ. αύξηση του ελλείμματος καυσίμων λόγω της κρίσης, αυτόματα χάνουμε 5 δισ. από το ΑΕΠ με ό,τι σημαίνει αυτό για την πορεία της ανάπτυξης…
Πληθωρισμός και κατανάλωση
Την ίδια στιγμή, η αύξηση της τιμής του πετρελαίου θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών των καυσίμων, κάτι που εκτιμάται πως θα αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό σε μια κρίσιμη στιγμή, κατά την οποία είχαμε σταθεροποίηση κοντά στο 2 % με 3 % στην Ελλάδα.
Νέα αναζωπύρωση του πληθωρισμού μπορεί να επηρεάσει την κατανάλωση, σε πραγματικούς ή ακόμη και ονομαστικούς όρους, επηρεάζοντας αρνητικά και την ανάπτυξη. Δηλαδή, οι πολίτες – καταναλωτές θα αγοράζουν με τα ίδια χρήματα λιγότερα προϊόντα, ενώ μπορεί να μειώσουν και τις δαπάνες τους – λόγω και της αυξημένης αβεβαιότητας – ψαλιδίζοντας ακόμη περισσότερο το επίπεδο της κατανάλωσης, που είναι βασική ατμομηχανή της ανάπτυξης.
Συνεπώς, μπορεί να δούμε επιβράδυνση της ανάπτυξης, ανάλογα και με το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση.
Επιπτώσεις στο δημοσιονομικό πλαίσιο και τις δαπάνες
Σημαντική παράμετρος στο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο είναι οι δαπάνες. Η αύξηση των τιμών των καυσίμων μπορεί με βεβαιότητα να οδηγήσει σε αύξηση μικρή ή μεγάλη των λειτουργικών δαπανών του κράτους, κάτι που θα επηρεάσει και τις υπόλοιπες δαπάνες, καθώς πλέον η καρδιά των νέων δημοσιονομικών κανόνων είναι οι πρωτογενείς δαπάνες και όχι τα πλεονάσματα.
Καθώς η κυβέρνηση θέλει να εξαγγείλει ένα φιλόδοξο πακέτο παροχών στη ΔΕΘ, με κόστος τουλάχιστον 1,5 δισ. ευρώ, οποιαδήποτε αύξηση των δαπανών μπορεί να επηρεάσει τον χώρο των μέτρων.
Στο μέτωπο των εσόδων, αυτό που θα κάνει τη διαφορά είναι ο τουρισμός και όχι τα έσοδα από το εσωτερικό. Στον τουρισμό θα φανεί αν στα έσοδα θα υπάρξει πίεση ή όχι. Και φυσικά, οποιοδήποτε disruption στις εφοδιαστικές αλυσίδες, λόγω και του κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, μπορεί να οδηγήσει σε ελλείψεις σε αγαθά και επιπλέον ανατιμήσεις.
Μια επιπλέον επίπτωση είναι η ενδεχόμενη αναβολή επενδυτικών αποφάσεων λόγω της αβεβαιότητας και του πολέμου.
Αντιστάθμισμα οι εφεδρείες της οικονομίας
Στην άλλη πλευρά, η ελληνική οικονομία έχει σημαντικές εφεδρείες και ασπίδες προστασίας, καθώς διαθέτει πάνω από 40 δισ. ταμειακά διαθέσιμα, όπως και μικρό spread ομολόγων, αφού το δημόσιο χρέος είναι ρυθμισμένο και σε κρατικά – κυρίως – χέρια.
Επίσης, το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο προβλέπει πως ακόμη και στις κρίσεις ξοδεύεις το ίδιο για να δώσεις αναπτυξιακή δυναμική, δηλαδή ακόμη κι αν έχεις ύφεση δεν χρειάζεται να λάβεις αντίμετρα. Μετράνε μόνο οι δαπάνες.