Στο 4ο Συμβούλιο Παρακολούθησης και Συντονισμού Αναπτυξιακών Παρεμβάσεων συμμετείχε σήμερα ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάσης Κοντογεώργης. Στην τοποθέτησή του συνεχάρη τον αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκο Παπαθανάση, καθώς και τη γενική γραμματέα ΕΣΠΑ, Βασιλική Παντελοπούλου, για την επιτυχημένη διαχείριση και παρακολούθηση του ΕΣΠΑ 2021-2027. Εξέφρασε επίσης τις ευχαριστίες του προς τους γενικούς γραμματείς των υπουργείων και τα στελέχη τους για τη σημαντική συμβολή τους.
Με αφορμή τη συμπλήρωση έξι ετών διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία, ο κ. Κοντογεώργης αναφέρθηκε στα σημαντικά βήματα προόδου που έχει κάνει η χώρα, χάρη στις προσπάθειες του ελληνικού λαού. Όπως υπογράμμισε, στους πολίτες αξίζει αναγνώριση για την ανθεκτικότητά τους. «Ανακτήσαμε την αυτοπεποίθηση και καλλιεργήσαμε μια ρεαλιστική ελπίδα, απαραίτητα στοιχεία για τη συνέχιση της πορείας μας», δήλωσε. Τόνισε δε τον στόχο της διπλής σύγκλισης, τόσο στη δημοσιονομική εξυγίανση και αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη, όσο και στη δίκαιη κατανομή του αναπτυξιακού μερίσματος.
Προτεραιότητες σε υγεία, παιδεία
Αναφερόμενος στο γεωπολιτικό περιβάλλον, επεσήμανε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διανύει μια περίοδο ασάφειας και ανασφάλειας, την ώρα που η Ελλάδα προσπαθεί να διαμορφώσει συνθήκες σταθερότητας για τους πολίτες. Η κυβέρνηση, όπως είπε, επιδιώκει βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών, με έμφαση στη δημόσια υγεία, την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, καθώς και την εκπαίδευση, ενώ αναβαθμίζει και τον διεθνή ρόλο της χώρας.
Παραμονή στον τόπο καταγωγής και μείωση ανισοτήτων
Όπως ανέφερε, η μέριμνα της κυβέρνησης είναι διττή: αφενός να προασπίσει το θεμελιώδες δικαίωμα κάθε πολίτη να παραμείνει, να δημιουργήσει και να αναπτυχθεί στον τόπο που γεννήθηκε, εφόσον το επιθυμεί· αφετέρου, να αντιμετωπιστούν διαπεριφερειακές, ενδοπεριφερειακές και ενδονομαρχιακές ανισότητες.
Ακολούθως, αναφέρθηκε στην επικαιροποίηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Περιφερειακή και Τοπική Ανάπτυξη, που εκπονεί η κυβέρνηση με ευρεία διαβούλευση με την τοπική αυτοδιοίκηση και τους περιφερειακούς φορείς. «Η στρατηγική ενσωματώνει το τοπικό αφήγημα, αλλά αναδεικνύει και τις εθνικές πολιτικές: τον συντονισμό χρηματοδοτικών εργαλείων, την ορεινότητα και νησιωτικότητα, το δημογραφικό, τη διαχείριση του νερού και τον χωρικό σχεδιασμό. Όμως, πρέπει να δούμε ρεαλιστικά τις συνθήκες στην περιφέρεια, γιατί η χώρα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ελληνική περιφέρεια».
Σύνδεση περιφερειακής πολιτικής με ευρωπαϊκές εξελίξεις
Στη συνέχεια, συνέδεσε τη στρατηγική περιφερειακού σχεδιασμού με τη διεθνή ευρωπαϊκή συζήτηση. «Θέλουμε περισσότερη ανταγωνιστικότητα, αλλά αυτή πρέπει να συνδυαστεί με πολιτικές συνοχής». Σύμφωνα με την έκθεση του Μάριο Ντράγκι, η ΕΕ χρειάζεται 800 δισ. ευρώ για επενδύσεις και 500 δισ. επιπλέον για άμυνα τα επόμενα χρόνια. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι κρίσιμη η συζήτηση για τον νέο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, που θα ολοκληρωθεί όταν η Ελλάδα αναλάβει την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ. «Πλέον, η χρηματοδότηση μετατοπίζεται από προγράμματα σε πολιτικές που υπηρετούν τις ευρύτερες ενωσιακές προτεραιότητες. Η σύγκλιση είναι για εμάς αναπόσπαστο κομμάτι της ανταγωνιστικότητας».
Μεταρρυθμίσεις από την περιφέρεια προς το κέντρο
Ο υφυπουργός τόνισε την ανάγκη για ένα εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, βασισμένο στη συνεργασία κράτους και αυτοδιοίκησης, αξιοποιώντας την εμπειρία από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. «Ο εθνικός προϋπολογισμός δεν αρκεί για να καλύψει τις προκλήσεις του μέλλοντος. Το σχέδιο δεν μπορεί να συνταχθεί σε ένα γραφείο στην Αθήνα. Οφείλει να αποτυπώσει τις διαφορετικές απόψεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να προωθήσει τα εθνικά συμφέροντα, που ταυτίζονται με τα ευρωπαϊκά: υποδομές, νερό, κλιματική κρίση, δημογραφικό, άμυνα, ενέργεια, ανταγωνιστικότητα και μεταναστευτικό».
Ο κ. Κοντογεώργης έκλεισε την ομιλία του συμπυκνώνοντας το σχέδιο της κυβέρνησης για περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και τοπική ευημερία, με στόχο την ουσιαστική αποκέντρωση ανθρώπινου κεφαλαίου. «Το όραμά μας είναι μια χώρα όπου κάθε περιφέρεια έχει τη δική της ταυτότητα, δυναμική και ευκαιρίες. Μια χώρα όπου η ανάπτυξη δεν σημαίνει εγκατάλειψη της παραδοσιακής δομής, αλλά υποβοήθησή της να προσαρμοστεί και να ανθίσει στη σύγχρονη εποχή».