Το πακέτο φοροελαφρύνσεων που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, από το βήμα της ΔΕΘ είναι θετικό για το αξιόχρεο της Ελλάδας καθώς αποσκοπεί στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, το οποία αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για τη μακραπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας της, αναφέρει ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody's.
Ο αμερικανικό οίκος, ο οποίος θα ανακοινώσει την Παρασκευή τη νέα αξιολόγησή του για την ελληνική οικονομία, σημειώνει ωστόσο ότι μένει να φανεί αν τα μέτρα αυτά θα είναι αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση των δημογραφικών πιέσεων, εκφράζοντας την άποψη ότι αυτές πιθανόν θα συνεχισθούν λόγω του κόστους στέγασης και των ευκαιριών που δίνει η αγορά εργασίας.
Τι αναφέρει ο Moody's
Στις 6 Σεπτεμβρίου, η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα φορολογικό πακέτο με ετήσιο δημοσιονομικό κόστος περίπου 1,6 δισ. ευρώ (0,6% του ΑΕΠ) που θα εφαρμοστεί σταδιακά από το 2026.
Εστιάζοντας την υποστήριξή του στις οικογένειες και τους νέους εργαζόμενους, το πακέτο μόνιμων φορολογικών μειώσεων στοχεύει στην αντιμετώπιση μιας από τις κύριες μακροπρόθεσμες προκλήσεις της Ελλάδας για την ανάπτυξη, δηλαδή τη μείωση και τη γήρανση του πληθυσμού.
Αν και το πακέτο είναι θετικό για την πιστοληπτική ικανότητα, παραμένει να δούμε αν η φορολογική ελάφρυνση θα είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των δημογραφικών πιέσεων, επηρεάζοντας σημαντικά το χαμηλό ποσοστό γονιμότητας της χώρας και τις αποφάσεις των Ελλήνων για μετανάστευση.
Αν και τα μέτρα αυξάνουν το διαθέσιμο εισόδημα, διαρθρωτικοί παράγοντες όπως οι ευκαιρίες στην αγορά εργασίας και το κόστος στέγασης θα συνεχίσουν πιθανώς να επηρεάζουν αρνητικά τη δημιουργία οικογενειών και να αποθαρρύνουν την επιστροφή των μεταναστών.
Η κυβέρνηση θα χρηματοδοτήσει το πακέτο με την υπέρβαση των φορολογικών εσόδων, η οποία θα προέλθει από διαρθρωτικές βελτιώσεις στη φορολογική συμμόρφωση. Οι προσπάθειες καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ψηφιοποίησης απέφεραν περίπου 2 δισ. ευρώ (0,8% του ΑΕΠ) σε πρόσθετα φορολογικά έσοδα το 2024.
Αυτά τα κέρδη, μαζί με τις ευρύτερες βελτιώσεις στη φορολογική διοίκηση από το 2019, στήριξαν τα πρωτογενή πλεονάσματα που ξεπέρασαν τις προσδοκίες το 2023-24.
Στο πλαίσιο του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού σχεδίου της, η κυβέρνηση προτίθεται να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 2%-2,5% του ΑΕΠ έως το 2028, επαρκές για να στηρίξει τη σταδιακή μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας (154% στο τέλος του 2024), παρά το δημοσιονομικό κόστος των νέων μέτρων.
Οι δημογραφικές πιέσεις αποτελούν σημαντικό εμπόδιο για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της Ελλάδας. Ο πληθυσμός μειώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, αντανακλώντας ένα επίμονα χαμηλό ποσοστό γονιμότητας, 1,3 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2023, και σημαντική μετανάστευση πολιτών σε ηλικία εργασίας κατά τη διάρκεια και μετά την κρίση του δημόσιου χρέους της περιόδου 2009-18.
Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής επιταχύνει το ρυθμό γήρανσης του πληθυσμού, αυξάνοντας τον δείκτη εξάρτησης των ηλικιωμένων, ο οποίος, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα αυξηθεί στο 61 % έως το 2040 από 39 % το 2022.
Αυτές οι δυναμικές θα περιορίσουν την προσφορά εργασίας, θα επιβαρύνουν το δυνητικό προϊόν και θα αυξήσουν το δημοσιονομικό κόστος. Σε αυτό το πλαίσιο, το φορολογικό πακέτο
αποσκοπεί στην ενθάρρυνση της αύξησης της γονιμότητας, στη διατήρηση και προσέλκυση νεότερων εργαζομένων και στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών σε υποπληθυσμένες
περιοχές.
Το φορολογικό πακέτο επικεντρώνεται σε μείωση κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες των συντελεστών φόρου εισοδήματος για εισοδήματα μεταξύ 10.000 και 40.000 ευρώ και σε μείωση κατά πέντε
ποσοστιαίες μονάδες για την κλίμακα 40.000-60.000 ευρώ, παράλληλα με μεγαλύτερη ελάφρυνση για τις οικογένειες και τους νεότερους εργαζομένους.
Στην κλίμακα των 10.000-20.000 ευρώ, οι φορολογικοί συντελεστές μειώνονται με κάθε επιπλέον παιδί. Τα νοικοκυριά με τέσσερα ή περισσότερα παιδιά δεν θα πληρώνουν φόρο για εισοδήματα έως
20.000 ευρώ.
Οι εργαζόμενοι κάτω των 25 ετών με εισόδημα έως 20.000 ευρώ θα εξαιρούνται επίσης, με μειωμένο συντελεστή για όσους είναι ηλικίας 26-30 ετών.
Πρόσθετες διατάξεις περιλαμβάνουν χαμηλότερους συντελεστές φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) στα μικρά νησιά, σταδιακές μειώσεις του φόρου ακίνητης περιουσίας για αγροτικές περιοχές και αυξήσεις των συντάξεων από το 2026, συνοδευόμενες από προσαρμογές των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων.
Η κυβέρνηση εκτιμά το δημοσιονομικό κόστος σε 1,2 δισ. ευρώ (0,5% του ΑΕΠ) το 2026, 1,6 δισ. ευρώ (0,6% του ΑΕΠ) το 2027 και περίπου 1,5 δισ. ευρώ ετησίως στη συνέχεια.
Η βραχυπρόθεσμη μακροοικονομική επίδραση θα είναι περιορισμένη, καθώς οι αλλαγές θα ισχύουν μόνο από το 2026. Από το έτος αυτό, το διαθέσιμο εισόδημα των νεότερων ηλικιακών ομάδων και των οικογενειών θα αυξηθεί, παρέχοντας μέτρια στήριξη στην ιδιωτική κατανάλωση και στην προσφορά εργασίας.
Η φορολογική μεταρρύθμιση ακολουθεί τα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα που ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο του 2025, τα οποία περιλάμβαναν στοχευμένη επιδότηση ενοικίου, στήριξη των συνταξιούχων με χαμηλό εισόδημα και αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, με κόστος 1,1 δισ. ευρώ (0,4 % του ΑΕΠ) το 2025.
Ο χρονισμός αυτών των δημοσιονομικών πακέτων, πριν από τις κοινοβουλευτικές εκλογές που θα διεξαχθούν τον Ιούλιο του 2027, αντανακλά μια πολιτική διάσταση: τα διαρκή πρωτογενή
πλεονάσματα παρέχουν περιθώρια για μέτρα ανακούφισης, ενώ η πίεση για μετατροπή της δημοσιονομικής υπεραπόδοσης σε φορολογικές μειώσεις και μεταβιβάσεις είναι πιθανό να
αυξηθεί.
Η διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας σε αυτό το πλαίσιο θα είναι καθοριστικής σημασίας για τη στήριξη της πιστωτικής ισχύος.