Το 2026 εξελίσσεται σε μία από τις πιο απαιτητικές φορολογικές χρονιές της τελευταίας δεκαετίας, καθώς το οικονομικό επιτελείο έχει εγγράψει στον προϋπολογισμό στόχο είσπραξης 73,48 δισ. ευρώ από φόρους. Το ποσό αυτό είναι αυξημένο κατά σχεδόν 2,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2025, παρά το γεγονός ότι από τον Ιανουάριο τίθενται σε ισχύ νέες φοροελαφρύνσεις: η αναμόρφωση της κλίμακας φορολογίας εισοδήματος, η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης, το 50% «κούρεμα» του ΕΝΦΙΑ σε μικρούς οικισμούς και η μείωση ΦΠΑ κατά 30% σε ακριτικά νησιά.
Οι αυξημένες εισπράξεις οφείλονται κυρίως στη μεγαλύτερη οικονομική δραστηριότητα που προβλέπεται για το 2026, στην άνοδο των μισθών και των κερδών των επιχειρήσεων, καθώς και στην υψηλή καταναλωτική δαπάνη που διατηρεί την απόδοση του ΦΠΑ. Το ποσό των 73,48 δισ. ευρώ μεταφράζεται σε μηνιαία έσοδα άνω των 6,1 δισ. ευρώ, ποσό που αποτελεί έναν από τους υψηλότερους μηνιαίους στόχους από την έναρξη της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Το δεύτερο εξάμηνο «φορτώνει» τον λογαριασμό
Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι περισσότερες από τις μισές ετήσιες εισπράξεις συγκεντρώνονται στο δεύτερο εξάμηνο. Συνολικά 40,68 δισ. ευρώ αναμένονται μετά τον Ιούλιο, ενώ το πρώτο εξάμηνο περιορίζεται στα 32,79 δισ. ευρώ. Η διαφορά αυτή δεν είναι τυχαία: μετά τα μέσα της χρονιάς ξεκινούν οι βασικές φορολογικές επιβαρύνσεις για εκατομμύρια πολίτες.
Ο Ιούλιος αναδεικνύεται στον «βασιλιά των φόρων». Εκείνο το μήνα ο προϋπολογισμός υπολογίζει εισπράξεις 8,56 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο κατά 60% συγκριτικά με έναν μέσο μήνα. Η εκτίναξη αυτή οφείλεται κυρίως στην πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, αλλά και στη συγκυρία πληρωμής υποχρεώσεων που μεταφέρονται από το πρώτο εξάμηνο.
Από τον Σεπτέμβριο και μετά, οι πολίτες θα βρίσκονται σε συνεχή φορολογικό κύκλο: δόσεις φόρου εισοδήματος, πληρωμές ΕΝΦΙΑ, τρέχουσες οφειλές ΦΠΑ για επιχειρήσεις και επαγγελματίες, καθώς και συσσωρευμένες υποχρεώσεις για τους μήνες με αυξημένη οικονομική κίνηση.
ΦΠΑ και φόρος εισοδήματος ο βασικός κορμός των εσόδων
Ο ΦΠΑ παραμένει η «ατμομηχανή» των εσόδων. Στα 29,23 δισ. ευρώ προβλέπονται να ανέλθουν οι εισπράξεις από τον φόρο προστιθέμενης αξίας, παρουσιάζοντας αύξηση 1,6 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2025. Η άνοδος αυτή αντανακλά τόσο την αύξηση των τιμών όσο και την ενίσχυση της κατανάλωσης. Στο ίδιο πλαίσιο κινούνται και οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης, με προβλεπόμενα έσοδα 7,46 δισ. ευρώ.
Ο φόρος εισοδήματος συνολικά φτάνει τα 26,76 δισ. ευρώ. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εσωτερική κατανομή: – Στα φυσικά πρόσωπα προβλέπεται μικρή μείωση εσόδων, κάτι που σχετίζεται με τις φορολογικές ελαφρύνσεις της νέας κλίμακας. Παρά την αύξηση των μισθών και το υψηλότερο επίπεδο αποδοχών, οι ελαφρύνσεις «καλύπτουν» μέρος της αναμενόμενης αύξησης των εισοδημάτων. – Αντίθετα, στα νομικά πρόσωπα οι εισπράξεις αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά, στα 8,58 δισ. ευρώ. Η άνοδος των εταιρικών κερδών, η ομαλοποίηση των ισολογισμών μετά τις κρίσεις της προηγούμενης δεκαετίας και η ισχυρή εταιρική κερδοφορία οδηγούν σε μεγαλύτερη φορολογική βάση.
Μείωση στα έσοδα από ακίνητα – Αυξήσεις σε άλλες κατηγορίες
Τα έσοδα από τους τακτικούς φόρους ακίνητης περιουσίας υποχωρούν στα 2,33 δισ. ευρώ, διαμορφώνοντας μια μικρή μείωση κατά 83 εκατ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της διαφοράς οφείλεται στις ελαφρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ για μικρούς οικισμούς. Το φορολογικό αποτύπωμα της ακίνητης περιουσίας παραμένει σημαντικό, αλλά δεν αυξάνεται με τον ρυθμό άλλων κατηγοριών.
Στους λοιπούς φόρους, αξιοσημείωτη είναι η αύξηση κατά 155 εκατ. ευρώ στα έσοδα από τους φόρους επί της παραγωγής. Εδώ περιλαμβάνονται και ποσά από κέρδη της Τράπεζας της Ελλάδος, που μεταφέρονται στο Δημόσιο. Αντίθετα, οι φόροι κεφαλαίου παραμένουν αμετάβλητοι, ενώ στους δασμούς εισαγωγών προβλέπεται μικρή αύξηση.
Γιατί οι εισπράξεις αυξάνονται παρά τις φοροελαφρύνσεις
Το 2026 δεν χαρακτηρίζεται τόσο από περιοριστικές φορολογικές παρεμβάσεις όσο από προσδοκίες για υψηλότερη οικονομική δραστηριότητα. Οι ελαφρύνσεις λειτουργούν αντισταθμιστικά, αλλά δεν αρκούν να περιορίσουν τον συνολικό λογαριασμό.
Το υπουργείο Οικονομικών προσδοκά: υψηλότερο ΑΕΠ, – άνοδο μισθών και κατώτατου μισθού, – ενίσχυση της κατανάλωσης, – αύξηση των εταιρικών κερδών, – διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσα από την ψηφιακή παρακολούθηση συναλλαγών.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι φορολογούμενοι και οι επιχειρήσεις θα βρεθούν αντιμέτωποι με μια χρονιά όπου, παρά την εφαρμογή νέων ευνοϊκών μέτρων, οι συνολικές τους υποχρεώσεις θα είναι αυξημένες.
Το 2026 λειτουργεί ως «τεστ αντοχής» για τη φορολογική διοίκηση αλλά και για τους ίδιους τους φορολογούμενους. Ο φιλόδοξος στόχος των 73 δισ. ευρώ καθιστά αναγκαία την ομαλή ροή πληρωμών καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς, καθώς και την επιτυχία των ρυθμίσεων που στοχεύουν στη βελτίωση της εισπραξιμότητας. Το αν το ισοζύγιο θα αποδειχθεί ισορροπημένο για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα φανεί μέσα στο έτος, καθώς η οικονομία περνά σε μια κρίσιμη φάση μεταρρυθμίσεων και υψηλών προσδοκιών.