Νέα

OPINIONS

Μ. Βασιλειάδης: Σπουδαιότητα του Πυλώνα Ενέργειας - Πράσινης μετάβασης και μεσοπρόθεσμες προοπτικές στην Ελλάδα

Εγχωρίως, από το πρώτο Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής (ΠΟΠ) το 2010, η ελληνική οικονομία εισήλθε σε μια διαδικασία μετασχηματισμού του αναπτυξιακού της προτύπου η οποία υπερέβαινε την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών ανισορροπιών που οδήγησαν στο ΠΟΠ, με μεταρρυθμίσεις σε αγορές του ιδιωτικού τομέα, όπως επίσης στη διάρθρωση και λειτουργία του δημόσιου τομέα.

Στόχοι των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες συνεχίζονται κατόπιν των τριών προγραμμάτων, είναι πρωτίστως η ενθάρρυνση των επενδύσεων στην ελληνική οικονομία και η ενίσχυση των εξαγωγών, προκειμένου αφενός να περιοριστεί η υψηλή εξάρτηση του ΑΕΠ από την εγχώρια κατανάλωση, αφετέρου η ανάπτυξη να έχει χαρακτηριστικά διατηρησιμότητας και αειφορίας.

Η Eurobank προωθεί τον διάλογο προς τις συγκεκριμένες κατευθύνσεις με σειρά πρωτοβουλιών. Τον Δεκέμβριο του 2022, με τη μελέτη «Το Αναδυόμενο Μοντέλο Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας», αναδείξαμε 5 πυλώνες δραστηριότητας που έχουν δυναμικές προοπτικές και εκδηλωμένο επενδυτικό ενδιαφέρον: ενέργεια - πράσινη μετάβαση, υποδομές & ακίνητα, τηλεπικοινωνίες & ψηφιακή αναβάθμιση, τουρισμός, βιομηχανία. Στις 10 Ιουνίου εκδώσαμε την πρώτη από τη σειρά των σχετικών κλαδικών μελετών για τον Πυλώνα Ενέργειας – Πράσινης Μετάβασης.

Η ενέργεια είχε ανέκαθεν κεντρική σημασία για την ανάπτυξη, καθώς αποτελεί εισροή σε όλες τις παραγωγικές διαδικασίες, ενώ είναι βασικό αγαθό για τα νοικοκυριά. Η σημασία του κλάδου ενισχύθηκε περαιτέρω στο πλαίσιο των διεθνών προσπαθειών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Με αφετηρία την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής το 2006, η Ευρώπη διανύει μια μακρά περίοδο μετασχηματισμού του ενεργειακού της μείγματος στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, καθώς και για τις μετακινήσεις – μεταφορές, με βασικό γνώμονα τη σταδιακή μετατόπιση από τα στερεά ορυκτά καύσιμα (λιγνίτης, πετρέλαιο) και την πυρηνική ενέργεια, αρχικά στο φυσικό αέριο ως μεταβατικό καύσιμο, με τελικό προορισμό τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (Green Deal), σε συνδυασμό με εθνικές στρατηγικές (Ελλάδα 2.0, ΕΣΠΑ 2021-2027, Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) διαμόρφωσαν τον οδικό χάρτη για μια δίκαιη και συμπεριληπτική ενεργειακή μετάβαση, με μεταρρυθμίσεις και χρηματοδοτικά προγράμματα. Μέσω αυτών των στρατηγικών υποστηρίζονται ήδη επενδύσεις σημαντικής κλίμακας για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, σε αναβαθμίσεις δικτύων μεταφοράς ενεργειακών προϊόντων, για επέκταση δυνατοτήτων αποθήκευσης ενέργειας, βελτίωση ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων (π.χ. οι δράσεις «Εξοικονομώ»), ανάπτυξη συνθετικών «πράσινων» καυσίμων κ.ά.

Η συμβολή του Πυλώνα Ενέργειας – Πράσινης Μετάβασης στο ΑΕΠ στην Ελλάδα αυξάνεται διαχρονικά, από 1,04% το 2008 σε 3,57% το 2020, παρουσιάζοντας δυναμική και ανθεκτικότητα στις δυσμενείς συνθήκες της εγχώριας κρίσης χρέους. Επίσης, ο πυλώνας συνεισέφερε μεταξύ 3,13%-3,53% του ΑΕΠ ετησίως σε φορολογικά έσοδα από το ΦΠΑ και τον ΕΦΚ στα έτη 2017-2022.

Στην πλευρά της εγχώριας ζήτησης ενέργειας, η κατανάλωση παρουσιάζει υψηλό βαθμό εξάρτησης από εισαγωγές, κυρίως σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, με το δεύτερο καύσιμο να υποκαθιστά σταδιακά τον εγχώριο λιγνίτη στον κλάδο ηλεκτροπαραγωγής. Ο ρόλος του πετρελαίου υποχωρεί βραδύτερα, π.χ. μέσω της διασύνδεσης όλο και περισσότερων νησιών στο ηπειρωτικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και της κατάργησης σε αυτά των μονάδων παραγωγής με πετρέλαιο. Η μείωση της χρήσης αυτών των συμβατικών πηγών ενέργειας έχει επιδράσει περιοριστικά στο δείκτη ενεργειακής έντασης και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, που υποχωρούν από το 2018, παρότι ο πρώτος εκ των δεικτών βρίσκεται από το 2017 στην Ελλάδα ελαφρώς υψηλότερα από το μέσο όρο στην ΕΕ.

Ο κλάδος των μεταφορών πραγματοποιεί το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης ενέργειας διαχρονικά, με μέσο μερίδιο άνω του 35%, ενώ ακολουθούν τα νοικοκυριά από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, με μερίδιο μεταξύ 25-30%, ξεπερνώντας τον τομέα της βιομηχανίας περιλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας, ο οποίος παρουσίασε τη μεγαλύτερη πτώση μεριδίου μεταξύ των βασικών τομέων στην εικοσαετία 1990 - 2009, αντανακλώντας την αποβιομηχάνιση της χώρας. Στον αντίποδα, τη μεγαλύτερη αύξηση μεριδίου τα τελευταία τριάντα χρόνια παρουσιάζουν οι υπηρεσίες, με σταθεροποίησή του από το 2017 στην περιοχή του 13-14%, έναντι μόλις 5% το 1990.

Ως προς τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές του πυλώνα στην Ελλάδα, η στρατηγική γεωγραφική θέση της χώρας μας ευνοεί την εξέλιξή της σε κόμβο (hub) για τη διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην Κεντρική Ευρώπη. Άλλωστε, για την εμβάθυνση εφαρμογής του Υποδείγματος Στόχου της ΕΕ για τον κλάδο της Ενέργειας (Target Model) εγχωρίως, είναι απαραίτητη η αύξηση των διασυνδέσεων με άλλες αγορές-χώρες (market coupling), που θα εξυπηρετήσει τους βασικούς στόχους του υποδείγματος, δηλαδή την ενίσχυση της διαθέσιμης ρευστότητας, τη συμμετοχή των ΑΠΕ στο διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας και τον περιορισμό των αναγκών σε εφεδρείες παραγωγής, που συνεπάγονται υψηλότερο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας. 

Οι υλοποιούμενες και αναμενόμενες επενδύσεις εγχωρίως σε μονάδες αεριοποίησης, φύλαξης υγροποιημένου φυσικού αερίου και ηλεκτροπαραγωγής, με ΑΠΕ καθώς και σύγχρονες, καθαρές τεχνολογίες μη ανανεώσιμων καυσίμων (π.χ. CCGTs) θα συμβάλλουν στους στόχους της ενεργειακής θωράκισης και εξοικονόμησης του σχεδίου RePowerEU της ΕΕ, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία.

Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και πηγές ενημέρωσης, αναμένεται να υλοποιηθούν στην Ελλάδα την περίοδο 2023-2030 μεγάλα επενδυτικά έργα στον πυλώνα συνολικής αξίας τουλάχιστον €10,25 δισ., χάρη και στις δυνατότητες του ΤΑΑ.

Στην πρόσφατη μελέτη της Eurobank για τον Πυλώνα Ενέργειας – Πράσινης Μετάβασης εκτιμήθηκε πως η υλοποίηση αυτών των επενδύσεων θα αποφέρει €19,94 δισ. περισσότερη προστιθέμενη αξία στην οικονομία, δηλαδή 1,9 φορές την αξία τους. Ανάλογα με το βαθμό διείσδυσης των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2030, που θα υποκαταστήσουν εισαγωγές ενεργειακών πόρων, εκτιμήθηκε βελτίωση του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών ετησίως μεταξύ €458,5-€542,9 εκατ., παρά την αναμενόμενη αύξηση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας κατά περίπου 5,8% έως το 2030 έναντι του 2021. Μέσο-μακροπρόθεσμα, όταν θα έχει ολοκληρωθεί και θα αρχίσει να αποδίδει ένα σημαντικό τμήμα των επενδύσεων σε «πράσινες» τεχνολογίες, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα υποχωρήσουν σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα από τα τρέχοντα.

Η μελέτη επίσης περιλαμβάνει ένα πλέγμα πολιτικών για τον Πυλώνα Ενέργειας – Πράσινης Μετάβασης, μεταξύ των οποίων τη διεύρυνση χρήσης μακροχρόνιων συμβάσεων  προμήθειας «πράσινης» ενέργειας από επιχειρήσεις (PPAs), την αξιοποίηση των δυνατοτήτων από την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Προσωρινού Πλαισίου Κρατικών Ενισχύσεων (TCTF) τον Μάρτιο του 2023 για τη στήριξη επιχειρήσεων του πυλώνα και ευρύτερα, του τομέα της βιομηχανίας, την αξιοποίηση και άλλων ΑΠΕ (γεωθερμία, κυματική ενέργεια, μικρές ανεμογεννήτριες), αλλά και το συστηματικότερο σχεδιασμό για την ανάπτυξη των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.

*Ο Μιχάλης Βασιλειάδης είναι Ερευνητής Οικονομολόγος στη Eurobank Research

Ημερησία στο Google News Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!

Διαβάστε επίσης:

  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς

Newsletter

Η ημέρα ξεκινάει εδώ. Το imerisia.gr ετοιμάζει το δικό του newsletter. Κάντε εγγραφή εδώ για να είστε οι πρώτοι που θα λαμβάνετε όλες τις οικονομικές ειδήσεις της ημέρας.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ - ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΓΙΑ OPINIONS

Περισσότερα