Το ιστορικό μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά, το αρχαιότερο συνεχώς λειτουργούν Mοναστήρι στον κόσμο, βρέθηκε στο επίκεντρο μιας κρίσιμης νομικής και διπλωματικής διαμάχης μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, μετά από πρόσφατη απόφαση αιγυπτιακού δικαστηρίου. Ωστόσο, μετά τη χθεσινή συνάντηση στην Αθήνα των υπουργών Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη και Μπαντρ Αμπντελάτι, η Ελλάδα και η Αίγυπτος έσπευσαν να ανακοινώσουν ότι επίκειται συμφωνία που διασφαλίζει την πνευματική αξία του Μοναστηριού και την απρόσκοπτη θρησκευτική του λειτουργία.
Η απόφαση που προκάλεσε αναταράξεις
Η πιο πρόσφατη κρίση περί το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά ξεκίνησε στις 28 Μαΐου 2025, όταν δικαστήριο στην Αίγυπτο αποφάνθηκε πως τα εδαφικά δικαιώματα του Μοναστηριού μεταφέρονται στο αιγυπτιακό δημόσιο, ενώ ταυτόχρονα περιορίστηκε η εκκλησιαστική χρήση της γης σε απλή χρήση και όχι ιδιοκτησία. Η απόφαση περιελάμβανε κήρυξη αποβολής των μοναχών από εκτάσεις όπως αμπελουργικές περιοχές και κήπους εντός του περιβόλου του Μοναστηριού.
Η είδηση πυροδότησε έντονη αντίδραση μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία αλλά και στην ελληνική κοινωνία: Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος χαρακτήρισε την εξέλιξη «πραγματική απειλή για την επιβίωση του φωτεινού φάρου της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού», ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος τόνισε πως «αυτές οι δικαστικές κινήσεις βλάπτουν την ελευθερία της θρησκείας και την ιστορία του τόπου».
Διπλωματικές διαβεβαιώσεις και συνεννόηση
Στις 4 Ιουνίου 2025, κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα, ο Αιγύπτιος υπουργός Εξωτερικών Μπαντρ Αμπντελάτι διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για αναστολή λειτουργίας ή απομάκρυνση των μοναχών, καθώς και ότι το καθεστώς του Μοναστηριού θα διατηρηθεί στην ίδια κατάσταση, όπως ήταν και έως τότε.
Την επόμενη ημέρα, κατά τη συνάντησή του με τον Έλληνα ομόλογό του, Γιώργο Γεραπετρίτη, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να προχωρήσουν σε διασφάλιση και νομιμοποίηση της νομικής και πνευματικής υπόστασης του Μοναστηριού, εντός του πλαισίου της μακραίωνης ιστορικής και θρησκευτικής παράδοσης.
Η διχοτομική δικαστική απόφαση, εκτός από διμερή πολιτική κρίση, εγείρει ευρύτερες ανησυχίες. Το «Great Transfiguration Project», μεγάλο αναπτυξιακό σχέδιο που εποπτεύει ο ίδιος ο Αιγύπτιος πρόεδρος, προβλέπει κατασκευή ξενοδοχείων, νέες οδικές υποδομές και επέκταση του αεροδρομίου κοντά στο Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης, ενέργειες που έχουν πυροδοτήσει οξεία κριτική από την UNESCO και άλλους διεθνείς οργανισμούς, λόγω των κινδύνων για καταστροφή του πολιτιστικού τοπίου και για παρεμπόδιση της λειτουργίας της Μονής στο καθαρά θρησκευτικό πεδίο.
Οι αντιδράσεις της Εκκλησίας και η ελληνική στάση
Αρκετοί ηγέτες της Ορθόδοξης Εκκλησίας και διεθνή σώματα κατήγγειλαν ότι η απόφαση αυτή του Καΐρου υποσκάπτει την πολυεπίπεδη πολιτισμική, θρησκευτική και πνευματική αξία του Μοναστηριού, μετατρέποντας τους μοναχούς σε «χρήστες χωρίς ιδιοκτησία».
Η ελληνική κυβέρνηση, παρά την αρχική ανησυχία, κινητοποιήθηκε γρήγορα και σε υψηλό επίπεδο. Ο εκπρόσωπος Τύπου, Παύλος Μαρινάκης, ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα προσβλέπει στην πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας για την προστασία του Μοναστηριού, όπως συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο χωρών.
Παράλληλα, παρά την πίεση, η διπλωματική αντίδραση φαίνεται να έχει προληπτικό και συμβολικό χαρακτήρα, θέτοντας ως ρητή προτεραιότητα τη διαφύλαξη της θρησκευτικής και ιστορικής ταυτότητας του ελληνόφωνου μοναστηριακού χαρακτήρα του τόπου.
Συμβολισμός και προκλήσεις στην εφαρμογή
Η διπλωματική συμφωνία Ελλάδας και Αιγύπτου αναδεικνύει μια επιχείρηση διαχείρισης κρίσης με υψηλό συμβολισμό. Με δεδομένη την ιστορική αξία της Μονής — τη βιβλιοθήκη της, τους χειρόγραφους κώδικες, την παράδοση λειτουργίας από τον 6ο αιώνα — η ελληνική στάση αποσκοπεί όχι σε μονομερή υπεράσπιση, αλλά σε συνδιαχείριση με την αιγυπτιακή πολιτεία. Παράλληλα, δείχνει για ακόμα μια φορά και το μοντέλο εξωτερικής πολιτικής που ενσαρκώνει ο Γιώργος Γεραπετρίτης, δηλαδή της αθόρυβης και χωρίς τυμπανοκρουσίες διπλωματικής δουλειάς, προκειμένου να λειανθούν τυχόν διαφορές και όσοι παράγοντες εμπλέκονται σε μια διπλωματική κρίση να βρουν τελικά κοινό πεδίο συνεννόησης.
Παρά ταύτα, οι δικαστικές εξελίξεις και οι πολιτικές προθέσεις που χαρακτήρισαν την αμφισβήτηση της ιδιοκτησιακής υπόστασης της Μονής αφήνουν παρακαταθήκη: Η επικείμενη συμφωνία προστασίας θα κριθεί από την εφαρμογή της και όχι μόνο από τη ρητορική των πολιτικών.