Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής αξιοποιεί τις ημέρες της καλοκαιρινής ανάπαυλας προκειμένου να σχεδιάσει την πολιτική του αντεπίθεση αμέσως μετά την επιστροφή των αδειούχων του Αυγούστου, επιχειρώντας να εδραιώσει τον ρόλο του ως κύριας αντιπολιτευτικής δύναμης έναντι της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η στρατηγική που ακολουθεί ο Νίκος Ανδρουλάκης κινείται σε τρία βασικά επίπεδα: σκληρή θεσμική αντιπολίτευση, στόχευση στο Κέντρο και προσπάθεια αποκόμισης πολιτικού οφέλους από τα διαδοχικά πλήγματα στην κυβερνητική αξιοπιστία.
Στο επίκεντρο η υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ
Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ αποτέλεσε την ευκαιρία που αναζητούσε η Χαριλάου Τρικούπη για να θέσει το δικό της αποτύπωμα στην πολιτική ατζέντα αυτής της περιόδου. Όχι μόνο έφερε την υπόθεση στη δημοσιότητα, αλλά και πρωτοστάτησε στη συζήτηση για την αναζήτηση πολιτικών ευθυνών. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επιμένει ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να συγκαλύψει, να μεταθέσει ευθύνες και να παρακάμψει τη Δικαιοσύνη, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την επιστολική ψήφο στη Βουλή, μέθοδο που, κατά τον ίδιο, χρησιμοποιήθηκε για να καλυφθούν οι Υπουργοί Βορίδης και Αυγενάκης και που δείχνει ότι το Μαξίμου δεν εμπιστεύεται τους βουλευτές του.
Πέρα από την υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κ. Ανδρουλάκης φροντίζει να ενισχύει το αφήγημα της θεσμικής σοβαρότητας και της πολιτικής αξιοπιστίας, εκμεταλλευόμενος τη φθορά που συσσωρεύει η κυβέρνηση μετά έξι χρόνια διακυβέρνησης και την κούραση που εμφανίζεται στην κοινοβουλευτική της πλειοψηφία. Η δημοσκοπική σταθεροποίηση του ΠΑΣΟΚ σε ποσοστά άνω του 12%-13% και η παράλληλη καθήλωση ή αδυναμία ανάκαμψης του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την περαιτέρω ενίσχυση του κόμματος στον χώρο του Κέντρου.
Στόχευση στο Κέντρο και ρήξη με τον λαϊκισμό
Η Χαριλάου Τρικούπη στοχεύει μεθοδικά σε ένα κοινό: στους μετριοπαθείς, ευρωπαϊστές, προοδευτικούς ψηφοφόρους, οι οποίοι δεν επιθυμούν επιστροφή στον λαϊκισμό, αλλά δυσανασχετούν πλέον και με τον τεχνοκρατικό αυταρχισμό της κυβέρνησης. Επικοινωνιακά, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ συγκροτούν ένα εν μέρει ανανεωμένο πολωτικό δίδυμο: η μεν κυβέρνηση εμφανίζει τον Ανδρουλάκη ως άπειρο και αναξιόπιστο, το δε ΠΑΣΟΚ παρουσιάζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως απομονωμένο, ανασφαλή και όμηρο των σκανδάλων που πλήττουν την κυβέρνησή του.
Παράλληλα, το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να προλάβει μια πιθανή ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ ή τις πολιτικές συνέπειες της αναμενόμενης επαναδραστηριοποίησης του Αλέξη Τσίπρα. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν επιθυμεί να εκληφθεί ως «συγκοινωνούν δοχείο» με τον χώρο που κάλυπτε παλαιότερα ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το κόμμα φροντίζει να διατηρεί προσεκτικά τις αποστάσεις τόσο από την Πλεύση Ελευθερίας όσο και από τα άλλα κόμματα της Αριστεράς. Όσο το ΠΑΣΟΚ καταφέρνει να καλλιεργεί τον ρόλο του ως σοβαρής, υπεύθυνης, αλλά ταυτόχρονα μαχητικής δύναμης απέναντι στην κυβέρνηση, τόσο ο κίνδυνος του συμψηφισμού με τα αποτελέσματα των αναμενόμενων διεργασιών στην Αριστερά, υποχωρεί.
Η ΔΕΘ ως αφετηρία εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης
Εν όψει της ΔΕΘ, το ΠΑΣΟΚ προετοιμάζει την πλήρη ανάπτυξη του εναλλακτικού κυβερνητικού του προγράμματος, επενδύοντας σε τομείς όπως η ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, η πράσινη μετάβαση, η αγροτική ανάπτυξη και η στήριξη της νέας γενιάς. Ο Νίκος Ανδρουλάκης αναμένεται να υπογραμμίσει την προσήλωση στους θεσμούς, την ειλικρίνεια και τον ρεαλισμό ως βασικά χαρακτηριστικά του ΠΑΣΟΚ, σε αντίθεση τόσο με τον αυταρχισμό της ΝΔ όσο και με τον καταγγελτικό λαϊκισμό άλλων αντιπολιτευτικών φωνών.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για το ΠΑΣΟΚ, πάντβως, παραμένει η διεύρυνση της απήχησής του σε τμήματα του εκλογικού σώματος που παραμένουν απογοητευμένα αλλά πολιτικά ανενεργά. Πρόκειται για τη λεγόμενη «απολιτική» μερίδα των νέων και των μεσαίων στρωμάτων. Εδώ, απαιτείται όχι μόνο πρόγραμμα, αλλά και φαντασία, τόλμη και νέα πρόσωπα με πειστικότητα και κοινωνικό αποτύπωμα.
Η νέα γενιά και η «απενοχοποίηση» της εξουσίας
Τέλος, το ΠΑΣΟΚ επωφελείται από το γεγονός ότι η γενιά των σαραντάρηδων που έχει πλέον τα ηνία του κόμματος δεν συνδέεται με τα βαρίδια του παρελθόντος. Αυτό επιτρέπει στο κόμμα να διεκδικεί και τη συνέχεια και τη ρήξη: να εμφανίζεται ως κόμμα εξουσίας, αλλά όχι ως μέρος του συστήματος που κατέρρευσε το 2010.
Η προσεχής πολιτική περίοδος, από τη ΔΕΘ έως τον επόμενο προϋπολογισμό, θα δείξει αν το ΠΑΣΟΚ μπορεί να κεφαλαιοποιήσει τη συγκυρία και να καταστεί, όχι μόνο αξιωματική, αλλά και εν δυνάμει κυβερνώσα αντιπολίτευση.