Τις πρώτες ενδείξεις ότι στο επόμενο διάστημα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα περάσουν από» σαράντα κύματα» έδωσε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, ενώ οι πολίτες έχουν ακόμα επάνω τους την «αρμύρα της θάλασσας» από τις αυγουστιάτικες διακοπές τους.
Ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας παρουσίασε την Ελλάδα περίπου ως χώρα με «εξαρτημένα αντανακλαστικά» κάθε φορά που ακούγεται η λέξη «Τουρκία». Πρόκειται για μια απαξιωτική προσέγγιση, που δεν στοχεύει απλώς να προκαλέσει, αλλά και να διαμορφώσει διεθνώς την εικόνα μιας Ελλάδας δήθεν φοβικής, δίχως στρατηγική βούληση.
Στην πραγματικότητα, όμως, η τακτική αυτή είναι το γνωστό μοτίβο της Άγκυρας: να κατηγορεί το θύμα για «προβλήματα», ώστε να αποκρύπτει τη δική της επιθετικότητα.
Σε νέα τροχιά έντασης οι ελληνοτουρκικές σχέσεις
Είναι προφανές ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται εκ νέου σε τροχιά έντασης. Παρά τις κατά καιρούς δηλώσεις περί «ήρεμων νερών», οι τελευταίες εξελίξεις αποκαλύπτουν ότι η Τουρκία δεν εγκαταλείπει τη σταθερή στρατηγική της αμφισβήτησης και εργαλειοποίησης της έντασης, σε όλα τα μέτωπα: από το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι τη Λιβύη.
Το αποτέλεσμα είναι να ανοίγει ένας νέος κύκλος προβλημάτων, στον οποίο η Ελλάδα καλείται να απαντήσει με αποφασιστικότητα, αξιοποιώντας συμμαχίες, διεθνές δίκαιο αλλά και ψυχραιμία.
Ένα από τα πιο κρίσιμα μέτωπα είναι η Λιβύη. Το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019 εξακολουθεί να πλανάται πάνω από την Ανατολική Μεσόγειο.
Σήμερα, με τον στρατηγό Χαφτάρ στη Βεγγάζη να φλερτάρει με το ενδεχόμενο κύρωσης του μνημονίου, η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια δύσκολη απόφαση: Να προχωρήσει στην πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου Κρήτης– Κύπρου– Ισραήλ και στη στήριξη των ενεργειακών της σχεδίων, ακόμη και αν χρειαστεί στρατιωτική κάλυψη; Η Άγκυρα επιχειρεί να παρεμβληθεί σε κάθε στρατηγική επιλογή της Αθήνας, χρησιμοποιώντας τη Λιβύη ως πιόνι στη σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου.
Η τουρκική ρητορική για τη «Γαλάζια Πατρίδα» δεν έχει μείνει στα χαρτιά. Παραβιάσεις, υπερπτήσεις, Navtex που αμφισβητούν κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας γύρω από Κρήτη, Κάρπαθο, Ρόδο και Καστελλόριζο, συνθέτουν το νέο (αναπαλαιωμένο) σκηνικό.
Παράλληλα, η τουρκική ηγεσία προχωρεί σε εσωτερικές φιέστες, όπως το φεστιβάλ Teknofest στον Βόσπορο, για να δείξει ότι αποτελεί την «ανερχόμενη δύναμη» που μπορεί να υπαγορεύει όρους στην περιοχή. Πρόκειται για ένα μείγμα επιθετικής ρητορικής και επίδειξης ισχύος που αποσκοπεί στη σταθερή πίεση προς την Ελλάδα.
Ψύχραιμη αντίδραση της Αθήνας
Η Αθήνα, μέχρι στιγμής, έχει κινηθεί με ψυχραιμία. Η απάντηση Γεραπετρίτη ότι «η Ελλάδα δεν δέχεται υποδείξεις από κανέναν» και η τοποθέτηση Δένδια περί «απαράδεκτων» και «απρεπών» δηλώσεων Φιντάν δείχνουν ότι η χώρα μας δεν αφήνει αναπάντητες τις προκλήσεις.
Ταυτόχρονα, συνεχίζει να επενδύει σε στρατηγικές συμμαχίες: με τη Γαλλία (μέσω της αμυντικής συμφωνίας και των φρεγατών Belharra), με την Ιταλία και την Κύπρο, μέσα από ασκήσεις όπως η «Ευνομία», με το Ισραήλ κλπ.
Η Ελλάδα προβάλλει την εικόνα αξιόπιστου πυλώνα σταθερότητας. Δεν παρασύρεται από τουρκικές προκλήσεις σε κινήσεις που θα μπορούσαν να παρουσιαστούν διεθνώς ως «αντιδράσεις υστερίας», αλλά δείχνει ότι διαθέτει ψυχραιμία, σχέδιο και συμμάχους.
Διαβάστε επίσης: Γ. Γεραπετρίτης προς Φιντάν: «Η Ελλάδα δεν δέχεται υποδείξεις από κανέναν»
Τρία καίρια διλήμματα
Ωστόσο, αυτή η πορεία δεν είναι ανέφελη. Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε τρία καίρια διλήμματα:
Το «καλώδιο»: θα τολμήσει να προχωρήσει στο καλώδιο με στρατιωτική κάλυψη, στέλνοντας μήνυμα ότι οι ελληνικές ενεργειακές επιλογές δεν μπορούν να μπλοκαριστούν από την Άγκυρα, ή για μια ακόμα φορά θα οπισθοχωρήσει στο όνομα των «ήρεμων νερών»;
Το Αιγαίο: θα παραμείνει στην πολιτική της αυτοσυγκράτησης ή θα υιοθετήσει πιο αποφασιστική στάση απέναντι στις συνεχιζόμενες παραβιάσεις;
Η διεθνής σκηνή: θα καταφέρει να αναδείξει ότι η τουρκική συμπεριφορά δεν είναι απλώς διμερές ζήτημα, αλλά μέρος μιας γενικότερης απειλής κατά της διεθνούς νομιμότητας;
Η ουσία είναι ότι όλο και περισσότεροι τείνουν να δεχθούν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να περιοριστεί σε αμυντικές αντιδράσεις. Οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες, αξιοποιώντας το γεγονός ότι η διεθνής συγκυρία (κυρίως με τον πόλεμο στην Ουκρανία) ευνοεί τα επιχειρήματά της. Η χώρα μας πρέπει να καταστήσει σαφές ότι αν η διεθνής κοινότητα υποχωρήσει έναντι της Άγκυρας, ανοίγει η πόρτα για νέα αποσταθεροποίηση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα έχει με το μέρος της το διεθνές δίκαιο, την ευρωπαϊκή της ταυτότητα και μια ισχυρή διπλωματική παρουσία. Το στοίχημα είναι να τα αξιοποιήσει όχι μόνο για να αμυνθεί, αλλά και για να αναδείξει τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας ως απειλή για ολόκληρη τη Δύση.
Η Άγκυρα μπορεί να επενδύει σε φιέστες και μεγαλοστομίες, όμως η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: όσο συνεχίζει να προκαλεί και να αμφισβητεί, τόσο απομονώνεται από τη διεθνή νομιμότητα. Η Ελλάδα, αντίθετα, έχει το προνόμιο να εμφανίζεται ως δύναμη σταθερότητας. Αρκεί να μη χαθεί σε ψευδαισθήσεις «εξομάλυνσης» που δεν στηρίζονται σε πράξεις.
Το διακύβευμα που διατυπώνουν κυβερνητικοί αλλά και διπλωματικοί κύκλοι, είναι σαφές: Ή θα υπερασπιστούμε ενεργά το δίκαιο και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, ή θα αφήσουμε τον τουρκικό αναθεωρητισμό να κερδίσει έδαφος. Οι εξελίξεις στη Λιβύη, οι παραβιάσεις στο Αιγαίο και οι προκλητικές δηλώσεις Φιντάν δείχνουν ότι οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν τώρα, με καθαρή στρατηγική, διεθνή συμμαχία και αταλάντευτη προσήλωση στην υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων.