Ικανοποιημένη εμφανίζεται η Χαριλάου Τρικούπη από την άνοδο του Νίκου Ανδρουλάκη στη Θεσσαλονίκη, με την οποία έκλεισε η 89η ΔΕΘ. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, τόσο στην ομιλία του Σαββάτου όσο και στη συνέντευξη της Κυριακής, κατάφερε –όπως εκτιμούν τα κεντρικά κομματικά στελέχη– να παρουσιάσει τις βασικές πολιτικές του προτάσεις. Στόχος του ήταν να αναδείξει το ΠΑΣΟΚ σε δύναμη κυβερνητικής προοπτικής, προβάλλοντας ένα πρόγραμμα με κοινωνικό πρόσημο, κοστολογημένο και –όπως υποστήριξε– ικανό να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής.
Οι εξαγγελίες επικεντρώθηκαν σε ζητήματα που αγγίζουν την καθημερινότητα: την ακρίβεια, το κόστος στέγασης, την ανάγκη ενίσχυσης του ΕΣΥ και των δημόσιων σχολείων, τη στήριξη της μεσαίας τάξης. Παράλληλα, έκανε αναφορά στην ανάγκη δικαιότερης φορολογίας και στην προστασία των κοινωνικά ευάλωτων ομάδων. Με τον τρόπο αυτό, επιχείρησε να εμφανίσει το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα που διαθέτει συγκεκριμένες απαντήσεις σε προβλήματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία.
Το ζήτημα των συνεργασιών
Πέρα όμως από το προγραμματικό σκέλος, το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται να κατασταλάξει και ως προς τη στρατηγική συνεργασιών. Ο κ. Ανδρουλάκης ξεκαθάρισε ότι το κίνημα δεν πρόκειται να συνεργαστεί με τη Νέα Δημοκρατία υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θεωρώντας ότι μια τέτοια συνεργασία θα αναιρούσε τον στόχο της πολιτικής αλλαγής. Παράλληλα, απέφυγε να αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με τα κόμματα της Αριστεράς, κρατώντας αποστάσεις και επιμένοντας στη γραμμή της αυτονομίας.
Αυτό το διπλό «όχι» δημιουργεί, ωστόσο, ένα ορατό πολιτικό αδιέξοδο. Στο ισχύον εκλογικό τοπίο, όπου κανένα κόμμα δεν φαίνεται ικανό να κατακτήσει την αυτοδυναμία –και πάντως όχι το ΠΑΣΟΚ…–, η προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης χωρίς συνεργασίες μοιάζει σχεδόν αδύνατη. Η εμμονή στην απομόνωση μπορεί να διαφυλάττει την καθαρότητα του πολιτικού μηνύματος του ΠΑΣΟΚ, όμως ταυτόχρονα τροφοδοτεί αμφιβολίες για τον βαθμό ρεαλισμού του σχεδίου εξουσίας που παρουσιάζει ο Ν. Ανδρουλάκης.
Οι αριθμοί και οι δημοσκοπήσεις
Οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί. Οι περισσότερες πρόσφατες δημοσκοπήσεις καταγράφουν τη Νέα Δημοκρατία στο εύρος του 27-29%, ενώ το ΠΑΣΟΚ κινείται σταθερά γύρω στο 13-15%. Το ενδεχόμενο το δεύτερο κόμμα να βρεθεί στην πρώτη θέση, όπως υποστήριξε ο Νίκος Ανδρουλάκης λέγοντας ότι θα κυβερνήσει «έστω και με μία ψήφο διαφορά», απέχει σημαντικά από την εικόνα που αποτυπώνεται στην κοινή γνώμη και σε όλες ανεξαιρέτως τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων πολλών μηνών. Αντιθέτως, η δυναμική δείχνει πως το κόμμα παραμένει δεύτερο ή τρίτο, με σαφή απόσταση από τη Νέα Δημοκρατία.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επιμονή στην αυτονομία ενέχει τον κίνδυνο αυτή να μετατραπεί σε πολιτική απομόνωση. Το ΠΑΣΟΚ θέλει να ανακτήσει τον ρόλο του ρυθμιστή, όπως συνέβαινε σε παλαιότερες περιόδους, όμως η αδυναμία προσδιορισμού πιθανών συμμαχιών αφήνει αναπάντητο το ερώτημα: Πώς ακριβώς θα σχηματιστεί μια «προοδευτική κυβέρνηση» χωρίς τη συμμετοχή ούτε της Νέας Δημοκρατίας ούτε της Αριστεράς; Η απάντηση Ανδρουλάκη «όποιος θέλει να συνεργαστούμε να έλθει με πρόγραμμα» δεν ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Ο ίδιος υποστηρίζει επί πολύ καιρό ότι το πρόγραμμά του δεν έχει καμία σχέση με εκείνο της ΝΔ και ταυτόχρονα αρνείται επί χρόνια την προοπτική προγραμματικής σύγκλισης με τον ΣΥΡΙΖΑ, τόσο επί Τσίπρα όσο και μετά από αυτόν.
Από την άλλη πλευρά, η στρατηγική αυτή αποσκοπεί στη διατήρηση ενός διακριτού πολιτικού στίγματος. Ο Ανδρουλάκης επιχειρεί να διαφοροποιηθεί τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αντιπολίτευση της Αριστεράς, προβάλλοντας το ΠΑΣΟΚ ως μια μεσαία, υπεύθυνη δύναμη που δεν εντάσσεται σε άκρα. Αυτή η τακτική μπορεί να βοηθά στην ενίσχυση της αξιοπιστίας και της σοβαρότητας του κόμματος, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για να καλύψει τις απαιτήσεις της κυβερνησιμότητας.
Το διπλό στοίχημα
Το στοίχημα για το ΠΑΣΟΚ είναι διπλό. Από τη μία, πρέπει να πείσει ότι το πρόγραμμά του αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση. Από την άλλη, οφείλει να δείξει ότι μπορεί να μετατρέψει αυτή την εναλλακτική σε πρακτική δυνατότητα διακυβέρνησης. Χωρίς σαφή απάντηση στο ζήτημα των συνεργασιών, ο κίνδυνος είναι το ΠΑΣΟΚ να παραμείνει ένα κόμμα που καταγράφει αξιοπρεπή ποσοστά, αλλά δεν καταφέρνει να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις.
Η παρουσία του Νίκου Ανδρουλάκη στη ΔΕΘ προσέφερε στο κόμμα την ευκαιρία να αναδείξει τις θέσεις του και να ενισχύσει την εικόνα του. Ωστόσο, ανέδειξε και το θεμελιώδες δίλημμα: πώς θα μπορέσει να προχωρήσει σε πραγματική πολιτική αλλαγή, αν ταυτόχρονα αποκλείει σχεδόν όλα τα ενδεχόμενα συνεργασιών;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα καθορίσει όχι μόνο το μέλλον του ΠΑΣΟΚ, αλλά και το σχήμα της επόμενης κυβέρνησης, αν αυτή επιχειρηθεί να σχηματιστεί ως συμμαχική. Για την ώρα, το κόμμα βρίσκεται μπροστά σε ένα δύσκολο σταυροδρόμι: Ανάμεσα στην ανάγκη να μείνει συνεπές στις αρχές του και στην απαίτηση της κοινωνίας για ρεαλιστικές λύσεις που να μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη.