«Εδώ και ένα χρόνο περίπου η κυβέρνηση επενδύει συστηματικά σε ένα νέο σχήμα συνεργασίας με τις τοπικές κοινωνίες. Μέσα από την Εθνική Στρατηγική για την Περιφερειακή και Τοπική Ανάπτυξη, που ξεκίνησε από τον Έβρο και την Ορεστιάδα, και εξελίσσεται σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας, διαμορφώνεται ένας κοινός προγραμματισμός για την ελληνική περιφέρεια», γράφει στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας «Τα Νέα» ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογέωργης.
Όμως, συμπληρώνει, «η νέα διαδικασία διαβούλευσης, σχεδιασμού, υλοποίησης και παρακολούθησης των πολιτικών για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας, έρχεται σε μια κρίσιμη εθνική και ευρωπαϊκή συγκυρία για το μέλλον της Ευρώπης και της περιφερειακής ανάπτυξης. Η ευρωπαϊκή συζήτηση επικεντρώνεται- όχι αδικαιολόγητα- στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης και την ανάκτηση της στρατηγικής αυτονομίας της μέσα από τις απαιτούμενες αμυντικές δαπάνες».
Για την Ελλάδα όμως, επισημαίνει, «μεγάλη αξία έχουν οι πόροι που αφορούν τη συνοχή, αφού παρά την αδιαμφισβήτητη πρόοδο υπάρχουν εμμένουσες διαπεριφερειακές και ενδοπεριφερειακές ανισότητες, αλλά και ανισότητες εντός του ίδιου νομού. Στη χώρα μας, ο εθνικός στόχος που έθεσε ο Πρωθυπουργός παραμένει ενεργός, ισχυρός και μείζων: σταθερά και γοργά βήματα για να είμαστε κοντά στον πυρήνα των προηγμένων ευρωπαϊκών χωρών και ταυτόχρονα, το μέρισμα της ανάπτυξης στην πατρίδα μας να κατανέμεται δίκαια, αναλογικά και με ομοιογενή τρόπο σε ολόκληρη τη χώρα».
Το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2028-2035 που συζητείται τώρα στην Ε.Ε., είναι, σύμφωνα με τον Θ. Κοντογεώργη, «ο νέος προϋπολογισμός -το χρηματοδοτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί η ΕΕ μετά το 2027 και θα καθορίσει εν πολλοίς την εξέλιξη των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Για πρώτη φορά κάθε χώρα καλείται να καταρτίσει εντός του επόμενου έτους ένα ενιαίο εθνικό πρόγραμμα, αποτέλεσμα της συνεργασίας κεντρικής κυβέρνησης και αυτοδιοίκησης. Υπάρχει πλέον σε ευρωπαϊκό επίπεδο μια κοινή κατανόηση ότι απαιτείται συστηματικότερος σχεδιασμός, γιατί οι πόροι που έχουν δαπανηθεί μέχρι τώρα δεν είχαν το απαιτούμενο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα», αναφέρει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, με την ταυτόχρονη διευκρίνιση ότι «το δικό μας εθνικό πρόγραμμα θα ενσωματώνει τις προτεραιότητες των κεντρικών και τοπικών αρχών, τις αναγκαίες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, συντονισμό των χρηματοδοτικών εργαλείων και νέες, ενιαίες διαδικασίες και δομές για τον καλύτερο σχεδιασμό, ωρίμαση, δημοπράτηση, υλοποίηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση δημοσίων επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων. Με ορόσημα που θα πρέπει να εκπληρώνονται για να προχωρούν οι εκταμιεύσεις, κατά τα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Και όπως φαίνεται, η Ελλάδα, ως προεδρεύουσα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, πιθανότατα θα κληθεί το δεύτερο εξάμηνο του 2027 να πετύχει συμφωνία σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τον νέο προϋπολογισμό», υπογραμμίζει.
Όμως, για να έχει επιτυχία ένα τέτοιο πρόγραμμα «θα πρέπει να ενσωματώνει το τοπικό αφήγημα και την τοπική ανησυχία. Υπηρετούμε στην πράξη μια ειλικρινή διαδικασία πανελλαδικής διαβούλευσης που θα οδηγήσει στο νέο εθνικό μας πρόγραμμα. Ο κορμός των τοπικών σχεδίων ανάπτυξης θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις αρχές του 2026, ενώ καθ' όλη τη διάρκεια του 2026 θα διεξάγεται εκτεταμένη διαβούλευση για την οριστικοποίηση του σχεδίου, σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας. Ήδη στο νέο Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης εισάγεται για πρώτη φορά η υποχρέωση των φορέων που σχεδιάζουν και υλοποιούν τα τομεακά, περιφερειακά και ειδικά προγράμματα, να ενσωματώνουν τις από κοινού συμφωνημένες προτεραιότητες που προκύπτουν μέσα από ευρείες διαδικασίες διαβούλευσης με τις τοπικές κοινωνίες».
Ταυτόχρονα, «εντάσσουμε στις οριζόντιες πολιτικές μας την περιφερειακή οπτική. Δημογραφική πρόκληση, διαχείριση υδάτων και αντιπλημμυρικός σχεδιασμός, πρωτογενής τομέας, χωρικός σχεδιασμός, οδικές, λιμενικές και σιδηροδρομικές διασυνδέσεις, πολιτικές για τις ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές, νησιωτικότητα, στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και προσέλκυση επενδύσεων, αλλά και περιφερειακός σχεδιασμός στην εκπαίδευση».
Τέλος, ο Θ. Κοντογεώργης αναφέρει ότι «την δυναμική της ελληνικής περιφέρειας υπονόμευαν διαχρονικά η αδιαφορία, η αδυναμία μιας δημόσιας διοίκησης να χαράξει πετυχημένες και στοχευμένες τοπικές πολιτικές, παραγοντισμοί και τοπικοί εγωισμοί, η έλλειψη διαβούλευσης και λογοδοσίας και η αδυναμία συντονισμού και συνεννόησης επί ενός συμφωνημένου σχεδίου με προτεραιότητες και ρεαλιστικός στόχους. Τα πράγματα, όμως, αλλάζουν. Αυτή την ευκαιρία δεν θα την χάσουμε», διαβεβαιώνει κλείνοντας.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ