Η θεματολογία του σημερινού υπουργικού συμβουλίου, καθώς έχουμε ήδη εισέλθει σε μια μακρά περίοδο πολιτικής αντεπίθεσης της κυβέρνησης, δείχνει με καθαρό τρόπο τις κοινωνικές στοχεύσεις του πρωθυπουργού, στην προσπάθειά του για επίτευξη της αυτοδυναμίας στις εκλογές του 2027.
Κάθε πολιτική που παρουσιάζεται στη σημερινή συνεδρίαση, απευθύνεται σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, σε ένα κρίσιμο κομμάτι του εκλογικού σώματος που η κυβέρνηση θέλει είτε να συσπειρώσει είτε να επαναπροσεγγίσει.
Εργασία και κοινωνική συμφωνία
Το πρώτο μεγάλο κεφάλαιο είναι η «νέα κοινωνική συμφωνία» για την ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας που εισηγείται η αρμόδια υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως. Πρόκειται για μια μείζονα πολιτική κίνηση που απευθύνεται σε πολλαπλά ακροατήρια: στους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα που ζητούν μεγαλύτερη προστασία, στους νέους που βιώνουν την επισφάλεια ως καθημερινότητα, αλλά και σε μισθωτούς που τα τελευταία χρόνια είδαν το εισόδημά τους να πιέζεται από τις ανατιμήσεις και το υψηλό κόστος ζωής.
Η κυβέρνηση γνωρίζει καλά πως η εργασιακή ανασφάλεια είναι ένα θεμελιώδες πολιτικό πρόβλημα: μπορεί να μην παράγει άμεσα εκρηκτικά κοινωνικά φαινόμενα, αλλά υποσκάπτει αργά και σταθερά το αίσθημα εμπιστοσύνης προς την εκτελεστική εξουσία. Με την προώθηση των συλλογικών συμβάσεων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να δείξει πως η κυβέρνηση δεν νομοθετεί μόνο για την επιχειρηματικότητα, αλλά και για τη μισθωτή εργασία, επιδιώκοντας μια εικόνα ισορροπίας και δικαιοσύνης και «γνέφοντας» ακόμα και σε κεντροαριστερούς που θεωρούσαν την έλλειψη τέτοιων συλλογικών διαπραγματεύσεων, σοβαρή έλλειψη.
Με άλλα λόγια, θέλει να δείξει ότι η ΝΔ μεριμνά για τον κόσμο της εργασίας, και ταυτόχρονα να αποτρέψει τη διαρροή ψηφοφόρων προς τον χώρο του Κέντρου ή και προς την αντιπολίτευση που επιχειρεί να «σηκώσει» κοινωνικά ζητήματα.
Δημοσιονομική πολιτική
Το δεύτερο κρίσιμο σημείο είναι η παρουσίαση του κρατικού προϋπολογισμού και του τετραετούς δημοσιονομικού σχεδιασμού από τον Κυριάκο Πιερρακάκη και τον Θάνο Πετραλιά. Πρόκειται για «σκληρή» κυβερνητική πολιτική, που λειτουργεί ως τομή προς δύο βασικές κατευθύνσεις: προς τους οικονομικά συντηρητικούς ψηφοφόρους που θέλουν σταθερότητα, προβλεψιμότητα και διεθνή αξιοπιστία, αλλά και προς τη μεσαία τάξη, η οποία κρίνει κάθε κυβέρνηση κυρίως από το αν αισθάνεται ασφαλής, προκειμένου να προγραμματίσει τη ζωή της.
Ο μακροπρόθεσμος δημοσιονομικός σχεδιασμός, όταν παρουσιάζεται με τρόπο που δείχνει συντεταγμένο κράτος και όχι ευκαιριακή διαχείριση, στέλνει ένα σαφές μήνυμα: «το τιμόνι είναι σταθερό». Αυτή είναι η εικόνα που ο πρωθυπουργός θέλει να εκπέμψει μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον αβεβαιότητας, αλλά και στο εσωτερικό σκηνικό, όπου η οικονομία εξακολουθεί να είναι ο μεγάλος κριτής των κυβερνήσεων.
Στην ίδια λογική εντάσσεται και η εισήγηση του Νίκου Παπαθανάση για το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης της περιόδου 2026–2030. Εδώ η στόχευση είναι διαφορετική: επιχειρήσεις, επενδυτές, επαγγελματίες, παραγωγικοί κλάδοι της περιφέρειας, αλλά και όσοι ψηφοφόροι συνδέουν την ανάπτυξη με την προσωπική τους προκοπή.
Η κυβέρνηση θέλει να δείξει ότι δεν λειτουργεί με ορίζοντα εκλογικού κύκλου, αλλά με μακρόπνοο σχεδιασμό. Και εδώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης ποντάρει στη βαθιά ανάγκη ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας για σταθερότητα και συνεκτικότητα: ένα πρόγραμμα ανάπτυξης που προεκτείνεται ως το 2030 και, πέρα από τεχνοκρατική άσκηση, είναι ισχυρό πολιτικό σήμα ανάπτυξης, συνέχειας και σοβαρότητας. Καλύπτει εκείνο το κομμάτι του εκλογικού σώματος που φοβάται τις ανατροπές, αλλά και εκείνο που βλέπει στην ανάπτυξη την κύρια διέξοδο από τις πιέσεις της καθημερινότητας.
Ακίνητα και χωρικός σχεδιασμός
Η παρουσίαση των αλλαγών για τον χωρικό σχεδιασμό και τη δημιουργία ενός ενιαίου πλαισίου υπηρεσιών για τα ακίνητα, αποτελεί μια πολιτική που στοχεύει ευθέως στη μεσαία και ανώτερη τάξη: τους ιδιοκτήτες ακινήτων, τους μικροεπενδυτές, όσους θέλουν να αξιοποιήσουν την περιουσία τους, χωρίς να χάνονται στη γραφειοκρατία. Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η ιδιοκτησία στην Ελλάδα έχει έντονο ιστορικό, και συνεπώς πολιτικό βάρος. Το ακίνητο δεν είναι απλώς ένα οικονομικό μέγεθος, είναι στοιχείο ταυτότητας και ασφάλειας για τον σύγχρονο Έλληνα.
Η απλούστευση των διαδικασιών, η ψηφιακή ενοποίηση υπηρεσιών και η καλύτερη οργάνωση του χώρου είναι μηνύματα που απευθύνονται σε εκείνους που ζητούν κράτος αποτελεσματικό. Αποτελούν όμως και συνέχεια μιας μακράς προσπάθειας των κυβερνήσεων Μητσοτάκη για ψηφιοποίηση του κράτους και διαρκή διευκόλυνση των πολιτών στις καθημερινές συναλλαγές τους με αυτό.
Κληρονομικό δίκαιο
Το νομοσχέδιο για την αναθεώρηση του κληρονομικού δικαίου, από την πλευρά του, αγγίζει πολλαπλές γενιές και κοινωνικές ομάδες. Οι αλλαγές στον τομέα αυτό πάντα προκαλούν πολιτική κινητικότητα, γιατί αφορούν άμεσα στις οικογένειες, τη μεταβίβαση περιουσίας, και άρα τη δυνατότητα σχεδιασμού του μέλλοντος. Εδώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης απευθύνεται σε όσους θέλουν πιο δίκαιες, σύγχρονες και απλές διαδικασίες, δηλαδή σε γονείς που σχεδιάζουν τη μεταβίβαση περιουσίας, σε νέους που θα την παραλάβουν, αλλά και σε ηλικιωμένους που θέλουν ασφάλεια και σταθερότητα σε ένα ζήτημα απολύτως προσωπικό. Στην πραγματικότητα, με τέτοιου είδους παρεμβάσεις η κυβέρνηση δείχνει ότι μπορεί να βελτιώσει την καθημερινότητα με τρόπο άμεσο και χειροπιαστό, κάτι που είναι κρίσιμο ζητούμενο σε μια κοινωνία που έχει κουραστεί από μεγάλα λόγια και μικρά αποτελέσματα. Άλλωστε ο πρωθυπουργός έχει παράδοση στα τελευταία έξι χρόνια, στις πολιτικές επενδύσεις που πραγματοποιεί σε θέματα «ήπιας πολιτικής» όπως αυτό.
Μεταφορές και ψηφιακός εκσυγχρονισμός
Τέλος, η ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας για τα ευφυή συστήματα μεταφορών, που παρουσιάζει ο Κωνσταντίνος Κυρανάκης, μπορεί να φαίνεται τεχνοκρατική, αλλά πολιτικά στοχεύει στους οδηγούς, στους μετακινούμενους, στους νέους που ταυτίζουν τον εκσυγχρονισμό των μεταφορών με την ποιότητα ζωής, και βεβαίως στους επαγγελματίες των οδικών μεταφορών. Πρόκειται για μια υπενθύμιση ότι η Ελλάδα πρέπει να συγχρονιστεί με την Ευρώπη στον ψηφιακό τομέα, αλλά και ότι η κυβέρνηση βλέπει τις μεταφορές όχι ως διοικητικό ζήτημα αλλά ως κοινωνικό δικαίωμα: καλύτερη πληροφόρηση, περισσότερη ασφάλεια, λιγότερη ταλαιπωρία.
Συνολικά, η σύνθεση της σημερινής ατζέντας δείχνει ξεκάθαρα ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να απευθυνθεί όχι σε μια μεμονωμένη δεξαμενή ψηφοφόρων αλλά σε ένα πλέγμα κοινωνικών ομάδων που, αν λειτουργήσουν συμπληρωματικά, μπορούν να στηρίξουν την κυβερνητική επιδίωξη για ουσιαστική άνοδο των ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας και για κυνήγι της τρίτης αυτοδύναμης θητείας: εργαζόμενοι και νέοι, μεσαία τάξη, παραγωγικοί κλάδοι, ιδιοκτήτες ακινήτων, οικογένειες που σχεδιάζουν το μέλλον τους, άνθρωποι που ζητούν εκσυγχρονισμό και σταθερότητα.
Πρόκειται για ένα πολιτικό παζλ, στο οποίο καθεμιά από τις σημερινές υπουργικές παρουσιάσεις «κουμπώνει» σε μια ευρύτερη στρατηγική: την τόνωση του κυβερνητικού αφηγήματος σοβαρότητας, ασφάλειας και διοικητικής αποτελεσματικότητας που ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεωρεί ότι μπορεί να τονώσει και να ενισχύσει την εικόνα της κυβέρνησής του, ως της μοναδικής αξιόπιστης δύναμης διακυβέρνησης.