Παρά τις διαβεβαιώσεις για «ανοιχτούς διαύλους» και τη δημόσια πρόσκληση του πρωθυπουργού προς τους εκπροσώπους των αγροτών, το αγροτικό μέτωπο παραμένει εύθραυστο και πολιτικά φορτισμένο, με τις τελευταίες εξελίξεις να αναδεικνύουν τόσο το βάθος των προβλημάτων του πρωτογενούς τομέα όσο και τα όρια της κυβερνητικής διαχείρισης.
Η επίσημη πρόσκληση του Κυριάκου Μητσοτάκη για συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου, τη Δευτέρα το απόγευμα, αντί να λειτουργήσει ως καταλύτης εκτόνωσης, προκάλεσε νέες εντάσεις στους κόλπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων των αγροτών, αποκαλύπτοντας τις εσωτερικές τους αντιφάσεις αλλά και το πολιτικό κόστος που σωρεύεται για την κυβέρνηση.
Πολιτική πρωτοβουλία και αμφίθυμη αντίδραση
Η εικόνα που διαμορφώθηκε χθες είναι ενδεικτική: ενώ στο Μαξίμου επεδίωκαν να εμφανίσουν την πρωτοβουλία του πρωθυπουργού ως ένδειξη πολιτικής βούλησης για διάλογο στο ανώτατο επίπεδο, στους αγροτικούς κύκλους επικράτησε αμφιθυμία και, τελικά, πλειοψηφική απόρριψη της πρόσκλησης.
Η απόφαση αυτή δεν ήταν εύκολη ούτε ελήφθη με άνεση. Προηγήθηκαν έντονες ζυμώσεις, πιέσεις και διαφωνίες, με τους «γαλάζιους» συνδικαλιστές να βρίσκονται στο επίκεντρο ενός παρασκηνίου που μόνο απλό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Από τη μία πλευρά, η κυβέρνηση επένδυε σε αυτούς ως γέφυρα συνεννόησης και, από την άλλη, οι ίδιοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη δυσπιστία πολλών αγροτών, που θεωρούν ότι ένας διάλογος χωρίς συγκεκριμένες δεσμεύσεις ισοδυναμεί με πολιτικό άλλοθι και όχι με λύση.
Πολιτική απόφαση το «όχι» στη συνάντηση
Το «όχι» των αγροτών στη συνάντηση της Δευτέρας ήταν μια πολιτική απόφαση. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που πλειοψήφησαν υπέρ της απόρριψης εκτίμησαν ότι η πρόσκληση έγινε περισσότερο για να μεταφερθεί το βάρος της ευθύνης στους ίδιους, παρά για να ανοίξει ένας ουσιαστικός κύκλος διαπραγμάτευσης.
Το γεγονός ότι τα μπλόκα παραμένουν, οι κινητοποιήσεις κλιμακώνονται και τα αιτήματα διαφοροποιούνται ανά περιφέρεια, ενισχύει την αίσθηση ενός πολυδιασπασμένου αγροτικού κινήματος, το οποίο όμως συγκλίνει σε έναν κοινό παρονομαστή: το αυξημένο κόστος παραγωγής, τις καθυστερήσεις και αστοχίες στο σύστημα πληρωμών, καθώς και τη γενικότερη ανασφάλεια για το μέλλον του πρωτογενούς τομέα.
Το κυβερνητικό αφήγημα και οι αριθμοί
Από την πλευρά της κυβέρνησης, το αφήγημα παραμένει σταθερό. Τα στελέχη της επιμένουν ότι φέτος οι συνολικές πληρωμές προς τους αγρότες είναι αυξημένες σε σχέση με πέρυσι και ότι τα ποσά που θα καταβληθούν έως το τέλος του έτους αγγίζουν τα 3,8 δισ. ευρώ. Παράλληλα, υπογραμμίζουν ότι οι καθυστερήσεις συνδέονται με τη μεγάλη μεταρρύθμιση στον ΟΠΕΚΕΠΕ και τη μετάβαση σε ένα νέο, αυστηρότερο σύστημα ελέγχων.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, τόσο στη Βουλή όσο και στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, αναγνώρισε τις δυσκολίες, ζητώντας όμως ταυτόχρονα από τους αγρότες να συνυπολογίσουν τις αντοχές της κοινωνίας και της οικονομίας, ειδικά ενόψει της εορταστικής περιόδου.
Νευρικότητα στο κυβερνητικό στρατόπεδο
Ωστόσο, πίσω από τις δημόσιες τοποθετήσεις, στο κυβερνητικό στρατόπεδο καταγράφεται νευρικότητα. Η αγροτική κρίση έχει ήδη προκαλέσει γκρίνια στους κόλπους της Νέας Δημοκρατίας, με βουλευτές αγροτικών περιοχών να μεταφέρουν στο Μαξίμου την ένταση που συναντούν στις περιφέρειές τους και να ζητούν πιο απτές λύσεις.
Το επόμενο διάστημα έως την Τρίτη, οπότε θα ψηφιστεί στο Κοινοβούλιο ο Κρατικός Προϋπολογισμός, προμηνύεται κρίσιμο, καθώς αναμένεται να δείξει αν τα πράγματα θα οδηγηθούν σε εκτόνωση ή κλιμάκωση, σε μια συγκυρία όπου η κοινωνική δυσαρέσκεια στον πρωτογενή τομέα απειλεί να αποκτήσει ευρύτερες πολιτικές προεκτάσεις.
Η παρέμβαση Μαρινάκη και το παρασκήνιο
Σε αυτό το πλαίσιο, η παρέμβαση του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη, ο οποίος επανέλαβε χθες από το βήμα της Βουλής την έκκληση προς τους αγρότες να προσέλθουν σε διάλογο και να μην επιλέξουν τη σύγκρουση μέσω των αποκλεισμών του εθνικού οδικού δικτύου, αποκτά διττή σημασία.
Αφενός, επιχειρεί να διατηρήσει ανοιχτή την πόρτα της συνεννόησης, αφετέρου αποκαλύπτει ότι στο παρασκήνιο συνεχίζονται οι πιέσεις προς συγκεκριμένα συνδικαλιστικά στελέχη, ώστε να αναζητηθεί μια φόρμουλα εκπροσώπησης που θα επιτρέψει τελικά τη συνάντηση στο Μαξίμου, έστω και καθυστερημένα.
Το ανοιχτό ερώτημα
Το ερώτημα που παραμένει ανοιχτό είναι αν αυτή η στρατηγική μπορεί να αποδώσει. Οι αγρότες δείχνουν αποφασισμένοι να κλιμακώσουν τις κινητοποιήσεις τους, θεωρώντας ότι μόνο υπό συνθήκες πίεσης μπορεί να προκύψει ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση, από την άλλη, κινείται σε ένα στενό πλαίσιο δημοσιονομικών και πολιτικών περιορισμών, επιδιώκοντας να αποφύγει εικόνες γενικευμένης σύγκρουσης που θα υπονόμευαν το αφήγημα της σταθερότητας.
Σε κάθε περίπτωση, το αγροτικό ζήτημα έχει πάψει προ πολλού να είναι ένα απλό κλαδικό πρόβλημα. Εξελίσσεται σε πεδίο δοκιμασίας για τις αντοχές της κυβερνητικής πολιτικής, τις εσωκομματικές ισορροπίες στη Νέα Δημοκρατία και τη σχέση της εξουσίας με έναν κοινωνικό χώρο που παραδοσιακά διαθέτει ισχυρή φωνή και πολιτικό βάρος.
Οι επόμενες ημέρες, με ή χωρίς τη συνάντηση στο Μαξίμου, θα δείξουν αν ο διάλογος μπορεί να επανεκκινήσει ή αν τα τρακτέρ θα συνεχίσουν να λειτουργούν ως το πιο ηχηρό μήνυμα δυσαρέσκειας.