Σαφείς επιφυλάξεις για το μοντέλο ειρηνευτικής συμφωνίας που προωθείται για την Ουκρανία και τις πιθανές επιπτώσεις του στα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό εκφράζει ο γγ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, στο δεύτερο μέρος της συνέντευξής του στην ιστοσελίδα NonPapers.
Ερωτηθείς αν το σχέδιο που φέρεται να προωθεί ο Αμερικανός πρόεδρος δημιουργεί προβληματισμό για ζητήματα ελληνικού ενδιαφέροντος, απαντά ότι «σαφώς και είναι ανησυχητικό, αλλά δεν ήλθε κι από “παρθενογένεση”».
Ο κ. Κουτσούμπας υποστηρίζει ότι «οι πρώτοι διδάξαντες του “αναθεωρητισμού” του διεθνούς δικαίου είναι οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ», προσθέτοντας ότι «αυτούς και το “έργο” τους στη διάλυση του διεθνούς δικαίου, αντέγραψε η ηγεσία της καπιταλιστικής Ρωσίας».
Στο ίδιο πλαίσιο, αναφέρεται και στις ελληνικές αμυντικές δαπάνες, σημειώνοντας ότι «η κυβέρνηση δαπανά δισεκατομμύρια ευρώ, όχι για την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας, αλλά για τις ανάγκες της αστικής τάξης και των συμμάχων τους – ΝΑΤΟ, ΕΕ, ΗΠΑ».
Άμυνα και κοινωνικές δαπάνες
«Κι αυτά, προσθέτει, την ώρα που η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως δεν έχει για την Υγεία, την Παιδεία, τις συντάξεις και τους μισθούς», ενώ κάνει ειδική μνεία και στις νέες φρεγάτες, λέγοντας ότι «τις έχουν για τα μέτωπα της σύγκρουσης του ευρωατλαντικού μπλοκ με τους ανταγωνιστές του στη θάλασσα της Νότιας Κίνας».
Αναφερόμενος στα ενεργειακά έργα, υποστηρίζει ότι τα οικονομικά οφέλη από τον αγωγό αερίου της Ρεβυθούσας «θα κατευθυνθούν στα λίγα μεγάλα μονοπωλιακά συμφέροντα», ενώ «οι υπόλοιποι θα πρέπει να αρκεστούν σε υποσχέσεις και μεγαλοστομίες».
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει και στη σχέση της ελληνικής κυβέρνησης με τις ΗΠΑ, τονίζοντας ότι «καλλιεργείται ηθελημένα μια πλαστή εικόνα, ότι η Ελλάδα είναι η “αγαπημένη” του κ. Τραμπ», προσθέτοντας προειδοποιητικά ότι «η προσγείωση θα είναι ανώμαλη… μας βάζει σε επικίνδυνους ατραπούς».
Για το ζήτημα της Cosco και του λιμανιού του Πειραιά, επισημαίνει ότι η στρατηγική μετατροπής της χώρας σε ενεργειακό και διαμετακομιστικό «κόμβο» εξυπηρετεί την «αύξηση της κερδοφορίας μεγάλων μονοπωλίων», με σχεδιασμούς που «κουμπώνουν κάθε φορά με τα σχέδια ΕΕ, ΗΠΑ, Ισραήλ, Κίνας, που μεταξύ τους βρίσκονται σε ανταγωνισμό».
Ουκρανία, ΕΕ και πολεμική οικονομία
«Η χώρα και ο λαός μας μπαίνει στις μυλόπετρες των ανταγωνισμών μεγάλων δυνάμεων», τονίζει, επικαλούμενος το παράδειγμα της Ουκρανίας, όπου –όπως λέει– «“κόμβος” σημαίνει κέρδη για τους λίγους, αιματοχυσία για τους πολλούς».
Για τον πόλεμο στην Ουκρανία αναφέρει ότι «το σίγουρο είναι ότι αιματοκυλούν δύο λαούς που έζησαν και μεγαλούργησαν μαζί στα χρόνια του σοσιαλισμού», ενώ «κερδίζουν τα μονοπώλια της πολεμικής οικονομίας και οι αστικές τάξεις».
Σε ό,τι αφορά την ΕΕ, σημειώνει ότι οι αντιδράσεις της σχετίζονται με το γεγονός πως «στους σχεδιασμούς του Τραμπ δεν υπολογίζονται τα δικά τους συμφέροντα», υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα τον οξύ ενδοευρωπαϊκό ανταγωνισμό.
Για τη συζήτηση περί δημιουργίας σύγχρονου στρατού της ΕΕ, δηλώνει ότι «το αντιδραστικό δημιούργημα της ΕΕ επιδιώκει να αποκτήσει και πολεμικά “μπράτσα”», ώστε να ανταποκριθεί στις συνθήκες διεθνούς ανταγωνισμού.
Για τη Γάζα και την Παλαιστίνη
Αναφερόμενος στη Γάζα, υποστηρίζει ότι «η σφαγή συνεχίζεται», με κατοχικά στρατεύματα να παραμένουν, ενώ «το σχέδιο μετατροπής της σε προτεκτοράτο των ΗΠΑ και του Ισραήλ είναι σε εξέλιξη».
Ο κ. Κουτσούμπας τονίζει ότι «τίποτα δεν μπορεί να λυθεί χωρίς τη λευτεριά του λαού της Παλαιστίνης», χωρίς ίδρυση κράτους στα σύνορα του 1967 με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, «χωρίς κατοχικές δυνάμεις, εποικισμούς και εποίκους».
Σχολιάζοντας το ζήτημα της τρομοκρατίας, επισημαίνει ότι «η έννοια έχει γίνει “λάστιχο”», προσθέτοντας πως «σε κανένα δεν θα κάνουμε τη χάρη να χαρακτηρίσουμε τρομοκρατία την πάλη ενός λαού που βιώνει κατοχή εδώ και 7 δεκαετίες».
«Πραγματικός τρομοκράτης είναι ο κατακτητής, το κράτος-δολοφόνος του Ισραήλ», σημειώνει, υποστηρίζοντας ότι ο παλαιστινιακός λαός «έχει δικαίωμα να οργανώσει τον αγώνα του με τα μέσα που αυτός κρίνει».
Μέση Ανατολή και Λατινική Αμερική
Αναφερόμενος στη Μέση Ανατολή, κάνει λόγο για υποκρισία της διεθνούς κοινότητας, σχολιάζοντας χαρακτηριστικά ότι «οι τρομοκράτες μπήκαν στο ευρωατλαντικό “πλυντήριο” και βγήκαν “αγγελούδια”», όταν αυτό εξυπηρετεί γεωπολιτικούς σχεδιασμούς.
Για το σοσιαλιστικό μοντέλο στη Βενεζουέλα, υποστηρίζει ότι «δεν έγιναν ποτέ οι βαθιές κοινωνικοπολιτικές αλλαγές που προϋποθέτει η επανάσταση», τονίζοντας πως όσο «η οικονομία λειτουργεί με βάση το κέρδος, δεν μπορεί να υπάρξει όφελος».
Κλείνοντας, αναφέρεται στις αμερικανικές πιέσεις στη Λατινική Αμερική, σημειώνοντας ότι στόχος της Ουάσιγκτον είναι η «επανεγκαθίδρυση της αμερικανικής κυριαρχίας στο δυτικό ημισφαίριο», στο πλαίσιο του ανταγωνισμού με την Κίνα.