Οι επενδύσεις στον ξενοδοχειακό κλάδο της Ελλάδας ξεπέρασαν το 1 δισ. ευρώ το 2024, με το 19% αυτών να κατευθύνεται σε δράσεις που αφορούν την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την ενεργειακή αποδοτικότητα. Αυτή η σημαντική χρηματοδότηση αποτελεί τη βάση για τη στροφή του κλάδου προς πιο πράσινες και φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές, οι οποίες πλέον θεωρούνται αναγκαίες όχι μόνο για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών ξενοδοχείων στις διεθνείς αγορές.
Οι επιχειρήσεις επενδύουν σε νέες τεχνολογίες, όπως αντλίες θερμότητας, φωτοβολταϊκά συστήματα, έξυπνα συστήματα διαχείρισης ενέργειας, καθώς και σε υλικά με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Παράλληλα, οι ανακαινίσεις με διπλά τζάμια και η εγκατάσταση φορτιστών για ηλεκτρικά οχήματα γίνονται ολοένα πιο συχνές, μειώνοντας τα λειτουργικά κόστη και προσελκύοντας πελάτες που αναζητούν οικολογικές επιλογές διαμονής.
Το «αγκάθι» του νερού
Η διαχείριση του νερού, όμως, παραμένει μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις, ιδιαίτερα στα νησιά όπου η λειψυδρία είναι έντονη. Παρά τα μέτρα εξοικονόμησης όπως οι μειωτήρες ροής και η επαναχρησιμοποίηση γκρίζου νερού, μόνο το 32% των ξενοδοχείων διαθέτει εξειδικευμένα συστήματα παρακολούθησης της κατανάλωσης. Μόνο το 60% έχει θέσει συγκεκριμένους στόχους μείωσης της χρήσης νερού, γεγονός που δείχνει την ανάγκη για πιο οργανωμένες και συντονισμένες δράσεις.
Η διαφοροποίηση ανάμεσα στις κατηγορίες ξενοδοχείων είναι εμφανής. Τα 4* και 5* ξενοδοχεία υιοθετούν πιο σύνθετες και τεχνολογικά προηγμένες λύσεις βιωσιμότητας, ενώ τα μικρότερα καταλύματα επικεντρώνονται σε πιο οικονομικές και άμεσες παρεμβάσεις. Η έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) καταγράφει αυτήν την τάση, διαχωρίζοντας τα ξενοδοχεία σε «Energy Pros», που εφαρμόζουν ολοκληρωμένα προγράμματα εξοικονόμησης, και σε «Αδιάφορους», που περιορίζονται σε ελάχιστες ή μη συστηματικές πρακτικές.

Διαχείριση αποβλήτων
Η διαχείριση αποβλήτων αποτελεί επίσης σημαντικό πεδίο όπου χρειάζεται βελτίωση. Μόνο το 25% των ξενοδοχείων εφαρμόζει συστηματική ανακύκλωση και διαλογή, ενώ τα μεγάλα ξενοδοχεία ηγούνται αυτών των πρωτοβουλιών. Επιπλέον, το μοντέλο της Χερσονήσου, όπου τα δημοτικά τέλη συνδέονται με τον όγκο των αποβλήτων, δείχνει τον δρόμο για κίνητρα που ωθούν σε καλύτερη περιβαλλοντική διαχείριση.
Στον τομέα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, όπως η χρήση τοπικών προϊόντων και η υποστήριξη κοινωνικών δομών, η εφαρμογή ποικίλλει. Στα πολυτελή ξενοδοχεία, περίπου το 57% εφαρμόζει τέτοιες πολιτικές, ενώ στα μικρότερα καταλύματα το ποσοστό είναι χαμηλότερο.
Ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Αλέξανδρος Βασιλικός, επισημαίνει ότι η ελληνική ξενοδοχία έχει κάνει σημαντικά βήματα στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση, ωστόσο η επίτευξη των φιλόδοξων στόχων απαιτεί τη συνεργασία κράτους, επιχειρήσεων και τοπικών φορέων.
Η επάρκεια του νερού, ειδικά στα νησιά του Νοτίου Αιγαίου, αποτελεί κρίσιμο ζήτημα, με δείκτες υδρολογικού κινδύνου ανάμεσα στους υψηλότερους στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τον Glenn Mandziuk, επικεφαλής του World Sustainable Hospitality Alliance, η κατανάλωση νερού στα ξενοδοχεία είναι περίπου οκταπλάσια από αυτή μιας μέσης κατοικίας, γεγονός που καθιστά αναγκαία την εφαρμογή τεχνολογιών εξοικονόμησης.
Ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου, Γιώργος Χατζημάρκος, υπογραμμίζει πως η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη απαιτεί στενή συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, αλλά και ευρεία κοινωνική συναίνεση για την προστασία των φυσικών πόρων.
Τέλος, η υιοθέτηση του νέου συστήματος περιβαλλοντικής κατάταξης ξενοδοχείων από το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος, σε συνεργασία με το ΤΕΕ και το υπουργείο Τουρισμού, αναμένεται να δώσει ώθηση στην περιβαλλοντική πιστοποίηση και στην προβολή των ελληνικών ξενοδοχείων, ενισχύοντας τη θέση τους στις διεθνείς αγορές.
Η ελληνική ξενοδοχία καλείται να συνεχίσει τις επενδύσεις και τις βελτιώσεις, προκειμένου να συνδυάσει την ανάπτυξη με τη βιωσιμότητα, διασφαλίζοντας τη μακροπρόθεσμη επιτυχία και τη φροντίδα των φυσικών της πόρων.