Βιώσιμος μακροπρόθεσμα είναι ο σημερινός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης που κλείνει την ψαλίδα ανάμεσα στην Ελλάδα και τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, αρκεί να συνεχιστεί η μεταρρυθμιστική προσπάθεια τονίζει ο κεντρικός τραπεζίτης, Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος παραχώρησε βαρυσήμαντη συνέντευξη στο συνέδριο «Ελλάδα 2030: Βιώσιμη ανάπτυξη στην εποχή των κρίσεων», που διοργανώνει η «Ημερησία», σε συνεργασία με το OPEN TV και το «Έθνος» στη Θεσσαλονίκη με αφορμή την ΔΕΘ.
Η ελληνική οικονομία πάει καλά, διαβεβαιώνει ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, μιλώντας με ιδιαιτέρως θετικά λόγια για την πορεία της οικονομίας τα τελευταία χρόνια και στέλνοντας ένα μήνυμα αισιοδοξίας εντός και εκτός συνόρων. «Η Ελλάδα βγήκε από μια μεγάλη κρίση. Και δόξα τω Θεώ πηγαίνει καλά και αυτό έχει μεγάλη σημασία και πραγματικά πηγαίνει καλά και το πιστεύω και θέλω να το τονίσω μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες».
Να επενδύσουμε στο τρίγωνο της γνώσης, στην καινοτομία, στην έρευνα, στην παιδεία, εξηγεί ο ίδιος, σπεύδοντας πάντως να προσθέσει πως «ακριβώς επειδή βγήκαμε από μία πολύ μεγάλη κρίση, ίσως τη μεγαλύτερη στη σύγχρονη ελληνική οικονομική ιστορία, πρέπει να προσέχουμε για να έχουμε»…
Ο κρίσιμος παράγων είναι να εντείνουμε τις μεταρρυθμίσεις «διότι η υψηλότερη παραγωγικότητα θα έρθει από επενδύσεις και από μεταρρυθμίσεις». Προϋπόθεση, βέβαια, για όλα αυτά είναι «να έχουμε πολιτική σταθερότητα, να έχουμε μια κυβέρνηση η οποία θα μπορεί να παίρνει αποφάσεις σε ένα δύσκολο διεθνές οικονομικό περιβάλλον».
Η Ελλάδα βγήκε από μια μεγάλη κρίση. Και δόξα τω Θεώ πηγαίνει καλά και αυτό έχει μεγάλη σημασία και πραγματικά πηγαίνει καλά και το πιστεύω και θέλω να το τονίσω μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες
Τόνωση του ανταγωνισμού
Η Ελλάδα χρειάζεται ενίσχυση των δυνάμεων της προσφοράς, δηλαδή αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων ώστε να τονωθεί ο ανταγωνισμός, παρατηρεί ο κεντρικός τραπεζίτης. Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, τοποθετούμενος για τον επίμονο πληθωρισμό, επισημαίνει πως «πρέπει να ενισχύσουμε τις δυνάμεις της προσφοράς. Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερη παραγωγή. Και περισσότερους παραγωγούς που θα παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες. Δεν θέλουμε να μειώσουμε τη ζήτηση. Θέλουμε να αυξήσουμε όμως την προσφορά. Χρειαζόμαστε περισσότερο ανταγωνισμό».
Οι υψηλές τιμές, λέει ο ίδιος, όπου υπάρχουν, είναι σκόπιμο να αντιμετωπιστούν με ενίσχυση του ανταγωνισμού. «Να δούμε αν υπάρχουν ακόμα εμπόδια εισόδου επιχειρήσεων σε κρίσιμους κλάδους», παρατηρεί, ζητώντας, επί της ουσίας, άρση των εμποδίων – όπου αυτά έχουν απομείνει – και στρεβλώνουν τον υγιή ανταγωνισμό.
Να εκμεταλλευτούμε τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, παροτρύνει ο ίδιος, ώστε η παραγωγική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να αυξηθεί και να μην εξαρτόμαστε στο μέλλον από ευρωπαϊκά κονδύλια.
Η μεγαλύτερη πρόκληση, υπογραμμίζει είναι να προχωρήσουμε στις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν περισσότερες ξένες επενδύσεις, όπως μείωση της γραφειοκρατίας, ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, παιδεία που συνομιλεί με την αγορά εργασίας κ.α.
Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερη παραγωγή. Και περισσότερους παραγωγούς που θα παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες. Χρειαζόμαστε περισσότερο ανταγωνισμό».
Να μειωθούν τα φορολογικά βάρη
Πρέπει να μειώσουμε το φορολογικό βάρος στην εργασία από φόρους ή και από εισφορές, είναι το μήνυμα που στέλνει ο κεντρικός τραπεζίτης εν όψει και των εξαγγελιών του πρωθυπουργού στην ΔΕΘ. «Υπάρχει ένα βάρος στην εργασία και υπάρχει το περιθώριο σήμερα αυτό να μειωθεί εις όφελος και του Έλληνα εργαζόμενου και της εθνικής οικονομίας», παρατηρεί, ξεκαθαρίζοντας πως οι φοροελαφρύνσεις «κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση και δημοσιονομικά αλλά και μακροοικονομικά».
Εχει περιοριστεί η φοροδιαφυγή
Για το μείζον θέμα της φοροδιαφυγής, ο κ. Στουρνάρας λέει πως «έχει περιοριστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό» από τα ψηφιακά μέτρα που έχουν μπει σε τροχιά τα τελευταία χρόνια, ενώ μειώνεται και η «ψαλίδα» ανάμεσα στα δηλωθέντα εισοδήματα και το ύψος της κατανάλωσης. Μια ψαλίδα που ήταν πολύ μεγάλη, προσεγγίζοντας σαν τάξη μεγέθους τα 40 και 50 δισεκατομμύρια τα προηγούμενα χρόνια! Πλέον έχει μειωθεί και «αυτό σημαίνει ότι τα μη δηλωθέντα εισοδήματα μειώνονται άρα και η φοροδιαφυγή απομειώνεται».
Να πάμε πιο γρήγορα στο ιδιωτικό χρέος
Για το ιδιωτικό χρέος, ο κεντρικός τραπεζίτης εξηγεί πως το «βουνό» των κόκκινων δανείων που είχε φτάσει στα 102 δις στο απόγειο της κρίσης πλέον έχει μειωθεί κοντά στα 80 δις και η συντριπτική πλειοψηφία είναι στα χέρια των servicers και των funds που τα διαχειρίζονται.
Κατ' αρχήν «σήμερα έχουμε ένα πολύ υγιές τραπεζικό σύστημα», ωστόσο το ζητούμενο πλέον είναι το κόκκινο χαρτοφυλάκιο των 80 δισ. που παραμένουν στην οικονομία και ταλαιπωρούν χιλιάδες επιχειρήσεις και νοικοκυριά να μειωθεί με πολύ ταχύτερους ρυθμούς από ότι σήμερα.
Γιατί; «Διότι πρέπει να απελευθερωθεί όλος αυτός ο κόσμος, όλες αυτές οι επιχειρήσεις, οι βιώσιμες επιχειρήσεις, όσες είναι βιώσιμες κι οι περισσότερες έχουμε δει πως είναι. Εμάς μας ενδιαφέρει να γίνονται επωφελείς ρυθμίσεις, ούτως ώστε σιγά σιγά αυτό το ποσοστό να μειώνεται», λέει ο κ. Στουρνάρας προσθέτοντας πως «πρέπει να βελτιώσουμε τις διαδικασίες επίλυσης ιδιωτικού χρέους. Υπάρχουν πολλά μέσα σήμερα και έχουμε προχωρήσει αρκετά τα προηγούμενα χρόνια. Εμείς ακριβώς θέλουμε να επιταχυνθούν αυτές οι διαδικασίες, ούτως ώστε να μειωθεί αυτό το στοκ των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που ακόμα είναι θηλιά στο λαιμό αρκετών και μάλιστα βιώσιμων επιχειρήσεων και νοικοκυριών».
Πρέπει να βελτιώσουμε τις διαδικασίες επίλυσης ιδιωτικού χρέους
Έχουν ληφθεί, λέει ο κ. Στουρνάρας, αρκετά μέτρα για τους ευάλωτους δανειολήπτες, αλλά «δεν θέλουμε οι στρατηγικοί κακοπληρωτές να μην πληρώνουν, διότι αυτό είναι ένα βάρος και για τους υπόλοιπους».
Πέρα από τον εξωδικαστικό που πηγαίνει καλά, λέει ο κ. Στουρνάρας, το βάρος πρέπει να πέσει στις διμερείς ρυθμίσεις. «Νομίζω ότι αυτό που πάει καλά και θα πρέπει να δώσουμε πολύ μεγαλύτερη έμφαση σε αυτό, είναι οι συναινετικές ρυθμίσεις», ξεκαθαρίζει. «Για να πετύχουμε μείωση του στοκ πρέπει να επιταχύνουμε, να κάνουμε πιο αποτελεσματικές τις διαδικασίες», προσθέτει.
Μεγάλο λάθος των ΗΠΑ οι δασμοί
Τέλος για τους δασμούς ο κεντρικός τραπεζίτης χαρακτηρίζει την συμφωνία για δασμούς 15% ως το «μη χείρον, βέλτιστον» για την Ευρώπη, ξεκαθαρίζοντας πως είναι «πολύ σημαντικό λάθος των Ηνωμένων Πολιτειών να θέλουν να επιβάλουν δασμούς».
Ποτέ, λέει ο ίδιος, δεν υπήρξαν οι δασμοί αποτελεσματικό όπλο για τις οικονομίες, παρά μόνο όταν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ορισμένες χώρες επέβαλαν δασμούς για να προστατεύσουν τη νηπιακή τους, τότε, βιομηχανία. «Σήμερα όμως είναι παράλογο. Από τον παγκόσμιο πρωταθλητή της τεχνολογίας να έχουμε δασμούς. Αυτό δημιουργεί ένα μεγάλο πρόβλημα κυρίως στην ίδια την Αμερική αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο».
Ο κ. Στουρνάρας εκτιμά πως θα δούμε στασιμοπληθωρισμό στις ΗΠΑ και επιβράδυνση της ανάπτυξης στον υπόλοιπο κόσμο, κυρίως στην Ευρώπη.
«Υποχωρήσαμε» ξεκαθαρίζει και «επιλέξαμε τη σταθερότητα για να προστατεύσουμε τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά». Υπήρχε άλλος δρόμος; «Υπήρχε. Αλλά θέλει άλλες συμμαχίες κι άλλες προσεγγίσεις», προσθέτει με νόημα…
Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
Είναι πρόσφατη η έκθεση σας, κύριε Διοικητά για την Νομισματική Πολιτική, προβλέπετε ανάπτυξη 2,3% για φέτος, 2% για το 2026 και 2,1% για το 2027, ένας ρυθμός πολύ αυξημένος σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Και αυτό συμβάλλει, όπως λέτε, στη σταδιακή σύγκλιση του πραγματικού ελληνικού ΑΕΠ με το ευρωπαϊκό. Θέλω όμως να σας ρωτήσω αν είναι διατηρήσιμος αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης και μετά το 2027 σε ένα περιβάλλον παγκόσμιο, οικονομικό, το οποίο γίνεται ολοένα και πιο ασταθές, ολοένα και πιο αβέβαιο.
Βρισκόμαστε σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο από αβεβαιότητες. Γεωπολιτικές αβεβαιότητες, δασμούς, παρεμβάσεις σε θεσμούς όπως βλέπουμε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον η Ελλάδα πηγαίνει καλά και πηγαίνει καλά τα τελευταία αρκετά χρόνια. Άρα μπορούμε να πούμε ότι είναι βιώσιμος αυτός ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης.
Φυσικά τίποτα δεν είναι αυτόματο. Πρέπει να συνεχίσουμε τις προσπάθειες, να βελτιώσουμε την παραγωγικότητα, να επενδύσουμε στο τρίγωνο της γνώσης, στην καινοτομία, στην έρευνα, στην παιδεία. Να δούμε τι προκαλεί τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Θα έλεγα πως τα μεγάλα πρωτεύοντα ζητήματα τα έχουμε λύσει: το δημοσιονομικό που μας οδήγησε στην κρίση, την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος, εκεί πηγαίνουμε πολύ καλά. Υπάρχει βέβαια μια σειρά θεμάτων όχι δευτερεύοντα, αλλά μικρότερης κάπως σημασίας σε σχέση με αυτά που είπα πριν, όπως προβλήματα διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, όπως προβλήματα στην αγορά εργασίας, τα οποία πρέπει κι αυτά να επιλυθούν για να έχουμε μια βιώσιμη ανάπτυξη και να συνεχισθεί η σύγκλιση του εισοδηματικού επιπέδου του Έλληνα πολίτη με τον Ευρωπαίο πολίτη.

Τώρα, μια που μιλάμε για τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία, αν έπρεπε να επιλέξετε πέντε κινδύνους, Ερχόταν, ας πούμε, για παράδειγμα, υπουργός Οικονομικών και σας έλεγε ότι ποιοι είναι οι πέντε μεγαλύτεροι κίνδυνοι που θα αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία στην επόμενη πενταετία και μέχρι το 2030; Πώς θα τους κατηγοριοποιούσατε;
Η Ελλάδα βγήκε από μια μεγάλη κρίση. Και δόξα τω Θεώ πηγαίνει καλά και αυτό έχει μεγάλη σημασία και πραγματικά πηγαίνει καλά και το πιστεύω και θέλω να το τονίσω. Μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες, έχει τον τρίτο υψηλότερο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη. Μειώνει το δημόσιο χρέος της κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες αυτό τον χρόνο. Οι τράπεζες πηγαίνουν καλά. Δεν υπάρχουν προβλήματα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας όπως είχαμε παλιά. Άρα πηγαίνουμε καλά.
Όμως, επειδή ακριβώς βγήκαμε από μία πολύ μεγάλη κρίση, ίσως τη μεγαλύτερη στη σύγχρονη ελληνική οικονομική ιστορία, πρέπει να προσέχουμε για να έχουμε. Δηλαδή πρέπει να προσέχουμε να έχουμε δημοσιονομική σταθερότητα όπως έχουμε τώρα. Να έχουμε χρηματοπιστωτική ευστάθεια όπως έχουμε τώρα. Να συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις όπως κάνουμε. Να τις εντείνουμε κιόλας τις μεταρρυθμίσεις. Διότι η υψηλότερη παραγωγικότητα θα έρθει από επενδύσεις, κυρίως ιδιωτικές και από μεταρρυθμίσεις.
Προϋπόθεση για όλα αυτά είναι να έχουμε πολιτική σταθερότητα, να έχουμε μια κυβέρνηση η οποία μπορεί να παίρνει αποφάσεις σε ένα δύσκολο οικονομικό περιβάλλον διεθνές.
Η Ελλάδα βγήκε από μια μεγάλη κρίση. Και δόξα τω Θεώ πηγαίνει καλά και αυτό έχει μεγάλη σημασία και πραγματικά πηγαίνει καλά και το πιστεύω και θέλω να το τονίσω. Μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες
Είμαστε σε περιβάλλον ΔΕΘ, περιμένουμε αύριο να ακούσουμε τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού. Νομίζω ότι είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ακούσουμε μειώσεις φορολογικών συντελεστών. Βλέπετε ότι υπάρχουν περιθώρια για μείωση των φορολογικών συντελεστών και βρισκόμαστε στο σημείο όπου πρέπει να συζητάμε μόνο για κάποιες μειώσεις φορολογικών συντελεστών ή πρέπει να ξαναδούμε από την αρχή ριζικά όλο το σύστημα φορολογίας εισοδήματος;
Μετά το πολύ καλό αποτέλεσμα το δημοσιονομικό το 2024 και όπως φαίνεται από τα στοιχεία και το 2025, κάποιος δημοσιονομικός χώρος υπάρχει και φαντάζομαι αυτόν τον δημοσιονομικό χώρο θα εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση - και πολύ ορθά - για να κάνει εξαγγελίες δημοσιονομικές αύριο. Δεν θέλω να πω, ούτε γνωρίζω τι ακριβώς προτίθεται να πει ο κύριος πρωθυπουργός, αλλά όπως έχω πει παλιότερα σε δηλώσεις μου, πράγματι φαίνεται ότι υπάρχει περιθώριο μείωσης της φορολογίας σε ορισμένα εισοδηματικά κλιμάκια. Γενικά πρέπει να μειώσουμε το φορολογικό βάρος στην εργασία, είτε πρόκειται για μειώσεις φόρων, είτε για μειώσεις εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Υπάρχει ένα βάρος στην εργασία όπου υπάρχει το περιθώριο σήμερα να μειωθεί εις όφελος και του Έλληνα εργαζόμενου και της εθνικής οικονομίας.
Επειδή ακριβώς βγήκαμε από μία πολύ μεγάλη κρίση, ίσως τη μεγαλύτερη στη σύγχρονη ελληνική οικονομική ιστορία, πρέπει να προσέχουμε για να έχουμε
Τέτοιου είδους φοροελαφρύνσεις λοιπόν, κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση όσον αφορά στην εκμετάλλευση αυτού του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου;
Ναι, πιστεύω ότι τέτοιου είδους ελαφρύνσεις κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση δημοσιονομικά αλλά και μακροοικονομικά.
Βλέπουμε όμως, κύριε Διοικητά, τις πληθωριστικές πιέσεις να επιμένουν. Ο πληθωρισμός επιμένει και στα τρόφιμα και στα ενοίκια. Σας ανησυχεί αυτό; Πρέπει να έχουμε παρεμβάσεις για τις τιμές στην αγορά; Και θεωρείτε ότι είμαστε μπροστά σε ένα πισωγύρισμα, δεδομένου ότι είχαμε μια πολύμηνη πτωτική τάση στον πληθωρισμό;
Αν πάρουμε τον πληθωρισμό του 7μήνου, δηλαδή με τα διαθέσιμα στοιχεία, στην Ελλάδα είναι 3,2% έναντι 2,2% στην Ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε μία εκατοστιαία μονάδα υψηλότερο πληθωρισμό κατά μέσο όρο στο επτάμηνο από την Ευρώπη.
Αυτό που οφείλεται; Οφείλεται σε αρκετούς παράγοντες και ορισμένοι παράγοντες εξηγούν και το υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Πρέπει να μειώσουμε το φορολογικό βάρος στην εργασία, είτε πρόκειται για μειώσεις φόρων, είτε μειώσεις εισφορών κοινωνικής ασφάλισης
Η Ελλάδα λόγω υψηλής ζήτησης έχει θετικό παραγωγικό κενό, δηλαδή η ζήτηση, η συνολική ζήτηση, μακροοικονομικά πάντα μιλάω, υπερβαίνει τη συνολική προσφορά. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα και για τον πληθωρισμό και για το ισοζύγιο.
Άρα λοιπόν πρέπει να ενισχύσουμε τις δυνάμεις της προσφοράς. Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερη παραγωγή. Και περισσότερους παραγωγούς, αν μου επιτρέπετε, για διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες.
Δεν θέλουμε να μειώσουμε τη ζήτηση. Θέλουμε να αυξήσουμε όμως την προσφορά. Εκεί είναι η μεγάλη εικόνα.
Τώρα από εκεί και πέρα υπάρχουν επιμέρους προβλήματα, Χρειαζόμαστε περισσότερο ανταγωνισμό. Το έχουμε τονίσει στην Τράπεζα της Ελλάδος πολλές φορές. Εμείς που έχουμε την ευθύνη του τραπεζικού συστήματος κάνουμε τα αδύνατα δυνατά να αυξήσουμε τον αριθμό των τραπεζών, να δημιουργηθούν μικρότερες ισχυρές τράπεζες για να αυξηθεί ο ανταγωνισμός εις όφελος του καταναλωτή. Και φαίνεται το πετυχαίνουμε σε αρκετά υψηλό βαθμό.
Αυτό πρέπει να γίνει και σε άλλους τομείς της οικονομίας που είναι κρίσιμοι. Άρα λοιπόν, ο ανταγωνισμός είναι ένα ζήτημα επιμέρους.
Η μεγάλη εικόνα είναι η υπερβάλλουσα ζήτηση. Αυτό θα αντιμετωπισθεί κυρίως με ενίσχυση της προσφοράς σιγά σιγά, με μεγαλύτερες επενδύσεις, γιατί έτσι έρχεται η υψηλότερη προσφορά με άμεσες ξένες επενδύσεις. Η Ελλάδα χρειάζεται παραγωγούς προϊόντων και υπηρεσιών. Θα ήταν ακόμα καλύτερα να φέρουν χρήματα απ’ έξω και να τα επενδύσουν στην Ελλάδα, όπως γίνεται ήδη σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Υπάρχει ένα βάρος στην εργασία που υπάρχει το περιθώριο σήμερα να μειωθεί εις όφελος και του Έλληνα εργαζόμενου και της εθνικής οικονομίας
Έχουμε πολύ μεγάλη αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων φέτος. Πέρυσι επίσης είχαμε. Άρα εκεί πηγαίνουμε προς τη σωστή κατεύθυνση. Θέλουμε περισσότερες από τις επενδύσεις αυτές να προσανατολίζονται προς τον παραγωγικό τομέα.
Μην ξεχνάτε επίσης ότι είχαμε αρκετά υψηλές αυξήσεις σε μισθούς. Από το 2019 μέχρι σήμερα, ο μέσος μισθός έχει αυξηθεί περίπου 28%, ενώ ο πληθωρισμός 16% περίπου. Άρα έχουμε μια αύξηση στην περίοδο αυτή του πραγματικού εισοδήματος, θα έλεγα, λίγο παραπάνω από την παραγωγικότητα και αυτό τροφοδοτεί ως ένα βαθμό τον πληθωρισμό.
Άρα πρέπει όλα να είναι μέσα σε ένα, σε ένα μέτρο.
Όμως, επαναλαμβάνω, η μεγάλη εικόνα είναι ότι υπάρχει υπερβάλλουσα ζήτηση στην ελληνική οικονομία, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί κυρίως με ενίσχυση της προσφοράς και της παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών.
Πρέπει να ενισχύσουμε τις δυνάμεις της προσφοράς. Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερη παραγωγή. Και περισσότερους παραγωγούς, αν μου επιτρέπετε, για διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες
Μιλήσατε για ανάγκη ενίσχυσης του ανταγωνισμού - πέρα από τις τράπεζες για τις οποίες κάνετε εσείς αυτά που πρέπει - και σε άλλους κλάδους. Βλέπετε την έλλειψη ανταγωνισμού ως ένα μεγάλο θέμα σε αρκετούς κλάδους της οικονομίας;
Εγώ δεν πιστεύω και γενικά στην Τράπεζα της Ελλάδος έχουμε την άποψη ότι οι υψηλές τιμές, όπου υπάρχουν, είναι σκόπιμο να αντιμετωπιστούν με ενίσχυση του ανταγωνισμού με περισσότερη προσφορά. Να δούμε αν υπάρχουν εμπόδια εισόδου επιχειρήσεων σε κρίσιμους κλάδους. Να δούμε από πού προέρχεται αυτή η πίεση στις τιμές.
Δεν είναι τόσο απλό να πούμε ότι πρέπει να γίνει παντού έλεγχος τιμών. Αυτό δεν είναι σωστό, γιατί ως ένα βαθμό αυτό στρεβλώνει τον ανταγωνισμό και μειώνει και την προσφορά αντί να την αυξήσει.
Χρειαζόμαστε περισσότερο ανταγωνισμό
Άρα, όταν ο ανταγωνισμός είναι η λύση, πρέπει να δούμε, κατά την άποψή μου πάντα, πού υπάρχουν εμπόδια εισόδου και γιατί ακόμα υπάρχουν εμπόδια εισόδου. Είναι ένα θέμα που πρέπει να επεκταθεί.
Χρειαζόμαστε περισσότερους παραγωγούς αγαθών και υπηρεσιών στην Ελλάδα και περισσότερη παραγωγή, δηλαδή και μεγαλύτερη παραγωγή και περισσότερους παραγωγούς.
Μπορεί να φταίει και το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μια μικρή αγορά.
Βεβαίως είναι κι αυτό, είναι και η Ευρώπη. Θα μου πείτε, μα όταν έχεις μια μεγάλη Ευρώπη πώς επηρεάζει τον ανταγωνισμό στην Ελλάδα; Επηρεάζει, διότι ακόμα δεν έχουν αρθεί όλα τα εμπόδια στο ενδοκοινοτικό εμπόριο. Για παράδειγμα, μια πρόσφατη μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, την οποία και ανέφερε και ο Μάριο Ντράγκι σε μια τελευταία ομιλία του, καταδεικνύει ότι ακόμα στην Ευρώπη υπάρχουν τόσα εμπόδια στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, την ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες, τις υπηρεσίες, τις τραπεζικές υπηρεσίες, που ισοδυναμούν με δασμούς 45% στα αγαθά και περίπου 75% σε υπηρεσίες.
Άρα λοιπόν, δεν αρκεί να είμαστε μια μικρή ανοικτή οικονομία. Πρέπει να αρθούν και στην Ευρώπη τα εμπόδια. Μέχρι τότε όμως κι εμείς πρέπει να δούμε τι κάνουμε εδώ. Πρέπει να δούμε αν υπάρχουν εμπόδια εισόδου στην Ελλάδα σε κλάδους παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών.
Οι υψηλές τιμές όπου υπάρχουν, είναι σκόπιμο να αντιμετωπιστούν με ενίσχυση του ανταγωνισμού με περισσότερη προσφορά. Να δούμε αν υπάρχουν εμπόδια εισόδου επιχειρήσεων σε κρίσιμους κλάδους
Άρα επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων.
Οι μεταρρυθμίσεις είναι το νούμερο ένα ώστε να έχουμε περισσότερες ξένες άμεσες επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς. Οι ιδιωτικές επενδύσεις αλλά και οι δημόσιες χρηματοδοτούνται και από τα ΕΣΠΑ. Δόξα τω Θεώ έχουμε μεγάλη εισροή κεφαλαίων από την Ευρώπη και θα συνεχίσουμε να έχουμε. Πολλοί αναρωτιούνται τι θα γίνει μετά από το Ταμείο Ανάκαμψης…
Πράγματι, Σας ανησυχεί τι θα γίνει μετά το καλοκαίρι του 2026;
Δεν με ανησυχεί διότι η εισροή κεφαλαίων από τα ευρωπαϊκά ταμεία θα συνεχιστεί και τα ποσά είναι αρκετά μεγάλα. Είναι περίπου συνολικά όσο και τα ποσά που θα έχουμε και την προηγούμενη περίοδο. Πιο πολύ με ενδιαφέρει να εκμεταλλευτούμε τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, ούτως ώστε η παραγωγική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να αυξηθεί και να μην εξαρτόμαστε στο μέλλον από ευρωπαϊκά κονδύλια.
Αλλά όσο τα έχουμε, ας τα επενδύσουμε σωστά.
Να βελτιώσουμε και τις υποδομές, γιατί σε ορισμένους τομείς πάσχουν οι υποδομές. Αλλά κυρίως να επενδύσουμε στον ψηφιακό μετασχηματισμό, σε επενδύσεις που έχουν να κάνουν με τον πράσινο μετασχηματισμό. Και δεν είναι μόνο ανεμογεννήτριες ή φωτοβολταϊκά, είναι και αποθηκευτικοί χώροι για ηλεκτρική ενέργεια. Είναι και δίκτυα.
Πρέπει να βελτιώσουμε τις διαδικασίες επίλυσης ιδιωτικού χρέους
Υπάρχει μια κριτική ότι οι επενδύσεις που γίνονται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι κυρίως σε ακίνητα και σε κλάδους που δεν είναι παραγωγικοί.
Το ακούω αυτό το επιχείρημα από την άλλη μεριά. Χρειαζόμαστε και ακίνητα σήμερα. Ένα από τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον πληθωρισμό είναι η αύξηση της τιμής των ακινήτων και των ενοικίων, διότι υπάρχει ζήτηση και υπάρχει ζήτηση απ’ έξω, ενώ οι τράπεζες δίνουν με το σταγονόμετρο δάνεια για σπίτια.
Σήμερα έχουμε πολύ μεγάλη ζήτηση για νέες κατοικίες και άρα πρέπει να αυξηθεί και η προσφορά. Και η κυβέρνηση κοιτάζει πώς μπορούμε να αυξήσουμε και την προσφορά κατοικίας τώρα, γιατί εκεί έχουμε ένα θέμα και κοινωνικό.
Η κατοικία είναι ένα κοινωνικό θέμα σήμερα σε όλο τον κόσμο και ειδικά στην Ευρώπη και στην Ελλάδα βεβαίως. Πρέπει λοιπόν να αυξήσουμε και την προσφορά κατοικίας.

Να σας πάω λίγο στον πόλεμο κατά της φοροδιαφυγής. Έχουν γίνει βήματα προόδου εκεί. Παλαιότερα είχατε εκτιμήσει τα μη δηλωθέντα εισοδήματα σε κάποια δεκάδες δισεκατομμύρια. Έχουμε πιάσει 2 με 3, αν δεν κάνω λάθος, τα τελευταία χρόνια.
Πολύ περισσότερο, θα σας εξηγήσω.
Μία από τις πολύ μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια είναι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Βλέπετε, παλαιότερα είχαμε πρόβλημα εσόδων. Τώρα δεν έχουμε πρόβλημα. Βέβαια αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι πάει πολύ καλά η οικονομία και αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς, αλλά αυτή τη στιγμή έχει περιοριστεί και η φοροδιαφυγή σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Οι Εθνικοί Λογαριασμοί δίνουν μια αίσθηση των δηλωθέντων εισοδημάτων. Πράγματι, είχα πει κάποτε ότι άμα συγκρίνουμε τα δηλωθέντα εισοδήματα με την κατανάλωση, υπάρχει μια πολύ μεγάλη απόσταση υπέρ της κατανάλωσης.
Τα δηλωθέντα εισοδήματα είναι πολύ χαμηλότερα, όχι πέντε και δέκα δισεκατομμύρια. Μιλάμε για 30, 40 και 50 δισεκατομμύρια. Αυτό θα μπορούσε, για παράδειγμα, να δικαιολογηθεί αν μειώνονταν ραγδαία οι καταθέσεις. Όμως δεν είναι έτσι. Αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο που αυξάνονται οι καταθέσεις. Άρα λοιπόν είναι μη δηλωθέντα εισοδήματα.
Αυτή λοιπόν η διαφορά έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Αυτό λοιπόν σημαίνει ότι τα μη δηλωθέντα εισοδήματα μειώνονται, άρα δηλώνονται και η φοροδιαφυγή έχει μειωθεί.
Αυτό φαίνεται και από το κενό ΦΠΑ ότι κι αυτό έχει μειωθεί πολύ.
Να πάμε λίγο και στο ιδιωτικό χρέος. Έχει φύγει μεν από τους ισολογισμούς των τραπεζών, ωστόσο δεν έχει φύγει από την πραγματική οικονομία καθώς βρίσκεται στους servicers και στα funds. Θέλω να σας ρωτήσω αν σας ανησυχεί η πορεία απομείωσης του ιδιωτικού χρέους και αν εκτιμάτε ότι πρέπει να γίνει κάτι σε αυτό το κομμάτι.
Πράγματι τα τελευταία χρόνια έχουμε μια πολύ μεγάλη μείωση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που ήταν στους ισολογισμούς των τραπεζών λόγω της κρίσης. Είχαμε φτάσει να έχουμε 102 δισεκατομμύρια μη εξυπηρετούμενα δάνεια στους ισολογισμούς των τραπεζών ή περίπου το 48% των δανείων τους. Στην ουσία είχαμε ένα πολύ άρρωστο τραπεζικό σύστημα. Κατόπιν πολλών παρεμβάσεων και κυρίως με την παρέμβαση που έκανε η κυβέρνηση με το σύστημα Ηρακλής, που έδωσε κρατική εγγύηση σε τιτλοποιήσεις, το μεγαλύτερο μέρος έφυγε από τις τράπεζες, οι τράπεζες σώθηκαν. Σήμερα έχουμε ένα πολύ υγιές τραπεζικό σύστημα,
Δεν σημαίνει όμως ότι όλα αυτά τα 102 δισεκατομμύρια έφυγαν από την οικονομία. Έχει μεν μειωθεί αυτός ο αριθμός, δεν είναι πια 102 είναι περίπου 80 δισεκατομμύρια, δηλαδή 20 δισεκατομμύρια έχουν όντως φύγει τελείως, έχουν ρυθμιστεί, έχουν φύγει από την οικονομία.
Αλλά υπάρχουν ακόμα 80 δισεκατομμύρια περίπου, κυρίως σε διαχειριστές μη εξυπηρετούμενων δανείων και ταλαιπωρούν ακόμα χιλιάδες επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Εμείς αυτά τα 80 δισεκατομμύρια θέλουμε να μειωθούν πολύ γρηγορότερα. Γιατί; Διότι πρέπει να απελευθερωθεί όλος αυτός ο κόσμος, όλες αυτές οι επιχειρήσεις, οι βιώσιμες επιχειρήσεις, όσες είναι βιώσιμες κι οι περισσότερες έχουμε δει ότι είναι.
Εμάς μας ενδιαφέρει να γίνονται επωφελείς ρυθμίσεις, ούτως ώστε σιγά σιγά αυτό το ποσοστό να μειώνεται. Η κυβέρνηση έχει πάρει μέτρα, έχει πάρει πολλά μέτρα υπέρ των ευάλωτων δανειοληπτών. Άρα σήμερα πρέπει να βελτιώσουμε τις διαδικασίες επίλυσης ιδιωτικού χρέους. Υπάρχουν πολλά μέσα σήμερα και έχουμε προχωρήσει αρκετά τα προηγούμενα χρόνια. Εμείς θέλουμε να επιταχυνθούν αυτές οι διαδικασίες, ούτως ώστε να μειωθεί αυτό το στοκ των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που ακόμα είναι θηλιά στο λαιμό αρκετών βιώσιμων επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Και μην ξεχνάτε ότι έχουν ληφθεί αρκετά μέτρα για τους ευάλωτους δανειολήπτες. Δεν θέλουμε όμως οι στρατηγικοί κακοπληρωτές να μην πληρώνουν, διότι αυτό είναι ένα βάρος για τους υπόλοιπους.
Νομίζω ότι αυτό που πάει καλά και θα πρέπει να δώσουμε πολύ μεγαλύτερη έμφαση σε αυτό, είναι οι συναινετικές ρυθμίσεις.
Για να πετύχουμε λοιπόν μείωση του στοκ πρέπει να επιταχύνουμε, να κάνουμε πιο αποτελεσματικές τις διαδικασίες. Προσέξτε, σε κράτη που μπήκαν σε κρίση και η κρίση δεν ήταν μόνο δημοσιονομική αλλά και τραπεζική, όπως στην Ελλάδα, τα τραύματα ήταν βαθύτερα. Γι’ αυτό, όπως σας είπα πριν, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Πρέπει να προσέχουμε για να έχουμε. Και δεν είναι μόνο το δημοσιονομικό κομμάτι. Είναι. Είναι δημοσιονομική σταθερότητα και χρηματοπιστωτική ευστάθεια. Μαζί πηγαίνουν αυτά.
Για λίγο να βγούμε εκτός συνόρων. Είχαμε την εμπορική συμφωνία των Ηνωμένων Πολιτειών με την Ευρώπη για δασμούς 15%. Πώς μας ακουμπάει αυτό; Τι σημαίνει για την Ελλάδα;
Πρώτα για την Ευρώπη; Αυτό ήταν μια συμφωνία μη χείρον, βέλτιστον. Κατ αρχήν, νομίζω ότι είναι ένα πολύ σημαντικό λάθος των Ηνωμένων Πολιτειών να θέλουν να επιβάλουν δασμούς.
Ποτέ μα ποτέ στην οικονομική ιστορία και στην οικονομική θεωρία οι δασμοί δεν ήταν ένα αποτελεσματικό όπλο. Παρά μόνο ίσως στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, όταν ορισμένες χώρες επέβαλαν δασμούς για να προστατεύσουν τη νηπιακή τους βιομηχανία.
Σήμερα όμως είναι παράλογο από τον παγκόσμιο πρωταθλητή της τεχνολογίας να έχουμε δασμούς. Αυτό δημιουργεί ένα μεγάλο πρόβλημα, κυρίως στην ίδια την Αμερική αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Στην Αμερική θα εκφραστεί κυρίως με στασιμοπληθωρισμό, ενώ στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο που δέχεται τους δασμούς θα έλεγα με αδύναμη οικονομική ανάπτυξη.
Είναι ένα πολύ σημαντικό λάθος των Ηνωμένων Πολιτειών να θέλουν να επιβάλουν δασμούς
Για την Ευρώπη: Τελικά, όταν έχεις να αντιμετωπίσεις από το μεγαλύτερό σου σύμμαχο μια επιμονή για δασμούς, η συμφωνία αυτή στην οποία κατέληξε η Ευρώπη, θα μου επιτρέψετε να την ονομάσω «η συμφωνία μη χείρον βέλτιστον». Θα μπορούσαμε να έχουμε δασμούς όπως η Ελβετία, 40%.
Θα μου πείτε, μα δεν υποχωρήσαμε; Βεβαίως υποχωρήσαμε. Υποχωρήσαμε διότι εμείς τελικά δεν επιβάλαμε δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα. Επιλέξαμε μια σταθερότητα για να προστατεύσουμε τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Υπήρχε άλλος δρόμος; Υπήρχε. Δεν είναι τώρα του παρόντος να εξηγήσω. Έχω κι εγώ τις προσωπικές μου απόψεις ως οικονομολόγος. Πώς αλλιώς θα μπορούσε η Ευρώπη να το αντιμετωπίσει; Θέλει άλλες συμμαχίες, άλλες προσεγγίσεις που νομίζω η Ευρώπη δεν μπορεί σήμερα να τις κάνει.
Άρα λοιπόν, η συμφωνία που αναφέρατε για την Ευρώπη είναι μια συμφωνία μη χείρον βέλτιστον. Με δασμούς 15%.
Την Ελλάδα δεν θα την αγγίξει πάρα πολύ, διότι δεν έχουμε μεγάλες εξαγωγές προς την Αμερική. Θα την αγγίξει βέβαια έμμεσα επειδή έχουμε τουρισμό, έχουμε ναυτιλία και αυτό επηρεάζεται πάρα πολύ από τις παγκόσμιες εξελίξεις.
Επιστρέφουμε λίγο στη ΔΕΘ. Εδώ είμαστε, συζητάμε γι αυτό. Η μεγαλύτερη πρόκληση που βλέπετε για το επόμενο χρονικό διάστημα και μέχρι το 2030 είναι ελάφρυνση φόρων ή ενίσχυση εισοδημάτων;
Η μεγαλύτερη πρόκληση, όπως είπα πριν, είναι να προχωρήσουμε στις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές, μεταρρυθμίσεις, για περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις, άμεσες ξένες επενδύσεις.
Αυτό όμως για να γίνει πρέπει να κάνουμε μεταρρυθμίσεις, να μειώσουμε τη γραφειοκρατία στο Δημόσιο, στα συστήματα αδειοδότησης, να υπάρχει ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, να έχουμε μια παιδεία, η οποία θα παράγει εργαζόμενους για την Ελλάδα, δηλαδή να δούμε τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Να δούμε τι θα κάνουμε με τους μετανάστες, διότι η μετανάστευση είναι απαραίτητη στην Ευρώπη σήμερα. Το έχουν τονίσει όλοι οι κεντρικοί τραπεζίτες. Βλέπουμε προβλήματα στην αγορά εργασίας στη Γερμανία. Αν δεν υπήρχαν οι μετανάστες, το γερμανικό ΑΕΠ σήμερα σε σχέση με το 2019 θα ήταν 7% χαμηλότερο.
Άρα, λοιπόν, πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και ευέλικτοι. Όσον αφορά στην εγχώρια αγορά εργασίας, πρέπει να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών στην παραγωγική διαδικασία. Πρέπει να υπάρξουν μέτρα που θα στηρίξουν την οικογένεια, την σύζευξη επαγγελματικής ζωής με την οικογενειακή ζωή, για να μπορέσουμε να αυξήσουμε τον αριθμό των γεννήσεων στη χώρα μας. Το δημογραφικό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα που πρέπει να το δούμε κατάματα.
Κύριε Διοικητά σας ευχαριστώ πολύ.
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ και εύχομαι καλή επιτυχία.