Με επτά συγκεκριμένους όρους που εγγυώνται τη βιώσιμη ανάπτυξη προς όφελος της τοπικής κοινωνίας, εισέρχεται τις επόμενες εβδομάδες στην επόμενη φάση ο διαγωνισμός για τη μακροχρόνια μίσθωση της οργανωμένης παραλίας «Ακτής Βουλιαγμένης», σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ. Η ΕΤΑΔ προχωρά σε νομικό και τεχνικό έλεγχο των δηλώσεων ενδιαφέροντος, ώστε να ανακοινωθούν τα επενδυτικά σχήματα που θα περάσουν στο δεύτερο στάδιο των δεσμευτικών προσφορών, με τον διαγωνισμό να έχει προσελκύσει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον.
Στόχος της ΕΤΑΔ είναι η ουσιαστική και ποιοτική αξιοποίηση του ακινήτου μέσω αναπτυξιακών παρεμβάσεων που θα αναβαθμίσουν τον χώρο και θα τον αναδείξουν σε πρότυπο προορισμό πράσινου και βιώσιμου τουρισμού με διεθνή αναγνώριση, λαμβάνοντας υπόψη τα μοναδικά χαρακτηριστικά του σημείου και της γύρω περιοχής.
Η ανάπτυξη αυτή βασίζεται σε συνεργασία με τον Δήμο Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης και άλλους εμπλεκόμενους φορείς, ώστε να εξασφαλιστεί η ομαλή ενσωμάτωση της επένδυσης στο φυσικό περιβάλλον και την τοπική κοινωνία, με σεβασμό στις υφιστάμενες χρήσεις της περιοχής.
Οι όροι της σύμβασης μίσθωσης
Ενδεικτικά, όπως αναφέρεται στο παράρτημα Δ του διαγωνισμού, οι όροι σύμβασης μίσθωσης έχουν ως εξής:
- Πιστή τήρηση όλων των κανονιστικών αποφάσεων του δήμου Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης.
- Πιστή τήρηση του ωραρίου κοινής ησυχίας.
- Η μουσική δεν θα υπερβαίνει τα 65db. Από τη δύση του ήλιου έως το πέρας του ωραρίου, απαγορεύεται η χρήση μουσικής στους εξωτερικούς χώρους.
- Υποχρέωση τοποθέτησης και εγκατάστασης ειδικών φίλτρων ενεργού άνθρακα.
- Απαγορεύεται η κοπή δέντρων σε όλο το ακίνητο χωρίς την προηγούμενη έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία του δήμου.
- Δεν θα επιτρέπεται η εγκατάσταση υψηλών πυλώνων φωτισμού με προβολείς. Στους χώρους του πάρκινγκ και στους πεζοδρόμους, θα επιτρέπεται μόνο φωτισμός χαμηλού ύψους, έως 4 μέτρα, για αποφυγή φωτορύπανσης.
- Δεν θα επιτρέπονται κέντρα νυχτερινής διασκέδασης, κέντρα ζωντανής μουσικής, υπαίθριος κινηματογράφος και υπαίθριο θέατρο.
Καθορισμένες χρήσεις γης
Σύμφωνα με το ΠΔ 254/Δ/5-3-2004, οι καθορισμένες-επιτρεπόμενες χρήσεις γης είναι:
- εγκαταστάσεις αποδυτηρίων,
- χώροι υγιεινής,
- αναψυκτήρια,
- εστιατόρια,
- εμπορικά καταστήματα μέγιστης επιφάνειας 20 τ.μ.,
- γραφεία προσωπικού διαχείρισης της ακτής,
- χώροι φύλαξης παιδιών,
- χώροι παροχής υγειονομικών συμβουλών και υπηρεσιών,
- ιατρείο,
- μικρό γυμναστήριο, και
- βοηθητικοί χώροι μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποθήκευσης.
Προκειμένου αυτές οι χρήσεις να διατηρούν τη φυσιογνωμία και την προσβασιμότητα στην παραλία, η οποία θα λειτουργεί όλο τον χρόνο.
Επενδυτικό ενδιαφέρον και επόμενα βήματα
Η απόφαση της ΕΤΑΔ να προκρίνει τη συγκεκριμένη διαγωνιστική διαδικασία, λόγω της εμβληματικής αξίας του ακινήτου, με στόχο τη διακρίβωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος πριν την υποβολή δεσμευτικών προσφορών, φαίνεται ότι δικαιώνεται από τα επτά σημαντικά επιχειρηματικά σχήματα που συμμετέχουν.
Επιπλέον, μέσα από τον κλειστό διαγωνισμό δύο φάσεων, η ΕΤΑΔ δεν αξιολογεί μόνο τα ποσοτικά κριτήρια των φακέλων, όπως συνήθως συμβαίνει στις ηλεκτρονικές δημοπρασίες (e-auction), αλλά και τα ποιοτικά κριτήρια, με διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες, με στόχο να ολοκληρωθεί η υπογραφή της σύμβασης μέσα στο έτος.
Ο επενδυτής που θα αναδειχθεί ανάδοχος, θα αναλάβει μια στρατηγική επένδυση για την αναβάθμιση των υπηρεσιών και των εγκαταστάσεων της «Ακτής Βουλιαγμένης», προσφέροντας βελτιωμένη εμπειρία στους πιστούς επισκέπτες, ενώ ο εκσυγχρονισμός θα προσελκύσει νέους, οικογένειες και λάτρεις των σπορ και των θαλάσσιων δραστηριοτήτων.
Το εμβληματικό «Ωκεανίς» και οι όροι μίσθωσης
Παράλληλα, η αξιοποίηση του πρώην εστιατορίου «Ωκεανίς», που σήμερα παραμένει κλειστό, θα δώσει τη δυνατότητα για μια αναβαθμισμένη εμπειρία εστίασης και φιλοξενίας, προσιτή στο αθηναϊκό κοινό.
Σημειώνεται ότι η σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης αφορά στην παραλία και τις εγκαταστάσεις της ως έχουν (as is, where is) για 20 έτη, με δυνατότητα παράτασης για ακόμη 10 έτη, με σκοπό τη λειτουργία ως οργανωμένης λουτρικής εγκατάστασης. Με αυτόν τον τρόπο, η ΕΤΑΔ και κατ’ επέκταση το ελληνικό δημόσιο δεν θα επιβαρυνθούν με υψηλό κόστος αναβάθμισης, καθώς την ευθύνη βελτίωσης θα αναλάβει εξ ολοκλήρου ο επενδυτής.