Επενδύσεις σε σειρά στρατηγικών υποδομών με ιδιωτικά αλλά και κρατικά, κυρίως αμερικανικά, κεφάλαια αναμένεται να συμπαρασύρει η μετατροπή της Ελλάδας σε βασικό κόμβο εισαγωγής αμερικανικού LNG, στο πλαίσιο της στρατηγικής στροφής της Ευρώπης προς τις ΗΠΑ για κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών με παράλληλη απομάκρυνση από τη Ρωσία.
Σταθμοί επαναεριοποίησης του υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRUs), λιμενικές εγκαταστάσεις, ναυπηγεία και διασυνδετήριοι αγωγοί, το σύνολο δηλαδή των υποδομών και των υποστηρικτικών υπηρεσιών που απαιτούνται για το κολοσσιαίο πρότζεκτ της στροφής της Ευρώπης προς τις ΗΠΑ, αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο του αμερικανικού ενδιαφέροντος κατά το αμέσως επόμενο διάστημα, καθώς αποτελούν τα διαφορετικά κομμάτια του ίδιου ενεργειακού πάζλ.
Το deal ΗΠΑ – ΕΕ
Υπενθυμίζεται ότι το καλοκαίρι, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης με την κυβέρνηση Τραμπ για τους δασμούς, η Κομισιόν δεσμεύτηκε να αγοράσει αμερικανικά ενεργειακά προϊόντα αξίας 250 δισ. δολαρίων ετησίως για τρία χρόνια, δηλαδή αθροιστικού ύψους 750 δισ. δολαρίων. Σε συνδυασμό με την απόφαση, σε επίπεδο υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, για πλήρη αποκοπή του ρωσικού αερίου έως το 2028, η Γηραιά Ήπειρος καλείται να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες σχεδόν αποκλειστικά με εισαγόμενο κυρίως από τις ΗΠΑ φυσικό αέριο.
Για να γίνει αυτό απαιτείται να στηθεί τάχιστα μια σύνθετη αλυσίδα logistics, που περιλαμβάνει ένα εκτεταμένο δίκτυο σταθμών επαναεριοποίησης, λιμενικών υποδομών που θα υποστηρίζουν τα πλοία μεταφοράς LNG, ναυπηγικών μονάδων που θα τα συντηρούν, καθώς και ενισχυμένων διασυνδετηρίων αγωγών, ιδίως στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη.
Η χρηματοδότηση
Τα κεφάλαια που απαιτούνται για την επιχείρηση αυτή είναι τεράστια. Μέρος τους θα προέλθει από την Αμερικανική Εταιρεία Χρηματοδότησης Ανάπτυξης (DFC – Development Finance Corporation) ή άλλα κρατικά χρηματοδοτικά εργαλεία, ωστόσο είναι βέβαιο πως θα απαιτηθεί και άντληση πόρων από τον ιδιωτικό τομέα.
Καθοριστικής σημασίας, σε αυτό το πλαίσιο, θεωρείται η σύναψη μακροπρόθεσμων συμβολαίων, όπως το 20ετές που υπεγράφη την προηγούμενη εβδομάδα μεταξύ της ελληνικής κοινοπραξίας ATLANTIC – SEE LNG TRADE A.E. (Atlantic See) – που ίδρυσαν ο Όμιλος ΑΚΤΩΡ (60%) και η ΔΕΠΑ Εμπορίας (40%) – και της αμερικανικής Venture Global Inc., παραγωγού LNG.
Και αυτό διότι, διαθέτοντας χειροπιαστά στοιχεία για τα αναμενόμενα έσοδα, οι εταιρείες μπορούν να προσφεύγουν ευκολότερα σε δανεισμό, με τη διασφαλισμένη ορατότητα ροών να διευκολύνει την προσέλκυση χρηματοδότησης και ιδιωτικών κεφαλαίων.
Νέα FSRUs στο προσκήνιο
Οι τεράστιες ποσότητες αμερικανικού αερίου που αναμένεται να προωθηθούν προς ανατολάς μέσω της Ελλάδας επαναφέρουν στο τραπέζι τη συζήτηση για τη δημιουργία νέων FSRUs, πέραν της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης.
Στο παρελθόν - κυρίως κατά την ενεργειακή κρίση του 2022 - είχαν τεθεί επί τάπητος προτάσεις για νέους σταθμούς επαναεριοποίησης σε Κόρινθο, Βόλο και Θεσσαλονίκη, με τη σχετική συζήτηση να σβήνει αθόρυβα μετά την αποκλιμάκωση των τιμών του φυσικού αερίου και την επάνοδο σε μια σχετική κανονικότητα.
Με τη δέσμευση της Ευρώπης έναντι της κυβέρνησης Τραμπ να διασφαλίζει πλέον τη διαρκή ροή LNG, δεν αποκλείεται να δούμε να αναθερμαίνεται η συζήτηση για τα πρότζεκτ αυτά, τα οποία πλέον αποκτούν νέο στρατηγικό ρόλο.
Ενδεικτική είναι η εκτίμηση του Αντιπροέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της Gastrade, Κωνσταντίνου Σιφναίου, ότι «από την Ελλάδα μπορούν να εξάγονται 10 bcm το χρόνο, δηλαδή αυτό σημαίνει 100 LNG cargo πλοία στα FSRU ετησίως».
Στο πλαίσιο της P-Tec, ο κ. Σιφναίος τόνισε εξάλλου ότι η Gastrade δρομολογεί τη δημιουργία δεύτερου FSRU, εξηγώντας πως η Αλεξανδρούπολη αλλάζει την ενεργειακή ισορροπία τροφοδοτώντας ήδη με φυσικό αέριο τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Βόρεια Μακεδονία και τη Σερβία. «Είμαστε booked για τα επόμενα 2-3 χρόνια», είπε ο κ. Σιφναίος χαρακτηριστικά.
Αγωγοί και ναυπηγεία
Το ενδεχόμενο παρεμβάσεων για αύξηση της χωρητικότητας και βελτίωση της διασυνδεσιμότητας στο δίκτυο αγωγών των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης αποτελεί μια ακόμη παράμετρο των επενδύσεων που θα απαιτηθούν εντός των επόμενων ετών.
Σε αυτό το πλαίσιο περιλαμβάνονται επενδύσεις όπως η επέκταση του αγωγού IGB (Ελλάδα – Βουλγαρία), για την οποία έχει ήδη εκδοθεί άδεια κατασκευής, με στόχο την αύξηση της δυναμικότητας από 3 σε 5 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως, η αναβάθμιση και ανακατεύθυνση ροής του Διαβαλκανικού αγωγού, στο πλαίσιο του έργου Vertical Gas Corridor, που συνδέει Ελλάδα – Βουλγαρία – Ρουμανία – Ουκρανία καθώς και οι νέες διασυνδέσεις Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας και Σερβίας – Ρουμανίας, που έχουν ενταχθεί στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό διαφοροποίησης πηγών και οδεύσεων φυσικού αερίου.
Το παζλ συμπληρώνουν τα ναυπηγεία, όπου ο αμερικανικός παράγοντας έχει ήδη παρουσία μέσω της ONEX Shipyards & Technologies Group, με επενδύσεις στη Σύρο (Νεώριον) και στην Ελευσίνα, έργο που έχει χρηματοδοτηθεί και υποστηριχθεί από την U.S. DFC.
→ Διαβάστε επίσης: Ρεύμα: Με φόντο την αύξηση 21% στη χονδρική τα τιμολόγια Νοεμβρίου – Στο +53,5% από τον Αύγουστο
Οι υδρογονάνθρακες
Αξίζει να σημειωθεί πως αμερικανικές επενδύσεις στην Ελλάδα συμπαρασύρει και η παρουσία των ΗΠΑ στον τομέα της έρευνας - εξόρυξης υδρογονανθράκων, με πιο πρόσφατη εξέλιξη τη συμμετοχή της ExxonMobil στο μπλοκ Block 2 στο Ιόνιο Πέλαγος με ποσοστό 60% και ρόλο χειριστή (operator), σε συνεργασία με την Energean (30%) και τη HelleniQ Energy (10%).
Η συμφωνία σηματοδοτεί τη νέα φάση της ερευνητικής δραστηριότητας της ExxonMobil στην Ελλάδα, μετά τις σεισμικές έρευνες που ολοκληρώθηκαν δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Οι πρώτες γεωτρήσεις στο Ιόνιο εκτιμάται ότι μπορούν να ξεκινήσουν εντός της επόμενης τριετίας, με το συνολικό ύψος της επένδυσης να υπολογίζεται σε περίπου 5 δισ. ευρώ σε περίπτωση εμπορικά αξιοποιήσιμων ευρημάτων.