Δύο μέτρα και δύο σταθμά ισχύουν στους μέσους μισθούς που καταβάλλονται στη χώρα μας ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης, ενώ διατηρούνται οι μισθολογικές ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών. Κατά τάλλα, σε ανοδική πορεία βρίσκεται ο αριθμός των ασφαλισμένων λόγω μείωσης της ανεργίας και της αύξησης της απασχόλησης.
Η εικόνα αναμένεται να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο αν οι κοινωνικοί εταίροι ανταποκριθούν στην πράξη στις διευκολύνσεις για την υπογραφή νέων συλλογικών συμβάσεων εργασίας που παρέχει πλέον το 5ετές σχέδιο δράσης του υπουργείου Εργασίας, το οποίο αναμένεται να νομοθετηθεί στις αρχές του χρόνου.
Το πρώτο εξάμηνο του 2025 είχαν υπογραφεί μόλις 25 κλαδικές συμβάσεις και 170 επιχειρησιακές συμφωνίες, έναντι περίπου 25 κλαδικών συμβάσεων, οι περισσότερες από τις οποίες λήγουν το 2026. Στόχος των νέων ρυθμίσεων είναι να ενισχυθούν οι συλλογικές – κλαδικές – συμβάσεις, καθώς μέσω αυτών καλύπτονται περισσότεροι εργαζόμενοι και, κατά κανόνα, με υψηλότερους μισθούς. Από τις κλαδικές συμβάσεις που είναι σε ισχύ, η πολυπληθέστερη είναι αυτή του επισιτιστικού και ξενοδοχειακού κλάδου και ακολουθεί εκείνη της ΟΤΟΕ.
Τα στοιχεία του ΕΦΚΑ και οι μισθολογικές αποκλίσεις
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του ΕΦΚΑ (Μάιος 2025), που είναι αξιόπιστα καθώς βασίζονται στις ΑΠΔ, οι μισθωτοί ασφαλισμένοι στον ΕΦΚΑ ανέρχονται σε 2.880.8492, από τους οποίους οι 1.506.538 είναι άνδρες και οι 1.374.311 γυναίκες.
Ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης διαμορφώθηκε στα 1.369,07 ευρώ. Στους άνδρες ανήλθε σε 1.451,41 ευρώ και σε 1.271,99 ευρώ για τις γυναίκες, φέρνοντας στο προσκήνιο το γεγονός ότι στη χώρα μας, περισσότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, παραμένουν οι διαφορές και τα στερεότυπα ανάμεσα στα δύο φύλα. Το ημερομίσθιο για τους άντρες πλήρους απασχόλησης ανέρχεται σε 62,52 ευρώ και για τις γυναίκες σε 55,07 ευρώ.
Το μέγεθος της επιχείρησης καθορίζει τις αποδοχές
Οι εργαζόμενοι σε μεγάλες εταιρείες απολαμβάνουν αισθητά υψηλότερες αμοιβές σε σχέση με εκείνους που απασχολούνται σε μικρές ή πολύ μικρές επιχειρήσεις. Με άλλα λόγια, όσο αυξάνεται το μέγεθος του εργοδότη, τόσο αυξάνεται και ο μέσος μισθός. Δεδομένου ότι το 95% των ελληνικών επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες (απασχολούν λιγότερους από 10 εργαζόμενους), αντιλαμβάνεται κανείς πως αυτό αποτελεί τη βασική αιτία για το συνολικά χαμηλό επίπεδο μισθών στη χώρα.
Για παράδειγμα, στις επιχειρήσεις με πάνω από 10 εργαζόμενους ο μέσος μισθός για τους άνδρες τον Μάιο έφτασε τα 1.550,23 ευρώ και για τις γυναίκες 1.346,40 ευρώ.
Στον αντίποδα, για τις μικρές επιχειρήσεις με προσωπικό μικρότερο των 10 ατόμων, οι μηνιαίες αποδοχές διαμορφώνονται στα 1.065,90 ευρώ για τους άντρες και στα 993,76 ευρώ για τις γυναίκες, με την «ψαλίδα» να κυμαίνεται από 350 έως 500 ευρώ τον μήνα. Κατά μέσο όρο, πάντως, οι μισθοί των μικρών επιχειρήσεων δεν ξεπερνούν τα 1.,032 ευρώ (μεικτά).
Μερική απασχόληση και ηλικιακή κατανομή
Σε δυσμενέστερη θέση ως προς το βιοτικό επίπεδο και την αντιμετώπιση της ακρίβειας βρίσκονται οι 681.747 μισθωτοί που εργάζονται με μερική απασχόληση, καθώς ο μισθός τους ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 579 ευρώ. Στο πεδίο αυτό υπερέχουν αριθμητικά οι γυναίκες μερικώς απασχολούμενες, οι οποίες ξεπερνούν τις 394.667 (58% του συνόλου).
Ο μεγαλύτερος αριθμός ασφαλισμένων «συνωστίζεται» στις ηλικίες 45-49 ετών και αριθμεί περίπου 387.723 άτομα, και ακολουθεί το ηλικιακό γκρουπ 40-44 ετών με 380.666 άτομα.