Η ένταση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν έχει επανέλθει στο προσκήνιο με εκρηκτικό τρόπο, μετά την πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση που έλαβε χώρα στις 22 Απριλίου, στο θέρετρο Παχαλγκάμ, στην ινδική διοικητική περιοχή του Κασμίρ. Η επίθεση, που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 26 ανθρώπους, κυρίως Ινδούς τουρίστες, έχει προκαλέσει νέο κύμα εχθροπραξιών και βαθιά διπλωματική κρίση ανάμεσα στις δύο πυρηνικές δυνάμεις.
Η Ινδία κατηγόρησε για την επίθεση την οργάνωση «The Resistance Front», που φέρεται να έχει δεσμούς με την «Lashkar-e-Taiba», μία από τις πλέον διαβόητες ένοπλες ισλαμιστικές ομάδες της περιοχής. Η κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι απέδωσε ευθύνες στο Πακιστάν, κάνοντας λόγο για άμεση υποστήριξη τρομοκρατών από το Ισλαμαμπάντ και προειδοποιώντας ότι θα υπάρξει ισχυρή απάντηση.
Αντίποινα και στρατιωτική κλιμάκωση
Η απάντηση δεν άργησε. Στο πλαίσιο της επιχείρησης «Sindoor», η Ινδία εξαπέλυσε πυραυλικά και αεροπορικά πλήγματα σε στόχους εντός του Πακιστάν και στο τμήμα του Κασμίρ που τελεί υπό πακιστανικό έλεγχο. Σύμφωνα με ινδικές πηγές, τα πλήγματα αφορούσαν εγκαταστάσεις που σχετίζονται με την υποστήριξη της τρομοκρατίας. Ωστόσο, το Πακιστάν κάνει λόγο για πλήγματα κατά αμάχων, αναφέροντας τουλάχιστον 26 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες, ενώ ισχυρίζεται ότι κατέρριψε πέντε ινδικά μαχητικά.
Εν μέσω αυτής της στρατιωτικής έντασης, η Ινδία ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την αναστολή της Συνθήκης για τα Ύδατα του Ινδού — μιας συμφωνίας-ορόσημο που υπογράφηκε το 1960 και ρύθμιζε τη διανομή των υδάτων των έξι κύριων παραποτάμων του Ινδού μεταξύ των δύο κρατών. Για περισσότερες από έξι δεκαετίες, η συνθήκη θεωρούνταν παράδειγμα σταθερής συνεργασίας, ακόμη και στις πιο σκοτεινές περιόδους της διμερούς ιστορίας.
Με τη φράση «Τα νερά της Ινδίας θα ρέουν μόνο στην Ινδία», ο Μόντι έστειλε σαφές μήνυμα ότι το νερό πλέον μετατρέπεται σε εργαλείο γεωπολιτικής πίεσης.
Ο Ινδός ποταμός ως γραμμή σύγκρουσης
Η αναστολή της συνθήκης αποτελεί πλήγμα για το Πακιστάν, το οποίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους δυτικούς ποταμούς του Ινδού — κυρίως τους Τσενάμπ και Τζεχλούμ — για την άρδευση, την αγροτική παραγωγή και την υδροδότηση δεκάδων εκατομμυρίων κατοίκων.
Η Ινδία, αξιοποιώντας πλέον το νέο δόγμα υδροστρατηγικής αυτονομίας, προχωρά με ταχείς ρυθμούς στην κατασκευή τεσσάρων μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων ισχύος άνω των 3.000 MW. Το Ισλαμαμπάντ αναφέρει ήδη δραματική μείωση της ροής του ποταμού Τσενάμπ — έως και 90%, γεγονός που ενδέχεται να έχει καταστροφικές συνέπειες για τη γεωργία και την επισιτιστική επάρκεια της χώρας.
Η κυβέρνηση του Πακιστάν χαρακτήρισε την ινδική απόφαση «πράξη πολέμου» και ανακοίνωσε ότι ετοιμάζει νομική προσφυγή σε διεθνή φόρα, επιχειρώντας να επαναφέρει τη συνθήκη στο τραπέζι μέσω διπλωματικής πίεσης.
Διεθνής ανησυχία και κίνδυνος περιφερειακής σύρραξης
Η νέα κρίση δεν αφορά μόνο δύο γειτονικά κράτη. Αφορά μια ολόκληρη περιοχή, ήδη ευάλωτη σε περιβαλλοντικούς και γεωπολιτικούς κλυδωνισμούς. Η μετατροπή του νερού — βασικού φυσικού πόρου — σε στρατηγικό όπλο εγκυμονεί κινδύνους που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα.
Η διεθνής κοινότητα έχει ήδη εκφράσει έντονη ανησυχία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Ρωσία και η Ευρωπαϊκή Ένωση καλούν σε άμεση αποκλιμάκωση, ενώ αναλυτές προειδοποιούν ότι η κατάρρευση της Συνθήκης για τα Ύδατα του Ινδού ενδέχεται να ανοίξει τον δρόμο για μια ανεξέλεγκτη σύγκρουση σε μια από τις πιο στρατηγικά κρίσιμες περιοχές του πλανήτη.
Καθώς οι δύο πυρηνικές δυνάμεις εντείνουν την αντιπαράθεσή τους, το μέλλον της Νότιας Ασίας φαίνεται πιο επισφαλές από ποτέ — όχι μόνο για τους κατοίκους της, αλλά και για τη σταθερότητα ενός κόσμου που ήδη δοκιμάζεται.