Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία φαίνεται ολοένα και πιο πιθανό να τερματιστεί μέσα στο επόμενο έτος — με όρους εξαιρετικά δυσμενείς για το Κίεβο.
Η εκτίμηση αυτή βασίζεται κυρίως στην αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την περασμένη εβδομάδα, να καταλήξει σε συμφωνία για τη χρήση των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, ύψους περίπου 210 δισ. ευρώ, προκειμένου να διασφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα της Ουκρανίας και η συνέχιση της πολεμικής της προσπάθειας.
Το «δάνειο επανορθώσεων» που δεν προχώρησε
Η απόρριψη της πρότασης για το λεγόμενο «δάνειο επανορθώσεων» — το οποίο θα ανακύκλωνε τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια που τηρούνται κυρίως σε βελγική τράπεζα εκκαθάρισης — στερεί από την Ουκρανία μια σταθερή και εγγυημένη πηγή χρηματοδότησης για τα επόμενα δύο χρόνια.
Καθοριστικό ρόλο στην απόρριψη έπαιξαν οι νομικές επιφυλάξεις του Βελγίου, καθώς και η απροθυμία του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και της Ιταλίδας πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι να συνταχθούν με τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, παρά τις υψηλές προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί από τους υποστηρικτές του σχεδίου, μεταξύ των οποίων και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση δεν επαρκεί
Η ΕΕ, πάντως, θα συνεχίσει να στηρίζει οικονομικά την Ουκρανία, έχοντας συμφωνήσει σε κοινό δανεισμό ύψους 90 δισ. ευρώ από τις κεφαλαιαγορές, με εγγύηση τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και άτοκη διάθεση των κεφαλαίων στο Κίεβο.
Υπάρχει η σκέψη ότι στο μέλλον θα μπορούσε να προστεθεί και δεύτερο δάνειο, έμμεσα συνδεδεμένο με τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Ωστόσο, μια τέτοια προοπτική παραμένει αβέβαιη και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη μορφή της τελικής συμφωνίας που θα οδηγήσει στον τερματισμό του πολέμου.
Πολιτικά εμπόδια και εκλογικές χρονιές
Η εξασφάλιση νέας χρηματοδότησης δεν θα είναι απλή υπόθεση, ιδίως όταν τα ουκρανικά ταμεία αδειάσουν εκ νέου. Ήδη τρεις χώρες — η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Τσεχία — έχουν επιλέξει να μην συμμετάσχουν στο πρόγραμμα κοινού δανεισμού.
Δεν αποκλείεται να ακολουθήσουν και άλλες, ειδικά ενόψει του 2027, χρονιά κρίσιμων εκλογών σε Γαλλία και Γερμανία. Παράλληλα, με τον Ντόναλντ Τραμπ να παραμένει στον Λευκό Οίκο, οι προσδοκίες για πρόσθετη αμερικανική οικονομική στήριξη είναι περιορισμένες.
Το χρηματοδοτικό κενό της Ουκρανίας
Αν και το υφιστάμενο πακέτο θα αποτρέψει μια άμεση έλλειψη ρευστότητας στις αρχές του επόμενου έτους, η κατανομή του σε βάθος διετίας δεν επαρκεί για να διατηρήσει την Ουκρανία στη μάχη.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας την επόμενη διετία ενδέχεται να αγγίξει τα 160 δισ. δολάρια, λόγω της μειωμένης αμερικανικής στήριξης.
Με απλά λόγια, η Ουκρανία θα χρειαστεί πολύ περισσότερη βοήθεια από την Ευρώπη — κάτι που γίνεται ολοένα και δυσκολότερο πολιτικά και οικονομικά.
Αισιοδοξία στις Βρυξέλλες, σκεπτικισμός στη Μόσχα
Παρά τις δυσκολίες, αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες εμφανίστηκαν αισιόδοξοι μετά τη συμφωνία της περασμένης εβδομάδας. Ο πρόεδρος της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, υπογράμμισε ότι το πακέτο παραμένει συνδεδεμένο με τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή του δανείου μετά το τέλος του πολέμου.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Βέλγος πρωθυπουργός Μπαρτ Ντε Βέβερ χαρακτήρισε τη συμφωνία — ύστερα από σχεδόν 17 ώρες διαπραγματεύσεων — «νίκη για την Ουκρανία, για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και για την ΕΕ».
Το μήνυμα προς τον Πούτιν
Ωστόσο, αυτή δεν είναι η οπτική του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Όπως είχε προειδοποιήσει ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, προσπαθώντας να πείσει τους Ευρωπαίους ηγέτες να στηρίξουν το δάνειο επανορθώσεων:
«Αν ο Πούτιν γνωρίζει ότι μπορούμε να παραμείνουμε ανθεκτικοί για τουλάχιστον μερικά ακόμη χρόνια, τότε το κίνητρό του να παρατείνει τον πόλεμο αποδυναμώνεται σημαντικά».
Με πληροφορίες από Politico