Λίγες μόλις ημέρες μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ από τον οίκο Moody’s, κορυφαίο στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου απευθύνει αυστηρή προειδοποίηση προς την Ουάσιγκτον: Μειώστε το έλλειμμα και τιθασεύστε το χρέος.
«Τα δημοσιονομικά ελλείμματα των ΗΠΑ είναι υπερβολικά υψηλά και απαιτούν σημαντική μείωση», δήλωσε στους Financial Times η Γκίτα Γκοπίναθ, πρώτη αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΔΝΤ. Όπως σημείωσε, το χρέος της χώρας αυξάνεται διαρκώς, ενώ η αβεβαιότητα γύρω από την εμπορική πολιτική, παρά τις επιμέρους θετικές εξελίξεις, παραμένει υψηλή.
Η παρέμβαση Γκοπίναθ έρχεται στον απόηχο της απώλειας του τελευταίου "ΑΑΑ" από τη Moody’s, η οποία επικαλέστηκε το διογκούμενο χρέος και τις ανησυχίες για τη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική πορεία των ΗΠΑ. Ο πρώην πρόεδρος Τραμπ, εν όψει νέας θητείας, έχει ήδη προτείνει την παράταση των φορολογικών ελαφρύνσεων του 2017, κάτι που –σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης– θα εκτινάξει το έλλειμμα σχεδόν στο 9% έως το 2035.
Το ΔΝΤ, τον Απρίλιο, περιέκοψε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη των ΗΠΑ το 2025 στο 1,8%. Παράλληλα, προειδοποίησε πως η πορεία του χρέους προς το ΑΕΠ, που ήδη έχει φτάσει το 98%, είναι μη βιώσιμη εάν δεν υπάρξει συντονισμένη δημοσιονομική πολιτική. «Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ πρέπει να μειωθεί σταδιακά», τόνισε η Γκοπίναθ.
Στο μεταξύ, το στρατόπεδο Τραμπ ρίχνει την ευθύνη στην κυβέρνηση Μπάιντεν. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ χαρακτήρισε την υποβάθμιση «καθυστερημένο δείκτη» και διαμήνυσε πως στόχος είναι η μείωση του ελλείμματος στο 3% έως το τέλος της θητείας του Τραμπ. Παρ’ όλα αυτά, οι χρηματοπιστωτικές αγορές εμφανίζονται επιφυλακτικές.
Το κόστος του δημόσιου δανεισμού έχει ήδη αυξηθεί αισθητά. Η απόδοση του 30ετούς ομολόγου του αμερικανικού δημοσίου άγγιξε το 5,04%, το υψηλότερο επίπεδο από το 2023, αντανακλώντας τις ανησυχίες για τις δημοσιονομικές αντοχές των ΗΠΑ.
Στο πεδίο του εμπορίου, αν και η άρση δασμών με την Κίνα και η συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρούνται θετικές ενδείξεις, η Γκοπίναθ τόνισε ότι το συνολικό δασμολογικό φορτίο των ΗΠΑ παραμένει υψηλό. Οι επιχειρήσεις έχουν ήδη αρχίσει να προσαρμόζουν τη στρατηγική τους, προχωρώντας σε μαζικές αγορές πρώτων υλών υπό τον φόβο νέων δασμών.
«Χρειάζεται χρόνος για να αποτυπωθούν οι συνέπειες αυτών των πολιτικών στα οικονομικά δεδομένα», υπογράμμισε η ίδια, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω αναθεώρησης των προβλέψεων, αν επιβεβαιωθούν τα σενάρια υψηλότερων εμπορικών φραγμών και παρατεταμένων ελλειμμάτων.
Mε πληροφορίες από Financial Times