Μία πρωτοφανής σύγκρουση εξελίσσεται εντός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς οι ίδιοι οι εργαζόμενοι θέτουν υπό αμφισβήτηση τη διοικητική συμπεριφορά της. Μέσω επιστολής προς την πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ, η Επιτροπή Προσωπικού της ΕΚΤ καταγγέλλει την τράπεζα για «αντιδημοκρατική» λειτουργία και αδιαφάνεια, υπό το βάρος πολλαπλών καταγγελιών για ευνοιοκρατία, εξουθενωτικές συνθήκες εργασίας και διατάξεις που πλήττουν τη συλλογική φωνή των εργαζομένων.
Στην επιστολή, που εξασφάλισαν οι Financial Times, η Επιτροπή Αντιπροσώπευσης Προσωπικού υποστηρίζει ότι οι αρχές του κράτους δικαίου, τις οποίες επαίνεσε η ίδια η πρόεδρος πρόσφατα ως κορυφαίο συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρώπης, παραβιάζονται συστηματικά εντός της ίδιας της ΕΚΤ.
«Λυπούμαστε που διαπιστώνουμε πως τα ιδεώδη που διακηρύσσει η τράπεζα εξωτερικά δεν εφαρμόζονται εντός της», γράφει ο Κάρλος Μπόουλς, πρόεδρος της Επιτροπής Προσωπικού.
Το κρίσιμο σημείο της αντιπαράθεσης αφορά την αλλαγή που προτείνει η ΕΚΤ στον τρόπο λειτουργίας του Συμβουλίου Έργου («works council»): πρόκειται για εκλεγμένους εκπροσώπους του προσωπικού που υπό το γερμανικό εργατικό δίκαιο, απασχολούνται αποκλειστικά για υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ενώ συνεχίζουν να λαμβάνουν τον πλήρη μισθό τους. Η ΕΚΤ, ως θεσμός εκτός εθνικής δικαιοδοσίας, επικαλείται την απαγόρευση εφαρμογής τέτοιου δικαίου στην περίπτωσή της – με αποτέλεσμα οι αντιπρόσωποι να καλούνται να επιστρέψουν σε καθημερινή εργασία.
Ο Μπόουλς περιγράφει την ΕΚΤ ως «νομικό οχυρό χωρίς λογοδοσία», ενώ σε τετρασέλιδο κείμενο καταγγέλλει ευρεία δυσαρέσκεια του προσωπικού, υψηλά ποσοστά επαγγελματικής εξουθένωσης, καταγγελίες για ευνοιοκρατία και ευάλωτη μοριοδότηση συναδέλφων με προσωρινές συμβάσεις.
Σε πρόσφατη έρευνα της συνδικαλιστικής οργάνωσης Ipso, το 77% των περίπου 1.400 συμμετεχόντων δήλωσαν ότι η ανάπτυξη μέσα στον οργανισμό εξαρτάται από το «γνωστό το σωστό άτομο», ενώ μόλις το 19% πίστευε ότι οι πιο ικανοί προωθούνται πραγματικά.
Ο Μπόουλς επίσης ισχυρίζεται ότι η ΕΚΤ συνδυάζει ρόλους εργοδότη και νομοθέτη, προκαλώντας σύγκρουση συμφερόντων και υπονομεύοντας την ανεξάρτητη έκφραση των ειδικών απόψεων του προσωπικού. Η τράπεζα, σύμφωνα με τον ίδιο, καταπιέζει τη μοναδική θεσμική φωνή αντίβαρου – το ίδιο το συμβούλιο εργαζομένων.
Η απάντηση της ΕΚΤ
Η ΕΚΤ απαντά ότι είναι «απόλυτα δεσμευμένη στο κράτος δικαίου» και λειτουργεί «εντός σαφούς πλαισίου απασχόλησης που ευθυγραμμίζεται με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο Προσωπικού και τελεί υπό την εποπτεία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Υποστηρίζει δε ότι έχει δικαιωθεί σε μεγάλο βαθμό στις σχετικές αγωγές ενώπιον αυτού του δικαστηρίου.
Όσον αφορά την αλλαγή των αρμοδιοτήτων των εκπροσώπων του προσωπικού που σχεδιάζεται να εφαρμοστεί μέχρι τα μέσα του 2026, η ΕΚΤ διαβεβαιώνει ότι αποσκοπεί στο να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ των επαγγελματικών υποχρεώσεων και της εκπροσώπησης των εργαζομένων, επιτρέποντας παράλληλα την «προσαρμογή στην αποστολή και τη δημόσια εντολή της κεντρικής τράπεζας».
Στο μεταξύ, ευρωπαϊκές συνδικαλιστικές ενώσεις, όπως η EPSU και η γερμανική Verdi, έχουν ήδη απευθυνθεί προς την Λαγκάρντ ζητώντας να εγκαταλείψει την πρόταση αλλαγών, υπογραμμίζοντας την προτεραιότητα της προστασίας των θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων.