Η πολιτική αβεβαιότητα στη Γαλλία επαναφέρει στο προσκήνιο τα spreads των κρατικών ομολόγων χωρών της ευρωζώνης και τον πιθανό αντίκτυπό τους στο ευρώ. Οι αποδόσεις των γαλλικών τίτλων κινούνται ανοδικά έναντι των γερμανικών bunds και, σύμφωνα με ανάλυση της ING, αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα ή και να αυξηθούν περαιτέρω.
Όπως επισημαίνει η τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξακολουθεί να αποτελεί αξιόπιστο «δίχτυ ασφαλείας» απέναντι σε έντονες αναταράξεις. Είναι σημαντικό δε το γεγονός πως, ακόμη κι αν το spread OAT – Bund (δηλαδή η διαφορά απόδοσης μεταξύ γαλλικών και γερμανικών ομολόγων) συνεχίσει να διευρύνεται λόγω δημοσιονομικών πιέσεων, για το ευρώ μεγαλύτερη σημασία έχει η ταχύτητα των μεταβολών παρά το απόλυτο επίπεδο τους.
Το spread
Το τελευταίο διάστημα το spread ανάμεσα στα γαλλικά κρατικά ομόλογα (OATs) και τα γερμανικά Bunds διευρύνθηκε αισθητά, καθώς οι αγορές προεξοφλούσαν την πιθανότητα καταφυγής της κυβέρνησης Μπαϊρού σε ψήφο εμπιστοσύνης. Σύμφωνα με την ING, η πολιτική αναταραχή εξακολουθεί να υποδεικνύει περαιτέρω άνοδο, οδηγώντας το spread των δεκαετών ομολόγων σε επίπεδα αντίστοιχα με τον Ιούλιο του 2024, όταν ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές και οι αποδόσεις των OATs εκτινάχθηκαν. Ωστόσο, εξακολουθεί να κινείται χαμηλότερα από την περίοδο της έντονης αναταραχής που ακολούθησε την πτώση της κυβέρνησης του Μισέλ Μπαρνιέ τον Δεκέμβριο.
Η βασική διαφορά σε αυτή τη συγκυρία είναι ότι επιτρέπεται εκ νέου η διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών, γεγονός που εντείνει την αβεβαιότητα τόσο στο πολιτικό όσο και στο δημοσιονομικό πεδίο.
Επιπλέον, το περιβάλλον της αγοράς ενδέχεται να μην παραμείνει τόσο ευνοϊκό για τα spreads όσο στο πρόσφατο παρελθόν. Τα ευρωπαϊκά κρατικά ομόλογα είχαν επωφεληθεί σημαντικά από τη χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Ωστόσο, οι αγορές πλέον εκτιμούν ότι η πιθανότητα νέας μείωσης επιτοκίων περιορίζεται, βλέποντας ακόμα και ολοκλήρωση του κύκλου χαλάρωσης. Την ίδια στιγμή, η ποσοτική σύσφιξη συνεχίζει να ασκεί ανοδικές πιέσεις στις αποδόσεις σε διεθνές επίπεδο, ιδιαίτερα για τις χώρες με πιο ευάλωτα δημοσιονομικά μεγέθη.
Κίνδυνοι και προοπτικές
Η ING επισημαίνει ότι, σε ιστορικό πλαίσιο, η αύξηση των γαλλικών spreads παραμένει μέχρι στιγμής συγκρατημένη. Αυτό όμως αναδεικνύει τους κινδύνους περαιτέρω ανόδου, εάν οι πολιτικές εντάσεις ενταθούν. Την τελευταία δεκαετία, το spread μεταξύ των ιταλικών και των γερμανικών ομολόγων ξεπέρασε τις 300 μονάδες βάσης, ενώ και τα ισπανικά spreads κινούνταν σε επίπεδα σαφώς υψηλότερα από τα τρέχοντα της Γαλλίας. Η ουσιαστική αποκλιμάκωση σε Ιταλία και Ισπανία ήρθε χάρη στη βελτίωση των δημοσιονομικών τους μεγεθών. Στην περίπτωση της Γαλλίας, ωστόσο, δεν διαφαίνεται ακόμη μια ξεκάθαρη πορεία προς τη δημοσιονομική μεταρρύθμιση.
Η ΕΚΤ εξακολουθεί να διαθέτει σημαντικά εργαλεία για να αποτρέψει μια υπερβολική διεύρυνση των spreads. Σε θεωρητικό επίπεδο, μπορεί να ενεργοποιήσει το Transmission Protection Instrument (TPI), εφόσον τα υψηλά επιτόκια στα γαλλικά ομόλογα (OATs) αρχίσουν να υπονομεύουν την άσκηση της νομισματικής πολιτικής. Παρότι η ενεργοποίησή του συνδέεται με τη συμμόρφωση στους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε., η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να παρακάμψει αυτή την προϋπόθεση εφόσον κρίνει ότι διακυβεύεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Έτσι, ακόμη και μόνο η ύπαρξη του εργαλείου λειτουργεί καθησυχαστικά για τις αγορές.
Δημοσιονομικοί κίνδυνοι και αξιολογήσεις
Βασικός κίνδυνος για τη Γαλλία το επόμενο διάστημα παραμένει η πιθανότητα νέων υποβαθμίσεων, σε περίπτωση που τα σχέδια δημοσιονομικής προσαρμογής χαλαρώσουν. Όπως επισημαίνει η ING, η σύγκριση των spreads με τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις δείχνει ότι η αγορά έχει ήδη ενσωματώσει σε μεγάλο βαθμό μέρος αυτών των αρνητικών σεναρίων.
Παρ’ όλα αυτά, οι αποδόσεις δεν καθορίζονται μόνο από την πιστοληπτική αξιολόγηση μιας χώρας. Παράγοντες όπως τα ασφάλιστρα ρευστότητας, οι πιέσεις από την πλευρά της προσφοράς και το γενικότερο κλίμα στην αγορά παίζουν εξίσου κρίσιμο ρόλο. Έτσι, τα ήδη διευρυμένα spreads της Γαλλίας δεν αποκλείεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, εάν η πολιτική κρίση κλιμακωθεί και διαβρώσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Η επίδραση στην αγορά συναλλάγματος
Μέχρι στιγμής, η πολιτική αστάθεια στη Γαλλία έχει περιορισμένο αποτύπωμα στις αγορές συναλλάγματος. Όπως τονίζει η ING, η συσχέτιση του ευρώ με τα spreads κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης παραμένει συνήθως χαμηλή, εκτός από σύντομες περιόδους έντονης αναταραχής. Στην περίπτωση της Ιταλίας, το «κατώφλι αντίδρασης» για το ευρώ έχει εντοπιστεί περίπου στις 200 μονάδες βάσης, με τις αιφνίδιες υπερβάσεις αυτού του σημείου να οδηγούν σε ισχυρότερη σύνδεση μεταξύ spread και ισοτιμίας.
Για τη Γαλλία δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια κάποιο «κατώφλι κινδύνου», καθώς αναταραχές καταγράφονται σπανιότερα και, διαχρονικά, διαρκούν λιγότερο. Ωστόσο, η ING υπενθυμίζει ότι ισχυρή συσχέτιση της ισοτιμίας ευρώ - δολαρίου με το spread OAT - Bund (γαλλικών - γερμανικών ομολόγων) εμφανίζεται μόνο σε περιόδους ακραίας μεταβλητότητας, όταν ο εξαμηνιαίος δείκτης z-score (που μετρά πόσο αποκλίνει μια μεταβολή από τον μέσο όρο των τελευταίων έξι μηνών) υπερβαίνει το +5 - δηλαδή, όταν το spread κινείται πολύ πέρα από τα συνηθισμένα στατιστικά όρια. Αυτό συνέβη μόλις τρεις φορές τα τελευταία 15 χρόνια: το 2011 (κρίση χρέους), το 2020 (Covid) και τον Ιούλιο 2024 (εκλογές).
Προοπτικές για το ευρώ
Οι πολιτικές και δημοσιονομικές εξελίξεις στη Γαλλία δεν θεωρούνται αυτή τη στιγμή καθοριστικός κίνδυνος για το ευρώ. Μπορεί να υπάρξουν βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις, ωστόσο - όπως τονίστηκε - η εμπειρία δείχνει ότι για τις αγορές μεγαλύτερη σημασία έχει ο ρυθμός με τον οποίο αλλάζουν τα spreads, παρά το απόλυτο επίπεδό τους.
Η ύπαρξη του TPI της ΕΚΤ λειτουργεί ως επιπλέον εγγύηση ώστε να μη διαφοροποιηθούν οι βασικές προβλέψεις για την ισοτιμία ευρώ – δολαρίου. Ουσιαστικά, η πορεία της ισοτιμίας EUR/USD καθορίζεται κυρίως από τις εξελίξεις γύρω από το δολάριο: η Fed διαθέτει πολύ μεγαλύτερα περιθώρια για μειώσεις επιτοκίων σε σχέση με την ΕΚΤ, ενώ οι εμπορικές πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζουν να ενισχύουν το αμερικανικό νόμισμα. Για το ευρώ, ο πιο ουσιαστικός κίνδυνος δεν προέρχεται από τα spreads, αλλά από τις γεωπολιτικές εξελίξεις – όπως τα τεκταινόμενα στην Ουκρανία.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ING διατηρεί αμετάβλητη την εκτίμησή της για την ισοτιμία ευρώ–δολαρίου, προβλέποντας την ισοτιμία στο 1,17 έως το τέλος του τρίτου τριμήνου και στο 1,20 μέχρι το τέλος του έτους.