Το παγκόσμιο χρέος έχει σταθεροποιηθεί, αλλά παραμένει σε υψηλά επίπεδα, καθώς η συνεχιζόμενη μείωση του δανεισμού του ιδιωτικού τομέα αντισταθμίζεται από την αύξηση του δανεισμού των κυβερνήσεων, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΔΝΤ για το 2024.
Το συνολικό χρέος δεν παρουσίασε σημαντικές μεταβολές το περασμένο έτος, παραμένοντας λίγο πάνω από το 235% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Το ιδιωτικό χρέος μειώθηκε κάτω από το 143% του ΑΕΠ, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2015, αντανακλώντας τη μείωση του χρέους των νοικοκυριών και τη μικρή μεταβολή στο χρέος των επιχειρήσεων. Αντίθετα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε σχεδόν 93%, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του ΔΝΤ.
Σε δολάρια ΗΠΑ, το συνολικό χρέος αυξήθηκε ελαφρά στα 251 τρισ. δολάρια, με το δημόσιο χρέος να αυξάνεται στα 99,2 τρισ. δολάρια και το ιδιωτικό χρέος να μειώνεται στα 151,8 τρισ. δολάρια.
ΗΠΑ και Κίνα στην αιχμή των αυξήσεων
Αυτοί οι παγκόσμιοι μέσοι όροι υποκρύπτουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών και των εισοδηματικών ομάδων. Οι ΗΠΑ και η Κίνα συνεχίζουν να διαδραματίζουν κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση της παγκόσμιας δυναμικής του χρέους, όπως έδειξε η έκδοση του Fiscal Monitor του Απριλίου.
Ωστόσο, και τα επίπεδα χρέους και ελλείμματος σε πολλές χώρες εξακολουθούν να είναι υψηλά και ανησυχητικά σε σχέση με τα ιστορικά πρότυπα, τόσο σε προηγμένες όσο και σε αναδυόμενες οικονομίες.
Στις ΗΠΑ, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε πέρυσι στο 121% του ΑΕΠ (από 119%), ενώ στην Κίνα αυξήθηκε στο 88% (από 82%). Εξαιρουμένων των ΗΠΑ, το δημόσιο χρέος στις αναπτυγμένες οικονομίες μειώθηκε κατά περισσότερο από 2,5 μονάδες, στο 110% του ΑΕΠ.
Οι αυξήσεις σε ορισμένες μεγάλες αναπτυγμένες οικονομίες, όπως η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αντισταθμίστηκαν από τις μειώσεις στην Ιαπωνία και σε μικρότερες οικονομίες, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία.
Εξαιρουμένης της Κίνας, το δημόσιο χρέος στις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες μειώθηκε ελαφρά, σε ποσοστό κάτω του 56% κατά μέσο όρο.
Οι τάσεις του ιδιωτικού χρέους διέφεραν σημαντικά μεταξύ των χωρών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες σημείωσαν σημαντική μείωση κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες, στο 143% του ΑΕΠ, ενώ η Κίνα κατέγραψε αύξηση κατά 6 μονάδες, στο 206% του ΑΕΠ.
Μεταξύ άλλων αναδυόμενων αγορών και αναπτυσσόμενων οικονομιών, ο ιδιωτικός δανεισμός αυξήθηκε σε μεγαλύτερες οικονομίες όπως η Βραζιλία, η Ινδία και το Μεξικό, αλλά μειώθηκε στη Χιλή, την Κολομβία και την Ταϊλάνδη.
Διαβάστε επίσης: Χρέος: Σημείωσε τη μεγαλύτερη μείωση στην ΕΕ - Παραμένει το υψηλότερο
Τι καθορίζει τις τάσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους
Το επίμονα υψηλό παγκόσμιο δημοσιονομικό έλλειμμα, που κυμαίνεται κατά μέσο όρο γύρω στο 5% του ΑΕΠ, είναι ο κύριος παράγοντας που οδηγεί στην αύξηση του δημόσιου χρέους.
Το έλλειμμα αυτό εξακολουθεί να αντανακλά το βάρος από πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην περίοδο της Covid-19, όπως επιδοτήσεις και κοινωνικές παροχές, σε συνδυασμό με την αύξηση της δαπάνης για τόκους.
Η μείωση του ιδιωτικού χρέους οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, ανάλογα με τη χώρα και την εισοδηματική ομάδα. Σε πολλές προηγμένες οικονομίες, οι εταιρείες δανείζονται λιγότερο, πιθανώς ως αντίδραση στις υποτονικές προοπτικές ανάπτυξης, συνεχίζοντας μια τάση που ξεκίνησε το 2023.
Στις ΗΠΑ, οι ισχυροί ισολογισμοί των επιχειρήσεων και τα διαθέσιμα μετρητά συμβάλλουν επίσης στη μείωση του εταιρικού δανεισμού. Σε άλλες περιπτώσεις, η αύξηση του δημόσιου χρέους, παράλληλα με τη μείωση του ιδιωτικού χρέους, υποδηλώνει ένα φαινόμενο εκτόπισης (crowd out) του ιδιωτικού τομέα από διαθέσιμες πιστώσεις.
Στην Κίνα, η αύξηση του ιδιωτικού χρέους οφείλεται κυρίως στο χρέος των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων. Η ανάκαμψη, παρά τη συνεχιζόμενη αδυναμία του τομέα των ακινήτων, αντανακλά την ακόμη άφθονη προσφορά πιστώσεων, ιδίως για τη στήριξη στρατηγικών τομέων.
Αντίθετα, το χρέος των νοικοκυριών μειώθηκε ελαφρά καθώς η χαμηλή ζήτηση στεγαστικών δανείων και οι ανησυχίες για την απασχόληση και την αύξηση των μισθών συνεχίζουν να επιβαρύνουν αρνητικά τον δανεισμό των ιδιωτών και τις επενδύσεις.