Η καθημερινότητα των πολιτών συνεχίζει να γίνεται ακριβότερη, παρά τις προσδοκίες ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα υποχωρούσαν πιο γρήγορα. Τα νεότερα στοιχεία δείχνουν πως η ακρίβεια όχι μόνο δεν έχει εξαφανιστεί, αλλά αποκτά πιο μόνιμα χαρακτηριστικά, επηρεάζοντας όλο και περισσότερους τομείς της οικονομίας.
Μετά από ένα σύντομο διάστημα ήπιας αποκλιμάκωσης, ο πληθωρισμός πήρε ξανά την ανιούσα τον Νοέμβριο, επιβεβαιώνοντας ότι οι πιέσεις στην αγορά παραμένουν ισχυρές. Για τα νοικοκυριά, αυτό μεταφράζεται σε λιγότερο διαθέσιμο εισόδημα και μεγαλύτερη δυσκολία στην κάλυψη βασικών αναγκών.
Στο επίκεντρο τα τρόφιμα και το κόστος στέγασης
Ιδιαίτερα έντονο είναι το πρόβλημα στα τρόφιμα. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 2,7%, με βασικά προϊόντα καθημερινής κατανάλωσης – όπως το μοσχάρι, το αρνί, τα γαλακτοκομικά και τα φρούτα – να συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες ανατιμήσεις του μήνα.
Ακόμη και εκεί όπου καταγράφονται μειώσεις, όπως στο ελαιόλαδο, η συνολική εικόνα παραμένει επιβαρυμένη, καθώς η τιμή του εξακολουθεί να είναι υπερδιπλάσια σε σύγκριση με το 2020.
Την ίδια στιγμή, το κόστος στέγασης συνεχίζει να πιέζει ασφυκτικά τα νοικοκυριά. Τα ενοίκια κινούνται ανοδικά, ενώ ακριβότερες γίνονται και οι εργασίες επισκευής και ανακαίνισης κατοικιών. Παράλληλα, αυξήσεις καταγράφονται σε υπηρεσίες υγείας, στα αεροπορικά εισιτήρια, στη διαμονή σε τουριστικά καταλύματα, αλλά και στην εστίαση και το έτοιμο φαγητό.
Το πιο ανθεκτικό μέτωπο
Στο επίκεντρο της ανησυχίας βρίσκεται ο δομικός πληθωρισμός, δηλαδή ο δείκτης που αποτυπώνει τις πιο βαθιές και ανθεκτικές αυξήσεις τιμών, αφήνοντας εκτός τα πιο ευμετάβλητα στοιχεία, όπως η ενέργεια και τα τρόφιμα. Αυτός ο δείκτης θεωρείται κρίσιμος, γιατί δείχνει αν οι ανατιμήσεις έχουν «ριζώσει» στην οικονομία.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Κομισιόν, η Ελλάδα εμφανίζει σταθερά υψηλότερο δομικό πληθωρισμό από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Το χάσμα καταγράφηκε στο 0,6% το 2022 και στο 0,4% το 2023, διευρύνθηκε το 2024 και εκτιμάται ότι φέτος θα φτάσει το 1,1%, πριν περιοριστεί ελαφρώς τα επόμενα χρόνια.
Τα στοιχεία της Eurostat επιβεβαιώνουν την εικόνα, δείχνοντας ότι τον Νοέμβριο το χάσμα άνοιξε ξανά, με τον δομικό πληθωρισμό στην Ελλάδα να διαμορφώνεται στο 2,8%. Καθοριστικό ρόλο παίζουν οι υπηρεσίες, όπου οι αυξήσεις είναι πιο «ανθεκτικές» και δύσκολα υποχωρούν.
→ Διαβάστε επίσης: Κομισιόν: Δημοσιονομικό «καμπανάκι» για φοροαπαλλαγές, κενό ΦΠΑ και παραοικονομία
Προκλήσεις για την ανταγωνιστικότητα
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί σοβαρή πρόκληση, καθώς ο δομικός πληθωρισμός επηρεάζει άμεσα την ανταγωνιστικότητα της χώρας μέσα στη ζώνη του ευρώ. Όσο οι τιμές αυξάνονται ταχύτερα από τους εταίρους, τόσο δυσκολεύει η θέση της οικονομίας.
Σε ένα περιβάλλον διεθνών κρίσεων που επηρεάζουν την ενέργεια, τις μεταφορές και τον πρωτογενή τομέα, η αποκλιμάκωση δεν θεωρείται εύκολη υπόθεση. Τα ευρωπαϊκά στοιχεία αναδεικνύουν την ανάγκη αντιμετώπισης χρόνιων στρεβλώσεων στην αγορά, ώστε να περιοριστούν οι πιέσεις στις τιμές και να προστατευτούν τόσο τα εισοδήματα όσο και η συνολική δυναμική της ελληνικής οικονομίας.