Η χθεσινή πρόταση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτη Φάμελλου, περί «συμπόρευσης» με τον Αλέξη Τσίπρα φέρνει εκ νέου στην επιφάνεια τις βαθιές ρωγμές στην ελληνική Αριστερά. Η εισήγηση που πέρασε με συντριπτική πλειοψηφία στην Πολιτική Γραμματεία του κόμματος, παρά την έντονη αντίδραση του ηγετικού στελέχους και βουλευτή, Παύλου Πολάκη, αναδεικνύει ένα κρίσιμο διακύβευμα: πώς θα ορίσει η Αριστερά τη σχέση της με τον ηγέτη που την εγκατέλειψε και ποια θα είναι η νέα «ενοποιητική» γραμμή στην πορεία της προς τις εκλογές.
Το πολιτικό μήνυμα Φάμελλου
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Σωκράτης Φάμελλος τόνισε ότι η αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα από τη θέση του βουλευτή εκπέμπει ένα κρίσιμο πολιτικό μήνυμα και δημιουργεί νέα δεδομένα, εφόσον, όπως είπε, «η σχέση του κόμματος με τον Αλέξη Τσίπρα δεν μπορεί να είναι αντιπαραθετική».
Στην κατεύθυνση αυτή, εισηγήθηκε να προχωρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ σε κοινή πορεία με τον Αλέξη Τσίπρα ή το όποιο νέο εγχείρημα αυτός εκπροσωπεί, εφόσον αποσκοπούν στη συγκρότηση ενός ισχυρού προοδευτικού πόλου, στον αντίποδα της Νέας Δημοκρατίας.
Ωστόσο, η αντίδραση του Παύλου Πολάκη δεν άργησε: χαρακτήρισε την κίνηση Τσίπρα ως «διάσπαση», προειδοποιώντας ότι η συμπόρευση που εισηγήθηκε ο πρόεδρος του κόμματος αποδυναμώνει τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μια νέα ενδοκομματική σύγκρουση
Η αντίδραση αυτή αποκαλύπτει μια ακόμα ενδοκομματική σύγκρουση, η οποία δεν αφορά μόνον σε πρόσωπα, αλλά σε στρατηγικές και ταυτότητες. Είναι η σύγκρουση ανάμεσα σε εκείνους που εμφανίζονται ανοικτοί σε μια συνεργασία με τον Τσίπρα και σε εκείνους που τη θεωρούν προοίμιο νέας διάσπασης.
Η εισήγηση Φάμελλου δείχνει ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζει το πολιτικό κεφάλαιο που έφερε ο πρώην πρωθυπουργός («με πρόεδρο τον Αλέξη Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε χαρακτηριστικά κυβερνώσας παράταξης», ανέφερε) και επισημαίνει ότι πρέπει η Αριστερά να μετασχηματιστεί και να διευρυνθεί.
Συμπόρευση ή ρήξη;
Σε αυτό το πλαίσιο, η «συμπόρευση» προβάλλεται ως κίνηση ενίσχυσης του προοδευτικού πόλου, μιας εμπροσθοβαρούς γραμμής κατά της κυβέρνησης, με στόχο να ανακτήσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας.
Ωστόσο, το ρίσκο είναι διπλό: αφ’ ενός η συνεργασία με τον Αλέξη Τσίπρα μπορεί να φέρει «εκ νέου» στον ΣΥΡΙΖΑ τα όσα αρνητικά συνοδεύουν τον πρώην πρόεδρό του και να ξαναγράψει το αφήγημα της Αριστεράς ως προσωπική υπόθεση· αφ’ ετέρου, η αντίδραση Πολάκη και άλλων αποτελεί υπενθύμιση ότι οι εσωτερικές δυναμικές του κόμματος δεν είναι μονολιθικές και ότι η διατήρηση της ενότητας θα απαιτήσει πολύπλοκη διαχείριση διαφορών και στρατηγικών.
Η ανάγκη για απτά βήματα
Η συμπόρευση, όπως την εισηγείται ο Σωκράτης Φάμελλος, χρειάζεται απτά βήματα: κοινό προγραμματικό πλαίσιο, μηχανισμούς ελέγχου της συνεργασίας, σαφή οριοθέτηση των θέσεων που ενώνουν. Η ρητορική ότι «κανείς δεν περισσεύει» δεν αρκεί· χρειάζονται πρακτικά εργαλεία: συγκροτημένα ψηφοδέλτια, τοπικές συμμαχίες, κοινές πολιτικές.
Ωστόσο, η αντίδραση της πλευράς Πολάκη δείχνει ότι το τίμημα για μια τέτοια πορεία θα είναι υψηλό: διακινδυνεύεται η όποια ενότητα έχει απομείνει στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ο πολιτικός του χαρακτήρας. Αν οι διαφωνίες συνεχίσουν και δεν υπάρξει ηγετική επίλυση, η συμπόρευση ενδέχεται να μετατραπεί από στοιχείο ενότητας σε μια ακόμα κρίση, υπό το βλέμμα των ψηφοφόρων.
Το διακύβευμα για την ελληνική Αριστερά
Η ελληνική Αριστερά αντιμετωπίζει εδώ ένα δομικό πρόβλημα: την εκ νέου μετάβαση από κόμμα διαμαρτυρίας σε συνασπισμό δυνάμεων εξουσίας και μαζί την ανάγκη ευρύτερων συμμαχιών χωρίς απώλεια της ταυτότητάς της.
Η πρόταση για συνεργασία με τον Αλέξη Τσίπρα περιλαμβάνει δύο αντιφατικές τάσεις: τη διεύρυνση και την ενότητα από τη μία, τη διαφύλαξη της αυτονομίας και της ιδεολογικής συνέπειας από την άλλη.
Αν η συνεργασία πετύχει, μπορεί να ανασυνθέσει τον προοδευτικό χώρο. Αν η διαμάχη επικρατήσει, τότε ο κίνδυνος είναι η περαιτέρω αποδυνάμωση της Αριστεράς, η μετατόπιση της πολιτικής της βάσης στη μετριοπαθή κεντροαριστερά ή μεγαλύτερος κατακερματισμός.
Σταυροδρόμι και προοπτική
Η πρόταση Φάμελλου για συμπόρευση με τον Τσίπρα αναμφίβολα συνιστά τομή στη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ και ενδεχομένως σημείο καμπής για την ελληνική Αριστερά.
Ενδεικτικό είναι όμως ότι η εφαρμογή της βρίσκεται σε κλοιό εσωκομματικών αντιδράσεων, και ότι η επιτυχία ή αποτυχία της θα κριθεί όχι από τη ρητορική, αλλά από την ικανότητα να μετατραπεί σε πραγματική πολιτική αλλαγή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε ένα ακόμα κρίσιμο σταυροδρόμι: είτε θα αναδείξει μια νέα ενωτική μετάβαση που θα δώσει μήνυμα ανασύνθεσης, είτε θα εγκλωβιστεί στις εσωτερικές αντιφάσεις του, βυθίζοντας περαιτέρω την ίδια την Αριστερά σε κρίση εκπροσώπησης.
→ Διαβάστε επίσης: Κυβέρνηση: Πολιτικό θρίλερ 48 ωρών με την τροπολογία για τον Αγνωστο Στρατιώτη
Το πολιτικό στοίχημα
Αν το εγχείρημα αποτύχει, ο Αλέξης Τσίπρας δεν θα παραμείνει απλώς «ένας παλιός ηγέτης» χωρίς ρόλο στο μέλλον, αλλά θα έχει γίνει και η αφορμή ενός επόμενου κύκλου αποσταθεροποίησης του αριστερού χώρου.
Και τότε, το ζητούμενο θα είναι πόση απόσταση θα χωρίζει όσα υποσχόταν η Αριστερά πριν, και όσα θα παρουσιάσει στην κοινωνία σήμερα.