Τα αγροτικά μπλόκα σε όλη τη χώρα αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο το Σαββατοκύριακο, επιβεβαιώνοντας ότι το κύμα δυσαρέσκειας του αγροτικού κόσμου όχι μόνο δεν υποχωρεί, αλλά αποκτά μεγαλύτερη δυναμική. Πάνω από 20 σημεία αποκλεισμού βρίσκονται πλέον ενεργά, με περισσότερα από 5.000 τρακτέρ σε οδικούς κόμβους, τελωνεία και περιφερειακούς δρόμους από τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία έως την Ήπειρο, τη Δυτική Ελλάδα και τα νησιά.
Το αγροτικό μέτωπο βρίσκεται πλέον σε σημείο καμπής, καθώς οι τοπικές συνελεύσεις σε πολλές περιοχές προετοιμάζουν νέες μορφές πίεσης, ακόμη και συμβολικούς αποκλεισμούς σε λιμάνια και αεροδρόμια.
Παρά τις εκκλήσεις του Μεγάρου Μαξίμου για αυτοσυγκράτηση και «διάλογο χωρίς επεισόδια», η πραγματικότητα δείχνει πως η σχέση κυβέρνησης– αγροτικού κόσμου βρίσκεται σε μία από τις δυσκολότερες φάσεις της τελευταίας δεκαετίας. Η ένταση στα Πράσινα Φανάρια Θεσσαλονίκης και η προσπάθεια πολλών αγροτών να φτάσουν στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» αποτέλεσαν προειδοποιητικό καμπανάκι για την κυβέρνηση, η οποία επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε χαμηλούς τόνους και στην επίκληση του «νόμου και της τάξης».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης ξεκαθάρισε ότι η Πολιτεία δεν θα δείξει «καμία ανοχή σε παραβατικές συμπεριφορές», επαναλαμβάνοντας τη γραμμή περί «κόκκινων γραμμών». Την ίδια στιγμή, υπουργοί και βουλευτές επιχειρούν να διαβεβαιώσουν ότι μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου θα έχουν ολοκληρωθεί όλες οι πληρωμές: η βασική ενίσχυση, το μέτρο 23, οι αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ και παλαιότερες εκκρεμότητες. Το μήνυμα του Μεγάρου Μαξίμου είναι σαφές: «Μόλις μπουν τα χρήματα, τα πνεύματα θα ηρεμήσουν». Ωστόσο αυτό το αφήγημα συναντά όλο και περισσότερη δυσπιστία στις τάξεις των παραγωγών.
Και αυτό διότι η φετινή χρονιά συνοδεύτηκε από καθυστερήσεις, μειωμένες προκαταβολές, αλλά και χιλιάδες αποκλεισμένους από τις πληρωμές λόγω των ελέγχων που επανεκκίνησαν μετά το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Κι όλα αυτά όξυναν τα προβλήματα αλλά και την αντίδραση των αγροτών. Σχεδόν 60.000 εργαζόμενοι στον πρωτογενή τομέα (αγρότες και κτηνοτρόφοι) έχουν βρεθεί εκτός ενισχύσεων μέχρι στιγμής, είτε λόγω λαθών στα στοιχεία, είτε λόγω μη διαθέσιμων βοσκοτόπων, είτε επειδή τα αγροτεμάχιά τους αντιμετωπίζουν προβλήματα με το ΚΑΕΚ (τον δωδεκαψήφιο αριθμό που προσδιορίζει μοναδικά οποιοδήποτε γεωτεμάχιο στον Ελληνικό χώρο). Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι καθαρίζει το σύστημα, όμως οι αγρότες το μεταφράζουν ως «χαμένες πληρωμές σε ένα ήδη δύσκολο έτος».
Η δυσπιστία επιτείνεται από την ευρύτερη οικονομική πίεση στα αγροτικά νοικοκυριά. Ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης των αγροτών, που μετρά την αντίληψη για το παρόν και τις προσδοκίες για το μέλλον, βρίσκεται σε επίπεδα κάτω από το –60, πολύ χαμηλότερα από τον πανελλαδικό μέσο όρο.
Η εικόνα ενός κόσμου που αισθάνεται «εκτός των τειχών», όπως προκύπτει από τις έρευνες, ενισχύει την αίσθηση ότι ο αγροτικός πληθυσμός δεν θεωρεί τον εαυτό του προστατευμένο από τις μεταβολές της οικονομίας και της πολιτικής.
Αυτό το υπόστρωμα κάνει τις σημερινές κινητοποιήσεις διαφορετικές από τις τελετουργικές- συμβολικές διαμαρτυρίες άλλων ετών. Και το γνωρίζει καλά το κυβερνητικό επιτελείο. Τα μεγαλύτερα προβλήματα για τη Νέα Δημοκρατία εντοπίζονται στη Θεσσαλία και την Κρήτη κι αποτελούν τα επίκεντρα του ξεσηκωμού.
Στη Θεσσαλία η φθορά ξεκίνησε με τον «Daniel» και κορυφώθηκε με την υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ. Στην Κρήτη, μετά το σκάνδαλο, σημαντικό μέρος των κονδυλίων θα μειωθεί οριστικά, οδηγώντας σε ένα κύμα αγανάκτησης που έχει ήδη ορατές εκλογικές αποτυπώσεις: οι τελευταίες μετρήσεις δείχνουν τη ΝΔ να υποχωρεί ακόμη και 10–15 μονάδες σε νομούς όπου ιστορικά διατηρούσε ισχυρά ποσοστά.
Η κυβέρνηση αποφεύγει προς το παρόν την πλήρη ενεργοποίηση της κατασταλτικής γραμμής. Το δόγμα «νόμος και τάξη» εφαρμόζεται επιλεκτικά, με την αστυνομία να έχει εντολή να επεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις αποκλεισμού κρίσιμων υποδομών.
Όμως η ισορροπία αυτή είναι εύθραυστη: κάθε εικόνα έντασης μπορεί να πυροδοτήσει νέο γύρο συμμετοχής στα μπλόκα, όπως συνέβη ήδη μία φορά.
Καθώς μπήκαμε στην εβδομάδα των κρίσιμων συνελεύσεων που θα καθορίσουν την πορεία του μετώπου, η κυβέρνηση γνωρίζει ότι η πραγματική μάχη δεν είναι πλέον μόνο δρόμοι ή τελωνεία, αλλά η σχέση της με έναν κόσμο που επί χρόνια αποτελούσε βασικό πυλώνα της εκλογικής της δύναμης.
Ακόμη και αν τα τρακτέρ κάποια στιγμή αποχωρήσουν από τους δρόμους, οι πολιτικές συνέπειες δεν θα αποχωρήσουν μαζί τους. Για πρώτη φορά μετά από καιρό, η φθορά στη βάση δεν μοιάζει πρόσκαιρη, αλλά βαθιά και δομική. Και αυτό ίσως είναι το μεγαλύτερο ρίσκο που έχει μπροστά της η κυβέρνηση ενόψει του προεκλογικού 2026.