Το Ταμείο Ανάκαμψης και η αγωνία των Τραπεζών
Στους διαδρόμους του χρηματοπιστωτικού συστήματος επικρατεί έντονη κινητικότητα γύρω από ένα θέμα που θα καθορίσει τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια: το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Η συζήτηση έχει φύγει προ πολλού από τα τυπικά ανακοινωθέντα και τα τεχνικά δελτία έργων. Το παρασκήνιο είναι πλέον καθαρά πολιτικοοικονομικό.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με το πιο κρίσιμο χρονικό ορόσημο: η απορρόφηση των κονδυλίων του ΤΑΑ μέσα στους επόμενους εννέα μήνες θα κρίνει όχι μόνο την αποτελεσματικότητα του σχεδίου, αλλά και τη σχέση εμπιστοσύνης με τις τράπεζες που έχουν αναλάβει το βάρος της διαχείρισης.
Ο ρόλος του Καραβία
Ο Φωκίων Καραβίας, επικεφαλής της Eurobank, ανέλαβε δημοσίως να περιγράψει αυτό που ιδιωτικά αναγνωρίζουν όλοι: χωρίς τις τράπεζες, το πρόγραμμα δεν θα είχε προχωρήσει. Με δική τους χρηματοδότηση, εγγυήσεις και αυστηρούς μηχανισμούς ελέγχου, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν ήδη συμβασιοποιήσει σχεδόν 8 δισ. ευρώ, κινητοποιώντας συνολικά επενδύσεις ύψους 17,5 δισ. ευρώ.
Στο εσωτερικό του τραπεζικού χώρου, η δήλωση Καραβία ότι «νερό στο κρασί μας δεν θα βάλουμε» δεν θεωρείται φράση ρουτίνας. Αντιθέτως, αποδίδεται ως προειδοποίηση προς όσους στο πολιτικό πεδίο πιέζουν για χαλάρωση των κριτηρίων ώστε να διοχετευτούν χρήματα σε έργα με χαμηλή βιωσιμότητα ή σε επιχειρήσεις που δεν πληρούν τα τραπεζικά στάνταρ. Οι τράπεζες, μετά τη δεκαετή κρίση, θέλουν να αποφύγουν ακόμη και την υπόνοια επιστροφής σε πελατειακές λογικές.
Η πολυπόθητη απορρόφηση
Η συζήτηση για το ποσοστό απορρόφησης έχει αρχίσει να λαμβάνει πολιτική διάσταση. Το οικονομικό επιτελείο επιθυμεί να παρουσιάσει το 2025 ως «έτος κορύφωσης της ανάπτυξης», αξιοποιώντας τις εκταμιεύσεις του Ταμείου ως μοχλό. Ωστόσο, τραπεζικοί κύκλοι προειδοποιούν ότι τα στενά χρονοδιαγράμματα και οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις σε ορισμένα υπουργεία απειλούν να καθυστερήσουν την τελική φάση.
Πίσω από τις δηλώσεις του Καραβία, όσοι γνωρίζουν τα εσωτερικά του συστήματος βλέπουν μια προσπάθεια «προειλημμένης αποστασιοποίησης» των τραπεζών από την πολιτική ευθύνη τυχόν καθυστερήσεων. Όπως σχολιάζει ανώτατο τραπεζικό στέλεχος, «οι επενδύσεις είναι έτοιμες, τα κεφάλαια υπάρχουν – το θέμα είναι ποιος θα τολμήσει να τρέξει τις διαδικασίες».
Το 2025 προμηνύεται έτσι ως χρονιά-κλειδί: οι πόροι του Ταμείου δεν είναι απλώς νούμερα στους πίνακες των υπουργείων, αλλά πολιτικό καύσιμο που μπορεί να καθορίσει το αφήγημα σταθερότητας της κυβέρνησης – και την επιρροή των τραπεζών στο μεταρρυθμιστικό πεδίο.
Το «σιωπηλό στοίχημα» του ΟΔΔΗΧ για το 2026
Η Αθήνα σχεδιάζει να αντλήσει έως και 8 δισεκατομμύρια ευρώ από τις αγορές μέσα στο 2026, σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg. Πίσω από αυτήν τη φαινομενικά τυπική κίνηση, όμως, βρίσκεται ένα πολιτικοοικονομικό στοίχημα που απασχολεί σοβαρά το Μέγαρο Μαξίμου και τον ΟΔΔΗΧ.
Η κυβέρνηση επιδιώκει να διατηρήσει το προφίλ της «πειθαρχημένης οικονομίας», περιορίζοντας τις εκδόσεις χρέους και δίνοντας απόλυτη προτεραιότητα στην πρόωρη αποπληρωμήδανείων από την εποχή των μνημονίων. Το ποσό των 8 δισ. ευρώ θεωρείται συμβολικό – αρκετό για να διατηρηθεί η παρουσία της Ελλάδας στις αγορές, αλλά χαμηλό ώστε να δείξει συνέπεια στο σχέδιο μείωσης του δημόσιου χρέους.
Σύμφωνα με οικονομικούς κύκλους, μία από τις νέες εκδόσεις θα αφορά 10ετές ομόλογο, ενώ στο παρασκήνιο συζητείται η δυνατότητα μερικής πρόωρης αποπληρωμής του δανείου Greek Loan Facility, ακόμη και δέκα χρόνια νωρίτερααπό το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα. Ο στόχος είναι σαφής: να σταλεί μήνυμα σταθερότηταςπρος τις αγορές και τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
Η κυβέρνηση παίζει με τα όρια του δανεισμού
Το ταμειακό απόθεμα, που φθάνει σήμερα τα 46 δισ. ευρώ, αναμένεται να μειωθεί στα 36 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους – επίπεδο που θεωρείται «ασφαλές» για την επόμενη φάση διαχείρισης χρέους. Όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, «το Μαξίμου θέλει να δείξει ότι μπορεί να πληρώνει χωρίς να δανείζεται, και να δανείζεται χωρίς να εξαρτάται».
Η δημοσιονομική εικόνα της χώρας παρακολουθείται στενά από τους οίκους αξιολόγησης. Η Scope Ratings έχει ήδη αναβαθμίσει την Ελλάδα σε BBB με θετική προοπτική, ενώ η Fitch αναμένεται να προχωρήσει σε νέα αξιολόγηση τις επόμενες ημέρες.
Το οικονομικό επιτελείο γνωρίζει ότι το 2026 θα αποτελέσει χρονιά κρίσιμων ισορροπιών. Η κυβέρνηση θέλει να εμφανιστεί ως δύναμη σταθερότητας σε μια Ευρώπη που δοκιμάζεται δημοσιονομικά. Το αφήγημα της «Ελλάδας που αποπληρώνει» δεν είναι απλώς οικονομικό, αλλά πολιτικό μήνυμα αξιοπιστίας – και η επιτυχία του σχεδίου θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό το περιθώριο κινήσεων της χώρας τα επόμενα χρόνια.