Η ιδιωτική εκπαίδευση συνεχίζει την ανοδική της πορεία στην Ελλάδα, με αυξανόμενο αριθμό μαθητών και βελτιωμένους οικονομικούς δείκτες, παρά τις προκλήσεις του ενεργειακού κόστους και της πανδημίας, σύμφωνα με νέα κλαδική μελέτη της ICAP CRIF.
Όπως αναφέρει η μελέτη, στην ελληνική αγορά δραστηριοποιείται σημαντικός αριθμός ιδιωτικών σχολείων, τα οποία προσφέρουν υπηρεσίες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αυξάνοντας σταδιακά το πλήθος των μαθητών τους.
Η Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών & Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF, αναφέρει ότι ο συνολικός αριθμός των μαθητών που επιλέγουν να φοιτήσουν σε ιδιωτικούς φορείς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρουσιάζει συνεχώς αύξηση από το σχολικό έτος 2015/16 και μετά.
Η ανοδική πορεία της εγχώριας οικονομίας, η οποία διατηρήθηκε και το 2024, καθώς η αύξηση του ΑΕΠ ήταν της τάξεως του 2,3%, σε συνδυασμό με την υψηλή ποιότητα των υπηρεσιών και την ολοκληρωμένη εκπαίδευση που παρέχουν αυτά τα σχολεία, συνέβαλαν στην ανάκαμψη του εξεταζόμενου κλάδου.
Ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των ιδιωτικών σχολείων αποτελεί και το γεγονός ότι προσφέρουν πλούσιο πρόγραμμα εξωσχολικών δραστηριοτήτων, καθώς και προσωπική ψυχολογική υποστήριξη στους μαθητές οι οποίοι αντιμετωπίζουν ειδικές μαθησιακές δυσκολίες.
Πανδημία και εξετάσεις
Οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν τα τελευταία έτη (λόγω της πανδημίας) οδήγησαν αρκετούς μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να στραφούν σε ιδιωτικούς φορείς, προκειμένου να αποφύγουν τυχόν «κενά» στη διδακτική ύλη.
Στη βαθμίδα αυτή, οι μαθητές είναι έντονα προσανατολισμένοι στην επίδοσή τους στις πανελλήνιες εξετάσεις προκειμένου να εισέλθουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, γεγονός που εντείνει την ανάγκη ολοκληρωμένης παροχής υπηρεσιών εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με δηλώσεις παραγόντων του κλάδου, στο πλαίσιο της πρωτογενούς έρευνας που διενεργήθηκε σε πλήθος ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, οι συνθήκες αυτές συντέλεσαν σε περαιτέρω αύξηση του αριθμού των μαθητών που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία τα έτη 2022/23 και 2023/24.
Συγκεκριμένα, το 2022/23 υπολογίζεται ότι ο αριθμός των μαθητών αυξήθηκε 4,8%, ενώ το τελευταίο σχολικό έτος (2023/24) εκτιμάται περαιτέρω άνοδος 2,8%.
Η άνοδος των τιμών της ενέργειας την διετία 2022-2023 ώθησε τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια σε αναπροσαρμογή των διδάκτρων τους, καθώς ήρθαν αντιμέτωπα με αυξημένο λειτουργικό κόστος λόγω της αύξησης της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης, του ηλεκτρικού ρεύματος και των καυσίμων (για τη μεταφορά των μαθητών).
Κατανομή μαθητών και προβλέψεις
Σύμφωνα με όσα αναφέρει η Ελένη Αντωνίου, Consultant της Διεύθυνσης Οικονομικών - Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF, η οποία επιμελήθηκε την εν λόγω μελέτη, οι μαθητές των ιδιωτικών δημοτικών σχολείων καταλαμβάνουν το 40% περίπου του συνόλου των μαθητών, ενώ ακολουθούν οι μαθητές νηπιαγωγείου με 23,8%.
Το ποσοστό των μαθητών γυμνασίου εκτιμάται σε 19,9% και οι μαθητές λυκείου απέσπασαν το υπόλοιπο 16,5% του συνόλου.
Παρόλα αυτά, με βάση τις ισχύουσες συνθήκες της αγοράς εκτιμάται ότι ο αριθμός των μαθητών των ιδιωτικών σχολείων θα συνεχίσει να αυξάνεται και τα προσεχή έτη, ενισχύοντας το μερίδιο της συμμετοχής των ιδιωτικών φορέων τυπικής εκπαίδευσης.
Η πρόβλεψη αυτή στηρίζεται στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που διαθέτουν οι ιδιωτικοί φορείς έναντι των δημόσιων φορέων. Ως εκ τούτου, για τη διετία 2024-2026 προβλέπεται αύξηση του συνόλου των μαθητών με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,8%.
Οικονομικά στοιχεία και δείκτες κερδοφορίας
Στο πλαίσιο της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός, βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 28 εταιρειών του κλάδου, για τη διετία 2022-2023.
Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού προέκυψαν τα εξής:
Ο συνολικός κύκλος εργασιών αυξήθηκε κατά 7,9% το 2023/2022, ενώ τα μικτά κέρδη κατέγραψαν άνοδο κατά 5,9%. Τα λειτουργικά αποτελέσματα αυξήθηκαν κατά 6,2% την ίδια περίοδο, κυρίως λόγω μείωσης των υψηλών λειτουργικών εξόδων.
Τα EBITDA των επιχειρήσεων διευρύνθηκαν με ρυθμό 7,3%, όπως και τα κέρδη (προ φόρου) ενισχύθηκαν κατά 6,8%. Από τις 28 επιχειρήσεις που συμπεριελήφθησαν στο δείγμα, οι 26 ήταν κερδοφόρες το 2023 (92,9%), ενώ το προηγούμενο έτος οι κερδοφόρες ήταν 27 (96,4%).