Μετά την απόφαση του Αμερικανού Προέδρου, στις 9 Απριλίου, να αναστείλει την εφαρμογή των λεγόμενων «αντισταθμιστικών δασμών» άνω του 10%, οι Ηνωμένες Πολιτείες προχώρησαν σε εμπορικές συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα, στις 8 και 12 Μαΐου αντίστοιχα.
Η συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο προβλέπει ευνοϊκές ποσοστώσεις δασμών (TRQs) για τις εξαγωγές βρετανικού χάλυβα, αλουμινίου και αυτοκινήτων, με αντάλλαγμα πρόσβαση στην αγορά του ΗΒ για το αμερικανικό βοδινό κρέας και την αιθανόλη. Αντίστοιχα, η συμφωνία με την Κίνα ακυρώνει τις αυξήσεις δασμών κατά 115% που είχαν επιβληθεί αμοιβαία στις αρχές Απριλίου.
Καμία από αυτές τις συμφωνίες δεν καθορίζει σαφές πλαίσιο για τις επόμενες διαπραγματευτικές φάσεις. Παράλληλα, το αμερικανικό Κογκρέσο είναι πιθανό να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε κατάργηση δασμών χωρίς προηγούμενη έγκριση μέσω της διαδικασίας Trade Promotion Authority. Επιπλέον, η συμφωνία με το ΗΒ αντικαθιστά τους δασμούς 25% με ποσοστώσεις, αλλά το Λονδίνο δεν είναι μεγάλος εξαγωγέας – και είναι αβέβαιο αν η Ουάσινγκτον είναι διατεθειμένη να προσφέρει ανάλογους όρους σε πιο ισχυρούς εμπορικούς εταίρους όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση ή η Ιαπωνία.
Η πρόκληση για την ΕΕ
Ως θεμελιώδης πυλώνας του πολυμερούς εμπορικού συστήματος, η ΕΕ δεν μπορεί να αποδεχθεί μια συμφωνία που διατηρεί υψηλότερους αμερικανικούς δασμούς για ευρωπαϊκά προϊόντα απ’ ό,τι ισχύει για τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές εισαγωγές από τις ΗΠΑ. Τη στιγμή που οι μέσοι δασμοί των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές εξαγωγές υπερβαίνουν το 10%, ενώ της ΕΕ κυμαίνονται κάτω από 2%, η Ένωση πρέπει να αντιδράσει. Η ενδεδειγμένη στρατηγική είναι η προσφυγή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), ιδανικά στο πλαίσιο μιας διεθνούς συμμαχίας χωρών.
Βραχυπρόθεσμοι στόχοι: περιορισμός της ζημιάς
Σε άμεσο επίπεδο, προτεραιότητα της ΕΕ πρέπει να είναι ο περιορισμός των συνεπειών από τους στοχευμένους δασμούς των ΗΠΑ σε συγκεκριμένους τομείς. Ενδεχομένως θα μπορούσε να αποφύγει τα αντίμετρα για τον χάλυβα, το αλουμίνιο και τα αυτοκίνητα, εφόσον εξασφαλίσει ποσοστώσεις που θα διατηρούν το σημερινό επίπεδο εμπορίου. Ταυτόχρονα, είναι καίριας σημασίας η αποτροπή νέων δασμών σε στρατηγικής σημασίας εξαγωγές της ΕΕ, όπως τα φαρμακευτικά προϊόντα και τα πολιτικά αεροσκάφη.
Η σταδιακή απεξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο προσφέρει νέο πεδίο συνεργασίας με τις ΗΠΑ, με τις εισαγωγές αμερικανικού LNG να κερδίζουν έδαφος. Ωστόσο, κάθε δέσμευση σε αυτό το πεδίο θα πρέπει να εξασφαλίζει ίση μεταχείριση για όλους τους μη ρωσικούς προμηθευτές.
Ρυθμιστική συνεργασία με σεβασμό στο ευρωπαϊκό πλαίσιο
Η συνεργασία στους τομείς της ρυθμιστικής συμμόρφωσης πρέπει να βασίζεται στον απόλυτο σεβασμό του ευρωπαϊκού θεσμικού και νομικού πλαισίου, με αμοιβαία και ισορροπημένα ανταλλάγματα. Εφόσον πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, μπορεί να επιδιωχθεί πρόοδος σε ζητήματα όπως η αμοιβαία αναγνώριση προτύπων για τα αυτοκίνητα και τα φαρμακευτικά προϊόντα. Παράλληλα, θα μπορούσε να ξεκινήσει διάλογος για θέματα ψηφιακής πολιτικής, ιδίως σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη και τη ρύθμιση των ψηφιακών πλατφορμών.
Η θέση της ΕΕ απέναντι στο δίπολο ΗΠΑ–Κίνας
Η ΕΕ οφείλει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στις σχέσεις ΗΠΑ–Κίνας, αποτρέποντας το ενδεχόμενο οι αμερικανικές επιχειρήσεις να αποκτήσουν μονομερή προνομιακή πρόσβαση στην κινεζική αγορά. Η προσεχής Σύνοδος Κορυφής ΕΕ–Κίνας, τον Ιούλιο, πρέπει να αποτελέσει αφετηρία για μια διαδικασία ενίσχυσης του αμοιβαίου εμπορίου και επενδύσεων. Παράλληλα, πρέπει να επαναβεβαιωθεί η κοινή δέσμευση σε μια φιλόδοξη μεταρρύθμιση του ΠΟΕ, εστιάζοντας σε θέματα όπως η διαφάνεια, η θεμιτή ανταγωνιστικότητα και οι κρατικές επιδοτήσεις.
Εφόσον οι ΗΠΑ επιδιώξουν συζητήσεις για ευρύτερα διαρθρωτικά ζητήματα –όπως οι μακροοικονομικές ανισορροπίες ή οι στρεβλώσεις στο διεθνές εμπόριο από κρατικές παρεμβάσεις– η ΕΕ θα πρέπει να δείξει διάθεση συνεργασίας, ιδίως σε πολυμερή σχήματα. Ωστόσο, η διμερής συνεργασία με την Ουάσινγκτον δεν μπορεί να γίνει εις βάρος της ανεξαρτησίας της ευρωπαϊκής εμπορικής πολιτικής, ιδίως έναντι της Κίνας.
Απειλή αντιποίνων: μοχλός πίεσης και διαπραγμάτευσης
Οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ πρέπει να συνοδεύονται από ισχυρό μηχανισμό αποτροπής. Ήδη έχουν δρομολογηθεί ευρωπαϊκά αντίμετρα για τους δασμούς στο χάλυβα και το αλουμίνιο, τα οποία θα ενεργοποιηθούν αυτόματα στα μέσα Ιουλίου εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε διαβούλευση για την επιβολή αντιποίνων ύψους 95 δισ. ευρώ σε ευρύ φάσμα προϊόντων, καθώς και περιορισμών σε εξαγωγές πρώτων υλών και χημικών ύψους 4,4 δισ. ευρώ – η πλέον εκτεταμένη πρόταση εμπορικών αντίμετρων στην ιστορία της ΕΕ.
Η στρατηγική φαίνεται να είναι η διατήρηση των μέτρων στον τομέα των αγαθών, αλλά με σαφή προετοιμασία για διεύρυνση των αντίμετρων σε υπηρεσίες και δημόσιες συμβάσεις, αν υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση από τις ΗΠΑ. Παράλληλα, η ΕΕ θα καταθέσει προσφυγή στον ΠΟΕ κατά των «αντισταθμιστικών» και των ενδεχόμενων δασμών στις εισαγωγές ευρωπαϊκών αυτοκινήτων.