Οι Alibaba, ByteDance και άλλες κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας παραμένουν ένθερμοι αγοραστές των τσιπ τεχνητής νοημοσύνης της Nvidia, παρότι οι ρυθμιστικές αρχές της Κίνας τις αποθαρρύνουν έντονα από τέτοιες κινήσεις.
Οι εταιρείες επιδιώκουν διαβεβαιώσεις ότι οι παραγγελίες τους για το μοντέλο H20 επεξεργάζονται κανονικά και παρακολουθούν στενά τα σχέδια της Nvidia για το επόμενο, πιο ισχυρό τσιπ, B30A, που βασίζεται στην αρχιτεκτονική Blackwell.
Τιμή και ισχύς των νέων μοντέλων
Το B30A, εφόσον εγκριθεί για πώληση από την Ουάσινγκτον, αναμένεται να κοστίζει περίπου διπλάσια τιμή από το H20 (10.000–12.000 δολάρια). Παρά την τιμή, οι κινεζικές εταιρείες το θεωρούν ελκυστική επιλογή, αφού υπόσχεται να είναι έως και έξι φορές ισχυρότερο από το H20.
Και τα δύο τσιπ αποτελούν υποβαθμισμένες εκδόσεις μοντέλων που διατίθενται εκτός Κίνας, προσαρμοσμένες ώστε να συμμορφώνονται με τους αμερικανικούς περιορισμούς εξαγωγών.
Η γεωπολιτική διάσταση
Η πρόσβαση της Κίνας σε προηγμένα τσιπ τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί βασικό σημείο τριβής στον τεχνολογικό ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ.
- Η Ουάσινγκτον έχει μετριάσει ορισμένους περιορισμούς, επιτρέποντας στην Nvidia να διαθέτει το H20 στην Κίνα.
- Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει συμφωνήσει ώστε οι ΗΠΑ να λαμβάνουν το 15% των εσόδων από τις πωλήσεις του H20.
- Το Πεκίνο, από την πλευρά του, ενθαρρύνει τις εταιρείες να στραφούν σε εγχώρια τσιπ, χωρίς όμως να έχει επιβάλει απαγόρευση στις αγορές Nvidia.
Περιορισμένες εναλλακτικές από την Κίνα
Η ζήτηση για τα τσιπ της Nvidia παραμένει ισχυρή λόγω της περιορισμένης προσφοράς από ανταγωνιστές όπως η Huawei και η Cambricon.
Τεχνικοί από κινεζικές εταιρείες αναφέρουν ότι οι επιδόσεις των Nvidia εξακολουθούν να είναι σαφώς ανώτερες από τις εγχώριες λύσεις.
Η στάση της Nvidia και οι αγορές
Η Nvidia αναγνώρισε ότι ο ανταγωνισμός στην Κίνα έχει αυξηθεί, χωρίς να σχολιάσει περαιτέρω. Ωστόσο, η αβεβαιότητα για τις προοπτικές στην κινεζική αγορά ανάγκασε την εταιρεία να παρουσιάσει στα τέλη Αυγούστου μια συγκρατημένη πρόβλεψη πωλήσεων, εξαιρώντας τα έσοδα από τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Η μετοχή της, η οποία είχε αναδειχθεί στην πιο πολύτιμη εταιρεία παγκοσμίως, έχει υποχωρήσει περίπου 6% από τότε.
Με πληροφορίες από Reuters