Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία ταμείου ύψους 5 δισ. δολαρίων με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων στην εξορυκτική βιομηχανία – μια κίνηση που θα αποτελούσε τη σημαντικότερη μέχρι σήμερα παρέμβαση της κυβέρνησης στον τομέα των κρίσιμων ορυκτών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Υπηρεσία Χρηματοδότησης Ανάπτυξης (DFC) συζητά τη σύσταση του ταμείου ως κοινοπραξία με την επενδυτική εταιρεία Orion Resource Partners, με έδρα τη Νέα Υόρκη. Οι συνομιλίες παραμένουν σε εξέλιξη και δεν είναι βέβαιο ότι θα καταλήξουν σε συμφωνία.
Η στρατηγική της Ουάσιγκτον
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει προαναγγείλει επενδυτικές κινήσεις σε μεταλλεύματα στην Ουκρανία και τη Γροιλανδία, ενώ ο Λευκός Οίκος θέλει να ενισχύσει την αμερικανική παρουσία και στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Το ενδεχόμενο ταμείο με την Orion, εφόσον υλοποιηθεί, θα ανοίξει έναν νέο δρόμο για την άμεση εμπλοκή της αμερικανικής κυβέρνησης σε μεγάλης κλίμακας συμφωνίες.
Η διασφάλιση πρόσβασης σε μέταλλα όπως ο χαλκός, το κοβάλτιο και σπάνιες γαίες αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα της κυβέρνησης Τραμπ. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ανησυχία για την Κίνα, η οποία ελέγχει το μεγαλύτερο μερίδιο στην επεξεργασία μετάλλων και συνεχίζει να αποκτά ορυχεία στο εξωτερικό. Παράλληλα, προβλέπονται σοβαρές ελλείψεις τα επόμενα χρόνια λόγω μειωμένων επενδύσεων, φθίνουσας ποιότητας κοιτασμάτων και χρονοβόρων διαδικασιών αδειοδότησης.
Ο ρόλος της DFC
Η DFC, που ιδρύθηκε στο τέλος της πρώτης θητείας Τραμπ, έχει ήδη εγκρίνει επενδύσεις στον εξορυκτικό κλάδο μέσω δανείων, συμμετοχών και τεχνικής βοήθειας. Μεταξύ αυτών, δάνειο 150 εκατ. δολαρίων στη Syrah Resources για ορυχείο γραφίτη στη Μοζαμβίκη, με την παραγωγή να κατευθύνεται στην Tesla.
Επί προεδρίας Μπάιντεν, η DFC διέθεσε πάνω από 550 εκατ. δολάρια για την αναβάθμιση της σιδηροδρομικής γραμμής Lobito Corridor, που συνδέει την κεντρική Αφρική με τον Ατλαντικό. Αν τελικά «κλείσει» το ποσό των 2,5 δισ. δολαρίων, η συνεργασία με την Orion θα είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία του οργανισμού.
Η Orion στο προσκήνιο
Η Orion διαχειρίζεται περίπου 8 δισ. δολάρια και δραστηριοποιείται στους τομείς των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων, της ιδιωτικής χρηματοδότησης, των κεφαλαίων υψηλού επιχειρηματικού ρίσκου και της εμπορίας πρώτων υλών. Το νέο ταμείο θα συγκεντρώσει κεφάλαια από τις δύο πλευρές, με σταδιακή αύξηση έως τα 5 δισ. δολάρια – αντίστοιχο με την κοινοπραξία 1,2 δισ. δολαρίων που συστάθηκε φέτος με το επενδυτικό ταμείο του Άμπου Ντάμπι, ADQ.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Orion, Όσκαρ Λεβνόφσκι, έχει τονίσει πως τα κράτη πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Κίνας, δημιουργώντας στρατηγικά αποθέματα μετάλλων για την αποφυγή μελλοντικών κρίσεων τροφοδοσίας.
Η μάχη για τον έλεγχο στο Κονγκό
Το Πεντάγωνο έχει ήδη ξεκινήσει πρόγραμμα εξόρυξης κοβαλτίου, ενώ τον Ιούλιο επένδυσε 400 εκατ. δολάρια στην MP Materials, εξορυκτικό κεφάλαιο σπανίων γαιών στις ΗΠΑ.
Παράλληλα, η Orion βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για την εξαγορά της Chemaf Resources στο Κονγκό, τη μεγαλύτερη παραγωγό κοβαλτίου παγκοσμίως και δεύτερη μεγαλύτερη σε χαλκό. Η συμφωνία προηγουμένως είχε επιχειρηθεί από κινεζική κρατική εταιρεία, αλλά «πάγωσε» μετά από παρεμβάσεις της Ουάσιγκτον.
Ενίσχυση της DFC στη δεύτερη θητεία Τραμπ
Η DFC αναμένεται να αποκτήσει μεγαλύτερη βαρύτητα στη δεύτερη θητεία Τραμπ, καθώς ο Λευκός Οίκος σχεδιάζει τον διπλασιασμό ή τριπλασιασμό της επενδυτικής της δυνατότητας. Η επικείμενη επανεξουσιοδότηση θα της επιτρέψει να επενδύει και σε πλουσιότερες χώρες, αναλαμβάνοντας υψηλότερο ρίσκο ώστε να προσελκύσει περισσότερους ιδιώτες επενδυτές.
Τον Ιανουάριο, ο Τραμπ διόρισε τον Μπεν Μπλακ, γιο του δισεκατομμυριούχου συνιδρυτή της Apollo Global Management, στη θέση του επικεφαλής της DFC. Η Γερουσία δεν έχει ακόμη εγκρίνει τον διορισμό, ωστόσο ο ίδιος δήλωσε ότι ο οργανισμός «δεν πρέπει ποτέ να παραγκωνίζει το ιδιωτικό κεφάλαιο» και χρειάζεται στενότερη συνεργασία με τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά κέντρα.
Με πληροφορίες από Bloomberg