Αμετάβλητο στη βαθμίδα ΒΒΒ με σταθερές προοπτικές άφησε το αξιόχρεο της Ελλάδας ο γερμανικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope.
O Scope είναι ο πρώτος, από τους πέντε αναγνωρισμένους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζας οίκους, που έδωσε στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα τον Αύγουστο του 2023 (BBB-) και τον περασμένο Δεκέμβριο ήταν επίσης ο πρώτος που την αναβάθμισε ξανά στη βαθμίδα ΒΒΒ.
Σε ανακοίνωσή του, ο Scope αναφέρει ότι η περιοδική αξιολόγησή του δεν οδήγησε σε κάποια αλλαγή της.
Βασικοί μοχλοί της αξιολόγησης
Τα ατού της οικονομίας
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας με αξιολόγηση BBB/Σταθερή υποστηρίζεται από:
- την ισχυρή ευρωπαϊκή θεσμική στήριξη, με το Ευρωσύστημα και την ΕΕ να παρέχουν νομισματικό και πολιτικό στήριγμα,
- την ενίσχυση των δημοσιονομικών θεμελιωδών μεγεθών, που υποστηρίζεται από πρωτογενή πλεονάσματα και βελτιωμένη απόδοση των εσόδων, επιτρέποντας τη διαρκή μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους, και
- ένα ευνοϊκό προφίλ χρέους. Το υψηλό ποσοστό μακροπρόθεσμου χρέους με χαμηλό επιτόκιο της Ελλάδας, το οποίο κατέχουν κυρίως πιστωτές του δημόσιου τομέα, σε συνδυασμό με το σημαντικό ταμειακό απόθεμά της, υποστηρίζει την ικανότητα εξυπηρέτησης του χρέους της κυβέρνησης και μετριάζει τον αντίκτυπο από πιθανές διακυμάνσεις της αγοράς και διαταραχές των επιτοκίων.
Τα βαρίδια
Σύμφωνα με τον Scope, οι προκλήσεις για την αξιολόγηση περιλαμβάνουν:
- το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, το οποίο παραμένει μία μακροπρόθεσμη ευπάθεια παρά τη φθίνουσα πορεία του,
- διατηρούμενες ευπάθειες του τραπεζικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των μέτριων κεφαλαιακών μαξιλαριών, των ανησυχιών για την ποιότητα παλαιών στοιχείων ενεργητικού και της ισχυρής σύνδεσης μεταξύ του κράτους και των τραπεζών, η οποία αυξάνει την έκθεση του χρηματοπιστωτικού τομέα στον κρατικό κίνδυνο, και
- διαρθρωτικούς περιορισμούς στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη, όπως η χαμηλή παραγωγικότητα, οι δυσμενείς δημογραφικές τάσεις και η περιορισμένη διαφοροποίηση της οικονομίας.
Μικρή επιβράδυνση της ανάπτυξης
Ο Scope αναφέρει ότι η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 2,3% το 2024, χάρη στις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση και αναμένει ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 2,1% το 2025 και στο 1,8% το 2026, καθώς η δυναμική των επενδύσεων θα επιβραδυνθεί, αν και η κατανάλωση θα παραμείνει ανθεκτική.
Η έλλειψη εργατικού δυναμικού και ο επίμονος πληθωρισμός στον τομέα των υπηρεσιών αποτελούν προκλήσεις, ενώ οι συνεχιζόμενες ψηφιακές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις βελτιώνουν το επενδυτικό περιβάλλον.
Περαιτερω, σημειώνει ότι οι διαρθρωτικές ακαμψίες και οι εξωτερικές ανισορροπίες παραμένουν, με την καθαρή διεθνή επενδυτική θέση να εκτιμάται στο -140% του ΑΕΠ το 2024, παρά τη σταδιακή βελτίωση.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε στο 6,4% του ΑΕΠ το 2024, αντανακλώντας τις επενδύσεις με υψηλή εισαγωγική διάσταση, την αύξηση των πληρωμών τόκων και τις χαμηλές αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, και αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα.
Οι αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις των τραπεζών
«Παρά τις βελτιώσεις στην κεφαλαιακή επάρκεια, την κερδοφορία, την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού και τη διακυβέρνηση, οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν διαρθρωτικά ευάλωτες λόγω της υψηλής εξάρτησης από αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις (DTC) και της υψηλής έκθεσης σε κρατικά ομόλογα».
Η δημοσιονομική επίδοση παραμένει ισχυρή, με πρωτογενές πλεόνασμα 4% και συνολικό πλεόνασμα 1,3% το 2024. Τα προγραμματισμένα πρωτογενή πλεονάσματα 2,5% το 2025 και 2,4% το 2026 υποστηρίζουν την προβλεπόμενη μείωση του χρέους στο 125% του ΑΕΠ έως το 2030.
Η δομή του χρέους της Ελλάδας είναι ευνοϊκή, με μακρές λήξεις, χαμηλό κόστος τόκων, πλήρη κάλυψη με σταθερά επιτόκια και μεγάλο ταμειακό απόθεμα 42 δισ. ευρώ τον Μάιο του 2025, διατηρώντας τους κινδύνους αναχρηματοδότησης πολύ περιορισμένους.
Η σταθερή προοπτική αντανακλά την άποψη του Scope ότι οι κίνδυνοι για τις αξιολογήσεις είναι ισορροπημένοι για τους επόμενους 12 έως 18 μήνες.