Όταν στα τέλη Μαΐου οι ανησυχίες για την εμπορική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ έσπρωχναν το δολάριο σε πολυετή χαμηλά, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ κάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες, σε ομιλία της στο Βερολίνο, να στηρίξουν στην πράξη – με το ίδιο το νόμισμά τους – τις φιλοδοξίες τους.
Βασισμένη στις περσινές προτάσεις του προκατόχου της, Μάριο Ντράγκι, για μεταρρυθμίσεις στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα, η Λαγκάρντ μίλησε για το «global euro moment» – τη μεγάλη ευκαιρία του ευρώ να ενισχύσει την παγκόσμια επιρροή του.
Τέσσερις μήνες μετά, όμως, οι εκκλήσεις της έχουν θαφτεί κάτω από εθνικές αντιθέσεις και άλλες προτεραιότητες όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ του Τραμπ και οι εσωτερικές πολιτικές αναταράξεις.
Από τις συνομιλίες του Reuters με περισσότερους από δώδεκα αξιωματούχους της ευρωζώνης, κεντρικούς τραπεζίτες, στελέχη της αγοράς και αναλυτές των Βρυξελλών προκύπτει ένα κοινό συμπέρασμα: στασιμότητα.
Προτάσεις που θα ενίσχυαν την ελκυστικότητα του ευρώ για τους επενδυτές – από κοινές εκδόσεις χρέους έως τη δημιουργία ψηφιακού ευρώ – έχουν βαλτώσει.
«Η Ευρώπη δυσκολεύεται να εστιάσει σε πολλά μέτωπα ταυτόχρονα», είπε χαρακτηριστικά ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός Ενρίκο Λέτα. «Βλέπω μια Ευρώπη διχασμένη».
Το ευρώ έναντι του δολαρίου
Το ευρώ, που βρίσκεται στα πορτοφόλια 350 εκατομμυρίων Ευρωπαίων, αποτελεί ίσως το πιο απτό επίτευγμα της ΕΕ. Αν και έφτασε στα πρόθυρα κατάρρευσης στην κρίση χρέους πριν 15 χρόνια, παραμένει το δεύτερο ισχυρότερο νόμισμα στον κόσμο.
Το δολάριο όμως εξακολουθεί να κυριαρχεί: αντιστοιχεί σε περίπου 60% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων και είναι το βασικό νόμισμα εμπορίας για εμπορεύματα όπως το πετρέλαιο. «Το δολάριο είναι βασιλιάς και θα το κρατήσουμε έτσι», είχε δηλώσει ο Τραμπ τον Ιούλιο.
Το ευρώ αντιπροσωπεύει περίπου το 20% των παγκόσμιων αποθεμάτων και των εμπορικών τιμολογήσεων. Πέρα από τις 20 χώρες της ευρωζώνης, περίπου 60 χώρες ή εδάφη έχουν συνδέσει το νόμισμά τους άμεσα ή έμμεσα με αυτό.
Το 2025 έχει ενισχυθεί περίπου 13% έναντι του δολαρίου, καταγράφοντας τετραετές υψηλό, ενώ οι αγορές αναμένουν περαιτέρω άνοδο καθώς η Fed ξεκινά κύκλο μείωσης επιτοκίων.
Η ενίσχυση της διεθνούς θέσης του ευρώ θα προστάτευε την Ευρώπη από διακυμάνσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών, κεφαλαιακών ροών και ακόμη και από τις αμερικανικές κυρώσεις.
Ωστόσο, για να συμβεί αυτό απαιτούνται τρεις δύσκολες κινήσεις:
- Δημιουργία επαρκούς αποθέματος ασφαλών τίτλων σε ευρώ.
- Θεσμικές αλλαγές για ολοκλήρωση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.
- Αντιμετώπιση της πρόκλησης των ψηφιακών νομισμάτων.
Το πρόβλημα των «ασφαλών» τίτλων
Το πρώτο ζήτημα είναι και το πιο σημαντικό: η έλλειψη επαρκούς αποθέματος ασφαλών επενδυτικών προϊόντων σε ευρώ.
Τα συνολικά εκκρεμή κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης φθάνουν τα 13 τρισ. δολάρια, έναντι 30 τρισ. δολαρίων των αμερικανικών Treasuries. Μόνο η Γερμανία προσφέρει τίτλους που θεωρούνται καθολικά ασφαλείς, σε αντίθεση με την Ιταλία ή τη Γαλλία.
Από το 2010 έχουν κατατεθεί προτάσεις για κοινά ομόλογα («blue bonds») με συλλογική εγγύηση, αλλά οι χώρες του Βορρά – Γερμανία, Ολλανδία – αντιδρούν σθεναρά.
Η πανδημία COVID-19 επέφερε μια εξαίρεση, με το Ταμείο Ανάκαμψης των 800 δισ. ευρώ. Τότε, υπήρξε ελπίδα ότι το Ταμείο θα άνοιγε τον δρόμο σε έναν μόνιμο μηχανισμό. Το 2025, η συζήτηση επανήλθε λόγω των αμυντικών δαπανών, αλλά τελικά Γερμανία και Γαλλία δεν πείστηκαν.
«Η άμυνα θα μπορούσε να προσφέρει ευκαιρία για τη δημιουργία ενός ακόμη ασφαλούς ευρωπαϊκού τίτλου», είπε ο διοικητής της Τράπεζας της Φινλανδίας, Όλι Ρεν. Για την ώρα, όμως, το κάθε κράτος επιλέγει να χρηματοδοτεί μόνο του τις δαπάνες.
Μια ημιτελής Ένωση Κεφαλαιαγορών
Το δεύτερο αγκάθι είναι ο κατακερματισμός των τραπεζών και κεφαλαιαγορών. Η Ένωση Κεφαλαιαγορών, που ξεκίνησε το 2014, παραμένει στάσιμη.
Η πρόταση για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής «SEC» – δηλαδή μιας Αρχής αντίστοιχης με την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς – με ενισχυμένες αρμοδιότητες για την ESMA, την υφιστάμενη Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών που εδρεύει στο Παρίσι και εποπτεύει τις κεφαλαιαγορές της ΕΕ, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από μικρότερα κράτη-μέλη όπως το Λουξεμβούργο, η Μάλτα και η Ιρλανδία.
Η Λαγκάρντ είχε προτείνει ένα δίκτυο εθνικών γραφείων υπό την ESMA ώστε να καμφθούν οι αντιστάσεις. Όμως, μέχρι στιγμής, οι όποιες κινήσεις παραπέμπονται στο μέλλον.
Το αβέβαιο ψηφιακό ευρώ
Το τρίτο μέτωπο είναι το ψηφιακό ευρώ. Αν και η ΕΚΤ έχει πραγματοποιήσει δεκάδες συζητήσεις και ακροάσεις, το σχετικό νομοσχέδιο της Κομισιόν παραμένει παγωμένο εδώ και δύο χρόνια.
Οι τράπεζες και πολλοί ευρωβουλευτές φοβούνται ότι θα απορροφήσει καταθέσεις χωρίς σαφή προστιθέμενη αξία. «Το ψηφιακό ευρώ παρουσιάζεται ως ελβετικός σουγιάς, αλλά δεν λύνει κανένα συγκεκριμένο πρόβλημα», σχολίασε ο Ισπανός βουλευτής και πρώην κεντρικός τραπεζίτης Φερνάντο Ναβαρέτε.
Σύμφωνα με τον τρέχοντα οδικό χάρτη, το ψηφιακό ευρώ δεν αναμένεται να εγκριθεί πριν από τα μέσα του 2026, ενώ θα απαιτηθούν ακόμη 2,5 έως 3 χρόνια για την τεχνική του υλοποίηση. Η Κριστίν Λαγκάρντ δεν έκρυψε την απογοήτευσή της, καθώς έτσι το έργο δεν θα έχει ολοκληρωθεί πριν από τη λήξη της θητείας της το 2027.
Ο κινεζικός παράγοντας
Αν και το ευρώ εξακολουθεί να υστερεί απέναντι στο δολάριο, η μακροπρόθεσμη πρόκληση φαίνεται να προέρχεται από το κινεζικό γουάν. Έρευνα του OMFIF – του Διεθνούς Φόρουμ Νομισματικών και Χρηματοπιστωτικών Θεσμών, ενός ανεξάρτητου think tank που ειδικεύεται στην παγκόσμια νομισματική και οικονομική πολιτική – κατέδειξε ότι οι κεντρικές τράπεζες επιλέγουν κυρίως τον χρυσό για διαφοροποίηση των αποθεματικών τους, ωστόσο θεωρούν το γουάν ως το βασικό αναδυόμενο αποθεματικό νόμισμα.
«Η ΕΚΤ πρέπει να προσφέρει κατάλληλα εργαλεία και γραμμές swap προς τις κεντρικές τράπεζες της Ασίας, διαφορετικά είναι δύσκολο να αυξήσουμε τις τοποθετήσεις μας σε ευρώ», ανέφερε χαρακτηριστικά μέλος του διοικητικού συμβουλίου της κεντρικής τράπεζας της Μογγολίας.
Όπως γίνεται φανερό, παρά τις διακηρύξεις, οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να ενισχυθεί η διεθνής θέση του ευρώ προχωρούν με βραδύ ρυθμό. Όπως υπογράμμισε η Κριστίν Λαγκάρντ σε πρόσφατη ομιλία της στο Παρίσι, «η Ευρώπη εργάζεται πάνω σε αυτό, αν και ίσως υπερβολικά αργά και βασανιστικά».
Με πληροφορίες από Reuters