Χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2026 και έως το 2030, αλλά κοντά στο 2%, προβλέπει για την Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην έκθεσή του για τις παγκόσμιες δημοσιονομικές προοπτικές (fiscal monitor).
Για φέτος, το Ταμείο προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,2% του ΑΕΠ, το οποίο θα μειωθεί στο 2,3% το 2026. Για το συνολικό δημοσιονομικό ισοζύγιο - που περιλαμβάνει και τις δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους - προβλέπει ότι θα είναι ισοσκελισμένο (μηδενικό) φέτος και θα καταγράψει έλλειμμα 0,8% του ΑΕΠ το επόμενο έτος που θα διευρυνθεί λίγο τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας στο 1,4% το 2030.
Το δημόσιο χρέος προβλέπεται ότι θα συνεχίσει την πτωτική πορεία του, υποχωρώντας από 154,8% του ΑΕΠ πέρυσι, στο 146,7% φέτος, στο 141,9% το 2026 και περαιτέρω στο 130,2% το 2030.
Τα δημόσια έσοδα αναμένεται ότι θα αυξηθούν από 49,3% του ΑΕΠ πέρυσι στο 49,8% φέτος και περαιτέρω στο 50% το 2026, για να υποχωρήσουν στη συνέχεια στο 46,8% το 2030.
Οι δημόσιες δαπάνες από 48% του ΑΕΠ το 2024 προβλέπεται να αυξηθούν στο 49,8% το 2025 και περαιτέρω στο 50,8% το 2026, για να μειωθούν και αυτές τα επόμενα χρόνια και να φτάσουν στο 48,2% το 2030.
Πάνω από 100% το παγκόσμιο δημόσιο χρέος το 2029
Στο Fiscal Monitor, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος προβλέπεται να αυξηθεί πάνω από το 100% του ΑΕΠ έως το 2029, στο υψηλότερο επίπεδό του από το 1948, ακολουθώντας μία ταχύτερη αύξηση από ό,τι είχε προβλεφθεί πριν από την πανδημία του κορονοϊού. Επιπλέον, σύμφωνα με το ΔΝΤ, υπάρχει κίνδυνος 5% να φτάσει στο 123% του ΑΕΠ το 2029.
Πολλές μεγάλες οικονομίες έχουν δημόσιο χρέος που είναι μεγαλύτερο ή προβλέπεται να ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ. Μεταξύ άλλων χωρών, χρέος άνω του 100% του ΑΕΠ έχουν ο Καναδάς, η Κίνα, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Βρετανία και οι ΗΠΑ.
Αυτές οι χώρες έχουν συνήθως βαθιές και ρευστές αγορές κρατικών ομολόγων και συχνά ευρείες επιλογές πολιτικής, με αποτέλεσμα ο δημοσιονομικός τους κίνδυνος να θεωρείται μέτριος. Αντίθετα, πολλές αναδυόμενες αγορές και χώρες με χαμηλό εισόδημα αντιμετωπίζουν δυσκολότερες δημοσιονομικές προκλήσεις, παρά το σχετικά χαμηλό χρέος τους.
Διαβάστε επίσης: ΔΝΤ για ελληνική οικονομία: Ανάπτυξη 2% το 2026 με πληθωρισμό 2,5%
Μεγάλοι δημοσιονομικοί κίνδυνοι
Το Ταμείο προειδοποιεί ότι οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι είναι μεγάλοι καθώς η δυναμική του δημόσιου χρέους έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια λόγω και της αύξησης των επιτοκίων.
Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008/2009 και μέχρι την πανδημία, τα επιτόκια ήταν πολύ χαμηλά και υπήρχαν εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες για τη βιωσιμότητα του χρέους, καθώς η αύξηση του συνοδευόταν από πτώση των επιτοκίων και μία σταθερή δαπάνη για τόκους. Αλλά τώρα η κατάσταση τώρα είναι εντελώς διαφορετική. Τα επιτόκια έχουν αυξηθεί σημαντικά και η μελλοντική τους πορεία είναι ιδιαίτερα αβέβαιη, σύμφωνα με χθεσινή έκθεση του ΔΝΤ για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας (Παγκόσμια Οικονομική.
Το αυξανόμενο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους ασκεί ήδη πίεση στους προϋπολογισμούς. «Οι αποτιμήσεις των χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων είναι «τεντωμένες», οι κίνδυνοι χρηματοοικονομικής σταθερότητας μεγάλοι, και η πιθανότητα μετάδοσης μέσω δυσμενών δημοσιονομικών-χρηματοοικονομικών μηχανισμών αναμετάδοσης ιδιαίτερα ανησυχητική, σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ για την Παγκόσμια Έκθεση Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας που δόθηκε επίσης χθες στη δημοσιότητα.
Επιπλέον, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι χώρες για την άμυνα, από τις φυσικές καταστροφές, το δημογραφικό και την ανάπτυξη αυξάνουν τις απαιτήσεις για δημόσιες δαπάνες και συνδυάζονται με κόκκινες γραμμές σε αυξήσεις φόρων και με μειωμένη δημόσια συνειδητοποίηση των δημοσιονομικών ορίων, σημειώνει το Ταμείο.
«Το συμπέρασμα είναι αναπόφευκτο: ξεκινώντας από υπερβολικά υψηλά ελλείμματα και χρέη, η επιμονή σε αυξήσεις δαπανών μεγαλύτερες από τις αυξήσει στα φορολογικά έσοδα θα ωθήσει το χρέος σε ολοένα και υψηλότερα επίπεδα απειλώντας τη βιωσιμότητα και τη χρηματοοικονομική σταθερότητα», προσθέτει.