Η σημερινή πρόωρη αποπληρωμή δανείων του πρώτου μνημονίου συνιστά μία ακόμη κίνηση με σαφές οικονομικό αποτύπωμα και μακροπρόθεσμο όφελος. Το ελληνικό Δημόσιο εξοφλεί ποσό 5,287 δισ. ευρώ, περιορίζοντας υποχρεώσεις που, βάσει του αρχικού σχεδιασμού, θα βάραιναν τη χώρα έως τη δεκαετία του 2040. Μέσω της αποπληρωμής προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), μειώνεται το συνολικό βάρος του δημόσιου χρέους, ενώ παράλληλα ενισχύεται η αξιοπιστία της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές.
Μείωση κόστους εξυπηρέτησης
Το βασικό και πιο άμεσο κέρδος αφορά το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Με την πρόωρη αποπληρωμή, αποφεύγονται τόκοι που θα επιβάρυναν τον κρατικό προϋπολογισμό από το 2026 και στα επόμενα χρόνια. Πρόκειται για χρήματα που, υπό άλλες συνθήκες, θα κατευθύνονταν αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση παλαιών δανείων και όχι σε αναπτυξιακές ή κοινωνικές ανάγκες.
Παράλληλα, η Ελλάδα μειώνει την έκθεσή της σε δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Τα συγκεκριμένα δάνεια έχουν το χαρακτηριστικό ότι το κόστος τους αυξάνεται όταν ανεβαίνουν τα επιτόκια, όπως συνέβη τα τελευταία χρόνια. Με την αποπληρωμή τους, περιορίζεται ένας παράγοντας αβεβαιότητας για τα δημόσια οικονομικά.
Σταθερή στρατηγική απομείωσης χρέους
Η κίνηση αυτή δεν αποτελεί μεμονωμένη απόφαση. Εντάσσεται σε μια σταθερή πολιτική που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια, με στόχο τη σταδιακή απομάκρυνση από τα δάνεια της μνημονιακής περιόδου. Ήδη η Ελλάδα έχει αποπληρώσει πλήρως τα δάνεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και έχει προχωρήσει σε αλλεπάλληλες πρόωρες αποπληρωμές προς τους ευρωπαίους εταίρους.
Συνολικά, ένα σημαντικό μέρος των δανείων που είχαν χορηγηθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης έχει εξοφληθεί νωρίτερα από το προβλεπόμενο. Αυτό σημαίνει ότι το δημόσιο χρέος δεν μειώνεται μόνο ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά και ως πραγματικό ποσό, γεγονός που ενισχύει τη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας.
Το μήνυμα προς τις αγορές
Ιδιαίτερη σημασία έχει και το μήνυμα που εκπέμπεται προς τις αγορές. Η επιλογή της πρόωρης αποπληρωμής δείχνει ότι η Ελλάδα δεν περιορίζεται στην τήρηση των ελάχιστων υποχρεώσεών της, αλλά αξιοποιεί τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο για να βελτιώσει ενεργά τη θέση της. Αυτό ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας και συμβάλλει στη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών δανεισμού.
Η στρατηγική αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στους δείκτες του χρέους. Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, η πτωτική πορεία αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, παρά το δύσκολο διεθνές περιβάλλον.
Η αποκλιμάκωση αυτή έχει και συμβολική σημασία. Το δημόσιο χρέος κινείται πλέον σε επίπεδα που πλησιάζουν εκείνα της περιόδου πριν από την κορύφωση της κρίσης, ενώ οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία μπορεί να υποχωρήσει ακόμη και κάτω από το 100% του ΑΕΠ.
→ Διαβάστε επίσης: Δομικός πληθωρισμός: Επιμένει η ακρίβεια, μεγαλώνει το χάσμα με την Ευρωζώνη
Ορίζοντας το 2031
Σε αυτό το πλαίσιο, ο στόχος της πλήρους αποπληρωμής των δανείων του πρώτου μνημονίου έως το 2031 αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα. Υπό κανονικές συνθήκες, τα συγκεκριμένα δάνεια θα αποπληρώνονταν με δόσεις έως το 2041. Η επιτάχυνση του χρονοδιαγράμματος μεταφράζεται σε λιγότερα βάρη για τις επόμενες γενιές.
Τελικά, η σημερινή κίνηση δεν αφορά μόνο αριθμούς και λογιστικά μεγέθη. Αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας επιστροφής στην οικονομική κανονικότητα, με το δημόσιο χρέος να παύει σταδιακά να λειτουργεί ως μόνιμος περιορισμός για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας.